Τι σόι άνθρωποι είναι ετούτοι;
Το έστειλε ι Κώστας Καρασιώτος
Του Χρήστου Χωμενίδη
Καγχασμό μόνον
-πικρό καγχασμό- προξενούν οι όψιμες ρητορείες της
κυβέρνησης πως θα πατάξει δήθεν την αυθαίρετη δόμηση, ότι θα βάλει σε οικιστική
τάξη τη χώρα. Εκείνοι που αρνούνταν λυσσαλέα κάθε μεταρρυθμιστική προσπάθεια...
Εκείνοι που μοσχοπουλούσαν το παραμύθι ότι η Ελλάδα ήταν ένας παράδεισος, όπου
όλα πήγαιναν ρολόι, ώσπου αίφνης οι ξένοι και οι ντόπιοι συνεργάτες τους την
έζεψαν χωρίς λόγο στα μνημόνια... Εκείνοι που στυγνά εμπορεύονταν την ελπίδα,
που προσκυνούσαν, που έγλειφαν τον λαό για να υποκλέψουν την ψήφο του... Ανακάλυψαν
πάνω στις στάχτες τις χρόνιες κοινωνικές στρεβλώσεις κι αποφάσισαν -λέει- να τις θεραπεύσουν κατεπειγόντως.
Οι αλμπάνηδες
που διεκήρυσσαν στεντόρεια τη φωνή πως θα χτυπάνε το ταμπούρλο και οι αγορές
της υφηλίου θα χορεύουν στον ρυθμό τους, πουλάνε σήμερα σοβαρότητα.
Επιστημοσύνη. Ο Τζουμπές ντύθηκε Χαρίλαος
Τρικούπης. Η μαϊμού που δάγκωσε τον Βασιλιά Αλέξανδρο
στραβόβαλε στο ψειριασμένο της κεφάλι το δίκοχο του Ελευθερίου
Βενιζέλου. Και μάς κουνάει η μαϊμού το δάχτυλο. Κρύβοντας την ουρά στα
σκέλια της...
Για γέλια και
για κλάματα θα ήταν οι σημερινοί κρατούντες. Θα έπρεπε οι πολίτες να
αναγνωρίσουμε το λάθος μας που τους εμπιστευθήκαμε το τιμόνι της πατρίδας και
να τους απαλλάξουμε από τα καθήκοντά τους, αναγνωρίζοντάς τους το ελαφρυντικό
της ασχετοσύνης περί το κυβερνάν. Αποδεχόμενοι ενδεχομένως και τον ισχυρισμό
ότι έτρεφαν -ασύγγνωστες πάντως- αυταπάτες.
Μακάρι
ειλικρινά να μάς έδιναν αυτό το περιθώριο.
Όμως όχι. Το θράσος τους, ο κυνισμός
τους, η πώρωση που αποτυπώθηκε
στη συμπεριφορά τους από την πρώτη ώρα της ανείπωτης συμφοράς σοκάρουν.
Αποτροπιάζουν.
Όταν ένα χωριό
αφανίζεται από προσώπου γης. Όταν παιδιά, ενήλικες και γέροντες καίγονται
ζωντανοί και απολύτως αβοήθητοι και άλλοι πνίγονται σε μια θάλασσα που ήταν έως
τότε πηγή χαράς, πηγή ζωής, εσύ -ο οποιοσδήποτε- ξεχνάς ακαριαία τι σημαίνει πολιτικό συμφέρον,
κομματικό παιχνίδι, στρατηγικοί σχεδιασμοί και τακτικοί ελιγμοί.
Τρέχεις και πέφτεις στη φωτιά για να σώσεις ό,τι σώζεται. Από στοιχειώδες
καθήκον απέναντι σε όσους σε τίμησαν με την εμπιστοσύνη τους. Ακολουθώντας την
εντός σου ηθική πυξίδα, η οποία ενστικτωδώς σε κατευθύνει.
Παρακαλάς όχι
να διατηρήσεις την εξουσία σου -τι να την κάνεις πιά την εξουσία;- αλλά να σού δοθεί η
χάρη να εξιλεωθείς εμπράκτως για το κακό που -έστω και δίχως υποκειμενική σου
ευθύνη- ξέσπασε. Ο καπετάνιος, για όποιο λόγο κι
αν ναυάγησε το πλοίο, το εγκαταλείπει τελευταίος. Εάν
εννοεί δε να τιμήσει στο ακέραιο τα γαλόνια του, το ακολουθεί
στον βυθό.
Δεν ήλπιζα -μη με
θεωρήσετε τόσο ιδεαλιστή- να δω τον Αλέξη Τσίπρα και τον Πάνο Καμμένο ντυμένους πυροσβέστες να παλεύουν με τις φλόγες.
Πίστευα όμως ότι θα αντίκριζα στα πρόσωπά τους τη συντριβή. Ότι ο Υπουργός Εθνικής
Άμυνας (ναι, αυτός που έχει τέτοια ιδέα για τον
εαυτό του, ώστε προβίβασε προσφάτως την Μπουμπουλίνα στον βαθμό της
υποναυάρχου!) θα έσκυβε αιδημόνως το κεφάλι μπροστά σε έναν
συντετριμμένο πολίτη. Και όμως λογομάχησε
μαζί του. Ότι ο Πρωθυπουργός θα έσπευδε στον τόπο τού μαρτυρίου και
θα υπέμενε στωικά το "γιούχα". Και όμως, αφού ανέλαβε μια νεφελώδη
πολιτική ευθύνη, αποσύρθηκε. Για να γιορτάσει ίσως τα χθεσινά γενέθλιά του.
Άναυδος
παρακολουθούσα τον προπαγανδιστικό μηχανισμό της κυβέρνησης να αναζητά, να
επινοεί ενόχους ώστε να αποσείσει κάθε δικό της φταίξιμο. Τους αενάως
ποστάροντες στο διαδίκτυο, παρατρεχάμενους και σφουγγοκωλάριους, να
κατακεραυνώνουν τηλεοπτικούς σταθμούς. Να κατασκευάζουν fake news. Τα ανώνυμα τρολ να υβρίζουν. Να αποπατούν
μέχρι κι επί νεκρών, κατά την προσφιλή τους συνήθεια.
Τι σόι άνθρωποι είναι ετούτοι;
Η απάντηση
προκύπτει αβίαστα από το αγαπημένο μοτίβο. "Εμείς
είμαστε από διαφορετικό υλικό, από άλλο μέταλλο φτιαγμένοι". Προσωπικά δεν έχω
αμφιβολία ότι όχι απλώς το λένε αλλά και το πιστεύουν. Στο ακέραιο.
Προσπαθήστε να
μπείτε στη θέση τους. Εντάχθηκαν εξ'απαλών ονύχων σε ένα περίκλειστο κομματικό
περιβάλλον. Ιδρυματοποιήθηκαν από παιδιά. Μέσα στο κόμμα διαπλάσθηκαν με
βαρύγδουπες θεωρίες, με ηρωικές -κυρίως- αφηγήσεις περασμένων
καιρών. Εκεί κοινωνικοποιήθηκαν, ερωτεύτηκαν, σταδιοδρόμησαν. Ο έξω κόσμος τούς
ήταν ανέκαθεν από αδιάφορος έως εχθρικός. Χολώνονταν που η πλειονότητα των
ψηφοφόρων δεν αναγνώριζε την -αυταπόδεικτη δήθεν- αλήθεια της ιδεολογίας
τους και δεν τους προτιμούσε στην κάλπη. Είχαν τον μέσο, τον κανονικό Έλληνα για
ανθρωπάκι. Για υποταγμένο μικροαστό. Πώς ήταν δυνατόν να σπαταλούν οι
συμπολίτες τους τον χρόνο τους σε υποδεέστερες δραστηριότητες - να
αγοράζουν αυτοκίνητα, να πηγαίνουν εκδρομές- πώς γινόταν να τρέφουν ταπεινές ιδιωτικές
φιλοδοξίες -να προκόψουν στις δουλειές τους, να
καμαρώσουν τα παιδιά τους- και να αγνοούν το επαναστατικό
κάλεσμα;
Οι ίδιοι -θα
ρωτήσετε- δεν απολάμβαναν τις ζωές τους; Βεβαίως. Υπό αγωνιστικό
ωστόσο μανδύα. Μαζεύονταν στα σπίτια (ενίοτε και σε πολυτελή εξοχικά) και ανέλυαν κουτσοπίνοντας
τα καθήκοντα της εργατικής τάξης στην εκάστοτε συγκυρία. Έπαιζαν που και που
και καμιά πόκα για να ξαλεγράρουν. Εκτιμούσαν
την "προοδευτική" μονάχα
τέχνη. Είχαν μέχρι και τις δικές τους μόδες,
άφηναν γένια, κρατούσαν ταγάρια, φορούσαν αμπέχωνα, λες και θα έβγαιναν από μέρα σε μέρα στο βουνό.
Οι
πολιτικοκοινωνικές καραμπόλες τής τελευταίας οκταετίας τούς έδωσαν -δεν
το'χαν ποτέ ονειρευτεί- την κυβερνητική εξουσία. Το πανηγύρισαν έξαλλα και το
απολαμβάνουν κάθε μέρα σάμπως να΄χουν κερδίσει τον πρώτο αριθμό του λαχείου.
Δεν έχουν εντούτοις μεταβάλει ιδιοσυγκρασία. Νοιώθουν -όσο κι
αν προσπαθούν να το κρύβουν- ανώτεροι, άσχετοι με τον μέσο Έλληνα. Από άλλο μέταλλο φτιαγμένοι.
Το μέταλλο αυτό
όχι απλώς δεν έλιωσε μα και χαλυβδώθηκε με τη φωτιά στο Μάτι. Η αποδοκιμασία
του κόσμου -όσο πιό βουβή, τόσο πιό εύγλωττη- τούς διαόλισε. Η
καταστροφική τους ανεπάρκεια -την οποίαν ουδέποτε θα παραδεχθούν- τους έκανε ακόμα πιό
εμμονικούς. Θα γραπωθούν ακόμα πιό σφιχτά από τις καρέκλες τους, συνομιλώντας
όχι με την δεινοπαθούσα κοινωνία αλλά -κατά φαντασίαν- με την Ιστορία.
Έτρεφαν -μέχρι την περασμένη Δευτέρα- οι πιό καλόπιστοι από
εμάς την ελπίδα ότι η κυβερνώσα παράταξη θα προσχωρούσε σταδιακά στη
δημοκρατική κανονικότητα. Ότι σαν παιδικές ασθένειες θα ξεπερνούσε τη
μισαλλοδοξία, την αμετροέπεια, την αλαζονεία της. Πως θα γινόταν μετριοπαθής,
ανεκτική, ανοιχτή σε έναν έντιμο και ουσιαστικό διάλογο. Μάταια ελπίδα. Φρούδα.
Το έχουν πει οι
άνθρωποι όσο πιό καθαρά γίνεται: Ή θα τους τελειώσουμε ή θα μάς τελειώσουν. Διαλέγουμε και
παίρνουμε.
* Ο κ. Χρήστος Χωμενίδης είναι
συγγραφέας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου