Σάββατο 3 Φεβρουαρίου 2018

Θα αλωθείς ψυχή μου;



Θα αλωθείς ψυχή μου;
Ιωάννης Παναγάκος
Ήταν ένα ποίημα που είχα γράψει πριν μερικά χρόνια, επίκαιρο τότε, πολύ πιο επίκαιρο σήμερα…
ΘΑ ΑΛΩΘΕΙΣ ΨΥΧΗ ΜΟΥ;
Υπάρχουν μερικές στιγμές, καρδιά μου,
που δεν έχουν επιστροφή!
Αν τον διαβείς τον ποταμό, οι γέφυρες πίσω σπάνε·
κι όλα θα πέσουν στο νερό της άρνης.
Όλα θα πέσουν, όλα!
Κι ο σπόρος κι οι γέφυρες κι οι ελπίδες!
Κι ο ήλιος δε θα ξανασταλάξει τους αιώνες του
στα τρανά βουνά με των αχτίδων του το βλέμμα!
Έφτασε και για σένα, η στιγμή αυτή!
Αγαπημένη, αυτή είναι η στιγμή σου!
Τον αφουγκράζεσαι τον αγέρα της ιστορίας;
Τα βήματά του, όλο και πλησιάζουν·
με πάταγο, βαριά, αδυσώπητα.
Κι ίσως είναι τα τελευταία της ιστορίας σου
πατήματα, που αγκομαχώντας,
αργοχαροπαλεύουν την υπόστασή σου, αστέρι μου,
αστέρι των αιώνων· σε πλήγωσαν!
Έβαλες κι εσύ τα χέρια σου να βγάλεις τα μάτια της μνήμης σου.
Σε πλάνεψαν, σού ’δειξαν λάθος δρόμο.
Και συ ακολούθησες· με μια επίφαση απορίας να σπαρταρά
στον ευδαιμονισμό της πλάνης
που ταχυδρομούσες στις μνήμες του χρόνου.
Και να, που τώρα, η ιστορία έρχεται να παραλάβει το δέμα·
στο πιο κάτω κι απ’ το έσχατο σκαλί του αντίλαλου.
Όσο κι αν θες - αν πράγματι, θες - να κρατήσεις το καταπίστευμα,
δεν ημπορείς ν’ ακυρώσεις την εγγραφή που μοναχή σου έκανες
στων απωλειών το υποθηκοφυλακείο.
Η εκπόρθηση συντελέστηκε εν αιθρία!
Το μόνο που απομένει είναι η άλωση· και επίκειται!
Θα αλωθείς ψυχή μου;
(2010)
Ιωάννης Παναγάκος
    Δε μου ζητάνε απλώς ένα όνομα. Μου ζητάν να δώσω ένα κομμάτι απ’ την ψυχή και το αίμα μου.
    Και δε μου το ζητάν επαιτώντας ελεημοσύνη λόγω ανημποριάς.
    Μου ζητούν να δώσω τη δύναμή μου για να την στρέψουν εναντίον μου.
    Στην ουσία μου ζητούν να τους δώσω το επιχείρημα για να μπορούν να θέσουν και επίσημα σε εφαρμογή τα επεκτατικά τους σχέδια.
    Γιατί, αν τώρα που δεν έχουν τη νομιμοποίηση του ονόματος διεκδικούν ανεπίσημα ως και τη Θεσσαλονίκη, τότε ποιος ξέρει τί άλλο θα διεκδικήσουν ακόμα, αν έχουν τη νομιμοποίηση του ονόματος και δι’ αυτού των επεκτατικών τους βλέψεων και σχεδίων.
    Και σ’ αυτή την περίπτωση μπορεί αυτός που θα υπογράψει από μέρους της Ελλάδας μια τέτοια συμφωνία, συμφωνία δηλαδή που θα περιλαμβάνει το όνομα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ να θεωρηθεί από κάποιους συμμάχους ως καλός εταίρος, και από τη γειτονική χώρα ως καλός γείτονας, για την Ελλάδα, όμως, θα γραφτεί στην ιστορία με τα μελανότερα χρώματα, χρώματα Εφιάλτη.
    Γιατί, μπορεί όλος ο κόσμος να λέει τα Σκόπια Μακεδονία, εάν δεν το πει η Ελλάδα, νομιμοποίηση δεν υπάρχει.
    Γι’ αυτό κι εγώ, και επειδή πιστεύω στην ειρήνη η οποία με το όνομα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ απειλείται, και επειδή αγαπώ την πατρίδα μας, το ιερότερο πράγμα στον κόσμο, και επειδή σέβομαι τον άνθρωπο, τα εκατομμύρια των Ελλήνων που η καρδιά τους πάλλεται απ’ τους ρυθμούς της πατρίδας και δη της Μακεδονίας, καθώς και τα εκατομμύρια των μαρτύρων που έχουν θυσιαστεί γι’ αυτή την πατρίδα, και επειδή, θέλω, όταν μετά από χρόνια, θα συζητάω με τα εγγόνια μου γι’ αυτό το θέμα να μπορώ να λέω με υπερηφάνεια «ναι, ήμουν κι εγώ εκεί, εκεί που παλλόταν η καρδιά της Ελλάδας, εκεί στο συλλαλητήριο της Πλατείας Συντάγματος, εκεί που ο Πατριωτικός Παλμός των Ελλήνων απέτρεψε το αισχρό ενδεχόμενο»...
    Για όλους αυτούς του λόγους και άλλους χίλιους ακόμη, την Κυριακή στις 4 Φεβρουαρίου 2018, θα είμαι κι εγώ εκεί. Εκεί, στο Σύνταγμα που θα χτυπάει η καρδιά της Ελλάδας και του Έθνους των Ελλήνων. Για τη Μακεδονία μας. Και σας καλώ και σας φίλοι μου να με συντροφεύσετε.
    Όταν οι Πέρσες αγγελιαφόροι απαίτησαν από την Σπάρτη και την Αθήνα γη και ύδωρ, οι Σπαρτιάτες τους πέταξαν σε ένα βαθύ πηγάδι, και οι Αθηναίοι σε ένα βάραθρο, λέγοντάς τους πως θα τα βρουν εκεί.
    Όταν ο Ξέρξης, στα στενά των Θερμοπυλών ζήτησε την παράδοση των όπλων των αμυνομένων Ελλήνων η απάντηση του βασιλιά των Σπαρτιατών Λεωνίδα ήταν «Μολών λαβέ» (ελάτε να τα πάρετε).
    Όταν ο Μωάμεθ ο Β΄ το 1453 ζήτησε από τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο να εγκαταλείψει την Πόλη με διάφορα ανταλλάγματα, ο Έλληνας αυτοκράτορας απάντησε: «… Τό δέ τήν πόλιν σοι δούναι ουκ εμόν εστίν ούτ’ άλλου των κατοικούντων ενταύθα, κοινή γάρ γνώμη πάντες αυτοπροαιρέτως αποθανούμεν μή φεισόμενοι της ζωής ημών», δηλαδή, σε ελεύθερη απόδοση από τον Νίκο Καζαντζάκη: «… Δεν παραδίνουμε την Πόλη, τη ζωή μας πήραμε απόφαση να δώσουμε, απροσκύνητα για λευτεριά στο χώμα ετούτο πολεμώντας. Καλός για τ΄ ακριβό χατίρι της κι ο Χάρος».
    Όταν ο Ιμπραήμ το 1826, ζήτησε απ’ τους Μεσολογγίτες να παραδοθούν και να του παραδώσουν τα κλειδιά της πόλης, οι Ελεύθεροι Πολιορκημένοι Μεσολογγίτες απάντησαν “τα κλειδιά της πόλης του Μεσολογγιού βρίσκονται κρεμασμένα στις μπούκες των κανονιών μας. Ελάτε να τα πάρετε”.
    Όταν οι Ιταλοί ζήτησαν την παράδοση της Ελλάδας το 1940 η απάντηση του Έλληνα Πρωθυπουργού ήταν ΟΧΙ.
    Πώς, λοιπόν, τώρα εμείς, ποιός από μας δικαιούται να διαγράψει αυτή την πορεία, να αλλοιώσει αυτή την ψυχή, να προσβάλει την ιστορία, να ασεβήσει πάνω στο ποτισμένο για την Ελλάδα, με αίμα ηρώων, χώμα;
«…Την πατρίδα ουκ ελάττω παραδώσω…» (Όρκος Αρχαίων Αθηναίων).
ΤΟ ΟΧΙ ΣΟΥ ΝΑ ΠΕΙΣ
Κλαίω για σε, πικρά, πατρίδα αγαπημένη·
για τα ωραία, τα μεγάλα που περάσαν·
που τίποτα στο τώρα πια δεν απομένει
– οι φίλοι σου τα έργα σου, πώς τα ξεχάσαν –
και τώρα σε λαβύρινθο καλά κλεισμένη,
χωρίς τους μίτους σου που σου τους υφαρπάσαν,
μια ευκαιρία έχεις, μόνο, μην ξεχάσεις:
το Όχι σου να πεις, ολόρθη· δε θα χάσεις.
(2011)
Ιωάννης Παναγάκος
Ποιά ζωή αξίζει να ζεις και τί νόημα έχει, χωρίς λευτεριά και αξιοπρέπεια!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου