Πέμπτη 15 Νοεμβρίου 2018

Χριστόδουλος Χατζηπέτρος: από τον θρίαμβο στην Αράχωβα στην αρχιστρατηγία των επαναστατημένων Ελλήνων κατά τον Κριμαϊκό πόλεμο


Χριστόδουλος Χατζηπέτρος: από τον θρίαμβο στην Αράχωβα στην αρχιστρατηγία των επαναστατημένων Ελλήνων κατά τον Κριμαϊκό πόλεμο
Πρόλογος – Γένννηση, καταγωγή και η μύηση στην Φιλική εταιρεία
    Ο Χριστόδουλος Χατζηπέτρος (η Χατζηπέτρου) γεννήθηκε στις 10 Μαΐου 1799 στο Βετερνίκ (Νεραϊδοχώρι) Τρικάλων και ήταν Βλαχικής καταγωγής από τον Ασπροπόταμο. Η οικογένεια του, οι Χατζηπέτροι ήταν πρόκριτοι της περιοχής για πάνω από 200 χρόνια, προνόμιο που τους αφαιρέθηκε από τον Αλή Πασά μόλις το 1813. Ο πατέρας του Γεώργιος Χατζηπέτρος, ήταν ο πλουσιότερος γαιοκτήμονας της περιοχής με πολύ μεγάλη περιουσία, μέρος της οποίας έχασε όταν εξερράγη η επανάσταση του 1821. Η οικογένεια του Χριστόδουλου αποφάσισε να τον μορφώσει ώστε να ασχοληθεί με το εμπόριο, έτσι τον έστειλε σε Ελληνικό σχολείο στις Σέρρες. Ο Χατζηπέτρος όμως είχε άλλες προτεραιότητες στην ζωή του. Διέκοψε τις σπουδές του στις Σέρρες και ταξίδεψε στην Βιέννη το 1814, όπου παρά το νεαρό της ηλικίας του, κατάφερε να συναντήσει τον Ναπολέοντα Βοναπάρτη, από τον οποίο ζήτησε να απελευθερώσει τους Έλληνες από τον Τουρκικό ζυγό, χωρίς φυσικά αποτέλεσμα.
    Αμέσως μετά, το 1817 ο Χατζηπέτρος επέστρεψε στην Ελλάδα όπου διορίστηκε γραμματέας του Αλή πασά. Δύο χρόνια αργότερα μυήθηκε στην Φιλική εταιρεία, ασπαζόμενος τον μεγάλο σκοπό της Ελληνικής Εθνικής επανάστασης. Ο Χατζηπέτρος με την σειρά του μύησε στην Φιλική εταιρεία τους σημαντικότερους κλέφτες και αρματολούς της περιοχής του, όπως τον Γρηγόρη Λιακατά, τον Νικόλαο Στουρνάρη και τον Σταμούλη Γάτσιο. Όταν η Πύλη αποκήρυξε τον Αλή πασά, οι Χατζηπέτροι αυτομόλησαν βοηθώντας τα σουλτανικά στρατεύματα, προμηθεύοντας τους πολεμοφόδια. Όταν όμως ξεκίνησε η Ελληνική επανάσταση στις 25 Μαρτίου 1821, ο Χριστόδουλος Χατζηπέτρος προσχώρησε αμέσως στην εξέγερση, εξοπλίζοντας με δικά του έξοδα ένα σώμα οπλοφόρων από την περιοχή του. Με τους οπλοφόρους του επί δύο χρόνια παρενοχλούσε συνεχώς τα τουρκικά αποσπάσματα που κατέρχονταν προς την Στερεά και την Πελοπόννησο που ήταν και οι κύριες εστίες της εξέγερσης. Επειδή όμως η περιοχή του βρισκόταν σε σημείο όπου υπήρχαν ισχυρές Τουρκικές δυνάμεις, το 1824 ο Χατζηπέτρος αποφάσισε να μεταβεί με τις δυνάμεις του στην Πελοπόννησο, όπου τέθηκε υπό τις διαταγές της κυβέρνησης Κουντουριώτη.
Η δράση του κατά τον Αγώνα της ανεξαρτησίας
    Αφού πολέμησε εναντίον του Ιμπραήμ στην Πελοπόνησο σε διάφορες αψιμαχίες, η  κυβέρνηση απέστειλε τον Χατζηπέτρο ως ενίσχυση στο δοκιμαζόμενο Μεσολόγγι, όπου ορίστηκε φρούραρχος στο κρίσιμο νησάκι της Κλείσοβας. Όταν έγινε η μαζική επίθεση των Τουρκοαιγυπτίων κατά της νησίδας, ο Χατζηπέτρος είχε αντικατασταθεί λόγω ασθένειας από τον Τζαβέλα, ο οποίος έγραψε μια από τις ηρωικότερες σελίδες της Ελληνικής ημών επανάστασης. Το σώμα του Χατζηπέτρου με τον ίδιο επικεφαλής, έλαβε μέρος στην ηρωική έξοδο του Μεσολογγίου, όπου από 400 άνδρες επέζησαν μόνο 92 με τον αρχηγό τους. Μετά την καταστροφή αυτή ο Χατζηπέτρος και οι εναπομείναντες στρατιώτες του κατευθύνθηκαν στο Ναύπλιο, όπου ανέλαβαν δυνάμεις, αλλά και μυήθηκαν σε μυστική εταιρεία, όπου μέλη της ήταν Σουλιώτες, Θεσσαλοί και Ηπειρώτες αγωνιστές με σκοπό να αλληλοβοηθηθούν, καθώς όλοι τους θεωρούνταν ετερόχθονες από τους ντόπιους σε μια εποχή ισχυρών τοπικισμών.
    Σε αυτή την μυστική εταιρεία μυήθηκε εσκεμμένα και ο Καραϊσκάκης και μετά από λίγο καιρό, έπεισε τα μέλη της, τους «Παλαμιδιώτες» όπως τους έλεγε, να τον ακολουθήσουν στην παράτολμη εκστρατεία του στην Δυτική Στερεά Ελλάδα. Ο Χατζηπέτρος εκστράτευσε με το σώμα του υπό τις διαταγές του Καραΐσκάκη και διακρίθηκε ιδιαίτερα στην μάχη της Αράχωβας και αποτέλεσε βασικό συντελεστή στην επιτυχία της εκστρατείας του, μέχρι το Φάληρο. Προσπάθησε να προστατεύσει τον Καραΐσκάκη στην τραγική εκείνη νύχτα όπου ο Έλληνας στρατηγός τραυματίστηκε και πέθανε. Ο Χατζηπέτρος σώθηκε ως εκ θαύματος μετά τη Ελληνική καταστροφή στην θέση Αναλάτο. Μαζί με τους υπόλοιπους οπλαρχηγούς επέστρεψε στο Ναύπλιο, όπου βρισκόταν σε εξέλιξη εμφύλιος μεταξύ του σουλιώτη Φωτομάρα που εκπροσωπούσε την κυβέρνηση και του Θεόδωρου Γρίβα, για την κατοχή του Παλαμιδίου. Η διένεξη αυτή οδήγησε σε οδομαχίες μέσα στην πόλη, με τον Χατζηπέτρο να ενισχύει τον Φωτομάρα και την νομιμότητα. Μετά την έλευση του Καποδίστρια ο Χατζηπέτρος αναγνωρίστηκε για τις υπηρεσίες του και του ανατέθηκε η ηγεσία της β΄ χιλιαρχίας των καποδιστριακών στρατευμάτων.
    Ως στρατηγός πρόσφερε τις υπηρεσίες του στην σημαντική μάχη της Πέτρας στην Βοιωτία, την τελευταία μάχη της επανάστασης, όπου τα Ελληνικά στρατεύματα συνέτριψαν τους Τούρκους , επικυρώνοντας την Ελληνική ανεξαρτησία. Μετά την έλευση του Όθωνα στην Ελλάδα διορίστηκε αρχηγός της φάλαγγας με υπηρεσία στις Κυκλάδες και στην Ανατολική Στερεά, υπηρεσία που εκτέλεσε κατά γενική ομολογία με άψογο τρόπο, κερδίζοντας την εκτίμηση των οπλιτών του αλλά και των πολιτών. Πολύ σύντομα έγινε στρατηγός και προσωπικός υπασπιστής του Όθωνα, απολαμβάνοντας σημαντικό γόητρο στην Αθηναϊκή κοινωνία της εποχής, για την ειλικρίνεια και την ευθύτητα του. Η μεγάλη στιγμή όμως του Χατζηπέτρου επήλθε το 1854 με τον Κριμαϊκό πόλεμο και την Ελληνική εμπλοκή.
Ο Κριμαϊκός πόλεμος και η αρχιστρατηγία των Ελληνικών επαναστατικών δυνάμεων στην Θεσσαλία
    Η ρωσοτουρκική διένεξη με αφορμή την κυριότητα του Πανάγιου Τάφου των Ιεροσολύμων, αποτέλεσε την αφορμή που οδήγησε σε ολοκληρωτικό πόλεμο. Ο πόλεμος αυτός που είχε και θρησκευτικά χαρακτηριστικά, συγκίνησε την Ελληνική κοινή γνώμη αλλά κατ΄εξοχήν τον Όθωνα και την Αμαλία. Σημαντικό τμήμα του Ελληνισμού πίστεψε πως η συγκυρία ευνοούσε για την πραγμάτωση της «Μεγάλης Ιδέας», που εκείνη την εποχή αποτελούσε ανομολόγητος μυσταγωγικός πόθος για όλους τους Έλληνες.
    Αμέσως ο Όθων με την βοήθεια αυλικών του, αξιωματικών και μελών της κυβέρνησης Κριεζή, διεξήγαγε μυστικούς εράνους μεταξύ των ευπορότερων Ελλήνων εμπόρων και συγκέντρωνε πολεμοφόδια για τον εξοπλισμό ενόπλων σωμάτων, που θα εισχωρούσαν στις Τουρκοκρατούμενες Ήπειρο και Θεσσαλία. Πρώτη επαρχία που εξεγέρθηκε ήταν η Ήπειρος, με αρχηγούς τον Σπυρίδωνα Καραΐσκάκη και τον Θεόδωρο Γρίβα που εισέβαλαν στην περιοχή με 2.000 άνδρες. Ακολούθησαν πολλές μικρές μάχες στην περιοχή με αμφίρροπα αποτελέσματα και χωρίς οι εξεγερμένοι να αποκτήσουν ένα ξεκάθαρο πλεονέκτημα, λόγω των εσωτερικών αντιθέσεων μεταξύ των κυριοτέρων αρχηγών τους. Ακολούθησε η εξέγερση στην Θεσσαλία που ήταν και η σημαντικότερη, καθώς συγκέντρωσε τα περισσότερα ένοπλα τμήματα από το Ελληνικό βασίλειο.   Ο Όθων όρισε μυστικά επικεφαλής των Ελλήνων στην Θεσσαλία τον υπασπιστή του Χριστόδουλο Χατζηπέτρο, ο οποίος παραιτήθηκε από τις τάξεις του Ελληνικού στρατού, ώστε να μην δημιουργήσει πρόβλημα στην Ελληνική κυβέρνηση που παρέμενε φαινομενικά ουδέτερη.
    Ήδη από τον Ιανουάριο είχαν συγκεντρωθεί ομάδες ατάκτων στην Λαμία που απαρτίζονταν κυρίως από ληστές που είχαν αμνηστευθεί από την Ελληνική κυβέρνηση και είχαν πρόθυμα ενστερνιστεί τον αγώνα κατά των Τούρκων. Οι σημαντικότεροι οπλαρχηγοί τους, ήταν οι Καταραχιάς, Φαρμάκης, Παπακώστας Τζαμάλας, και Καραούλης. Τον Φεβρουάριο του 1854 οι άτακτες αυτές ομάδες διήλθαν την ελληνοτουρκική μεθόριο και σε συνεννόηση με τους ντόπιους ξεκίνησαν να παρενοχλούν τα τουρκικά αποσπάσματα με μικρά όμως αποτελέσματα. Ο αγώνας εντάθηκε όταν ο Χατζηπέτρος με το απόσπασμα του πέρασε την ελληνοτουρκική μεθόριο την 1η Μαρτίου 1854 και αναγνωρίστηκε ομόφωνα από όλους τους οπλαρχηγούς ως γενικός αρχηγός. Ακολούθησε η πρώτη σημαντική Ελληνική νίκη στα Μεγάλα Καλύβια Τρικάλων (8 Απριλίου) και η πολιορκία του φρουρίου του Δομοκού που όμως δεν είχε αίσιο αποτέλεσμα. Εν τω μεταξύ ο στρατηγός Χατζηπέτρος συγκέντρωνε τις υπόλοιπες δυνάμεις των επαναστατών (800 στρατιώτες) στην περιοχή της Καλαμπάκας. Στις 30 Απριλίου εκστράτευσε εναντίον του από τα Τρίκαλα ο Σελήμ πασάς με 3000 στρατιώτες και στρατοπέδευσε ακριβώς απέναντι από τους Έλληνες.
    Ο Χατζηπέτρος έδρασε μεθοδικά περικυκλώνοντας τον αντίπαλο του και αποκόπτοντας τον στρατό του από κάθε ανεφοδιασμό, τακτική που παρέπεμπε στον δάσκαλο του στα στρατιωτικά Γεώργιο Καραισκάκη.  Σύντομα ο Σελήμ βρέθηκε σε δύσκολη θέση και αποφάσισε να επιτεθεί κατά μέτωπο εναντίον του καλά οχυρωμένου αντιπάλου του. Ήδη όμως ο Χατζηπέτρος είχε λάβει ισχυρές επικουρίες από τις άλλες δύο επαρχίες και η δύναμη του είχε φτάσει επίσης τους 3.000 στρατιώτες, ενώ βρίσκονταν μαζί του και οι σημαντικότεροι Έλληνες οπλαρχηγοί (Δυοβουνιώτης, Χουρμούζης, Λεωτσάκος, Καλαμάρας, Γιουρούκος κτλ). Ακολούθησαν μια σειρά από μάχες το πρώτο δεκαήμερο του Μαΐου με κορυφαία αυτή της 10ης Μαΐου κατά την οποία οι Τούρκοι είχαν πάνω από 1500 νεκρούς και τραυματίες. Οι δυνάμεις του Σελήμ τράπηκαν σε άτακτη φυγή προς τα Τρίκαλα και οι επαναστάτες του Χατζηπέτρου είχαν γίνει κύριοι της Θεσσαλικής πεδιάδας, με λάφυρα 5 κανόνια, 500 ντουφέκια και 200 αιχμαλώτους. Η νίκη του Χατζηπέτρου και των Ελληνικών όπλων ήταν πολύ σημαντική, είχε διεθνή αντίκτυπο και εορτάστηκε με δοξολογία στην Καλαμπάκα. Η αισιοδοξία είχε καταλάβει τους Έλληνες που οραματίζονταν την ανασύσταση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.
    Οι διεθνείς εξελίξεις ματαίωσαν τα Ελληνικά όνειρα, καθώς οι μεγάλες Ευρωπαϊκές δυνάμεις συντάχθηκαν με την Οθωμανική Αυτοκρατορία για να εμποδίσουν την Ρωσική έξοδο στο Αιγαίο. Ακολούθησε στις 13 Μαΐου 1854 η επέμβαση των συμμαχικών στόλων Αγγλίας και Γαλλίας που απέκλεισαν στον Πειραιά, ο εξαναγκασμός του Όθωνα να εγκαταλείψει την υπόθαλψη των εξεγερμένων και το περίφημο «υπουργείο κατοχής» υπό τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο. Οι επαναστάτες αφέθηκαν στην τύχη τους, χωρίς την παραμικρή βοήθεια και ανεφοδιασμό. Σύγχυση επικράτησε καθώς οι πρόξενοι των μεγάλων δυνάμεων επισκέπτονταν τα στρατόπεδα των Ελλήνων ζητώντας τους να επιστρέψουν στην Ελλάδα και να αποδεχθούν την Οθωμανική εξουσία. Ο Σελήμ στο μέτωπο της Θεσσαλίας απέστειλε στον Χατζηπέτρο προτάσεις για ειρήνευση, ζητώντας του να ελευθερώσει τους αιχμαλώτους του, να εκκενώσει την περιοχή που κατείχε, αφού η επέμβαση των Μεγάλων δυνάμεων στην Αθήνα είχε καταδικάσει σε σίγουρη αποτυχία κάθε πιθανή Ελληνική προσπάθεια.
    Ο Χατζηπέτρος όχι μόνο αρνήθηκε να αποχωρήσει, αλλά με γενναιότητα επέδωσε και τελεσίγραφο στους Τούρκους να του αποδοθεί εντός 48 ωρών τα Τρίκαλα. Οι Τούρκοι απάντησαν αποστέλλοντας 8.000 άνδρες υπό τους Αβδή Πασά, Σελήμ Πασά, Ισμαήλ Φράσαρη και τον Αλβανό Τσέλιο Πίτσαρη. Ο Χατζηπέτρος δεν δείλιασε μπροστά στην αριθμητική υπεροχή του εχθρού, ούτε πτοήθηκε από την εγκατάλειψη του από την Ελληνική κυβέρνηση και την κατάληψη του Πειραιά από τους Γάλλους. Στην ημερήσια διαταγή του πριν την μάχη έλεγε:
    «Τα οστά των πατέρων μας και ο στενάζων λαός ζητούν εκδίκησιν…Αφού η Ελλάς κατεδικάσθη δια ξένης λόγχης εις ουδετερότητα, ημείς θέλομεν εξακολουθήσει τον πόλεμον και άνευ συνδρομής των Αθηνών επικαλούμενοι την δύναμιν του Υψίστου».
    Οργάνωσε τα τμήματα του αμυντικά για να αντιμετωπίσει τους επερχόμενους Τούρκους και σύναψε την φονικότερη μάχη της Ελληνικής εξέγερσης στις 6 Ιουνίου 1854. Σε αυτή, οι Τούρκοι είχαν πάνω από 1.000 νεκρούς, αλλά η αμυντική θέση των Ελλήνων είχε γίνει απελπιστική λόγω της έλλειψης εφοδίων. Την ίδια μέρα ο Χατζηπέτρος έδωσε το σύνθημα της υποχώρησης, που σήμανε και το τέλος της εξέγερσης στην Θεσσαλία. Ο Χατζηπέτρος μετά την υποχώρηση στα Ελληνικά εδάφη κατευθύνθηκε στην Υπάτη και από εκεί στην Λιβαδειά όπου στις 29 Ιουνίου ο λαός αυθόρμητα τον υποδέχθηκε ως ήρωα. Αμέσως μετά ο Χατζηπέτρος πρωταγωνίστησε στο τεράστιο κοινωνικό σκάνδαλο με την Αγγλίδα κοντέσα Θεοτόκη, περίφημη για την ομορφιά της εκείνη την εποχή. Το σκάνδαλο έλαβε τέτοιες διαστάσεις που ο Χατζηπέτρος έπεσε στην (προσωρινή) δυσμένεια του αυστηρού Όθωνα.
Η πτώση του Όθωνα – υπασπιστής του Γεωργίου Α΄ και ο θάνατος του
    Λίγα χρόνια μετά που οργανώθηκε η ισχυρή αντιπολίτευση κατά του Όθωνα, ο Χατζηπέτρος τήρησε ουδέτερη στάση. Κατά τη Ναυπλιακή εξέγερση στήριξε τον Όθωνα, ενώ κατηγόρησε τους πολιτικούς του αντιπάλους που επεδίωξαν την εκθρόνιση του για λόγους προσωπικού συμφέροντος. Μετά από την έξωση του Όθωνα από την Ελλάδα, συνόδευσε τον έκπτωτο μονάρχη στην Βαυαρία, ενώ φαίνεται να συμμετείχε σε συνωμοτική κίνηση που απέβλεπε στην εκλογή του Λουδοβίκου ως βασιλιά της Ελλάδας. Μετά την ενθρόνιση του Γεωργίου, αναγνωρίστηκαν οι υπηρεσίες του και ονομάστηκε επίτιμος υπασπιστής του νέου Βασιλιά. Η πλέον συγκινητική στιγμή στον βίο του Χατζηπέτρου ήταν όταν συνοδεύοντας τον Βασιλιά Γεώργιο σε ταξίδι στο εξωτερικό υπέρ του ζητήματος της Κρήτης, βρέθηκε ενώπιον του Ναπολέντος του Γ΄, ο οποίος τον ρώτησε την ηλικία του. Ο Χατζηπέτρος του απάντησε πως
«δεκαεπταετής είχα σταθεί μπροστά στον μεγάλο Ναπολέοντα ζητώντας ελευθερία για την πατρίδα μου. Τώρα πολλά χρόνια μετά, στέκομαι ενώπιον ενός άλλου Ναπολέοντα ζητώντας ελευθερία για την Κρήτη. Μην αγνοήσετε την δέηση ενός καταπιεζόμενου λαού, χάριν κατακτητικών δικαιωμάτων. Η Θεία Πρόνοια αμείβει την προστασία των λαών με Δόξα και Αθανασία».
    Ο Ναπολέων θαύμασε το ήθος και την αγαθότητα του ανδρός και αναφώνησε: «Ζήτω η Κρήτη! Ζήτω η Ελλαδα!», χωρίς βέβαια να προκύψει κάποιο πρακτικό αποτέλεσμα για τον Ελληνικό σκοπό.
    Ο Χατζηπέτρος πέθανε από αποπληξία στις 29 Οκτωβρίου 1869 στην ηλικία των 75 ετών. Η είδηση του θανάτου του προκάλεσε πανελλήνια συγκίνηση, η κηδεία του υπήρξε πάνδημος ενώ τον επιτάφιο λόγο εκφώνησε ο Τιμολέων Φιλήμων. Ο γιος του Ευθύμιος Χατζηπέτρος υπηρέτησε επίσης τον Ελληνικό στρατό και έφτασε ως τον βαθμό του Ταγματάρχη.
Γενική αποτίμηση του Χριστόδουλου Χατζηπέτρου
    Ο Χατζηπέτρος υπήρξε μια ιδιαίτερη περίπτωση Έλληνα οπλαρχηγού καθώς δεν προήλθε από τις τάξεις των κλεφτών, αλλά από μια εύπορη οικογένεια προκρίτων εκτός Πελοπονήσου και Στερεάς Ελλάδας. Επέδειξε γενναιότητα και εγκαρτέρηση στις πολεμικές κακουχίες, πάντοτε υποστήριξε την νομιμότητα και ποτέ δεν πήρε μέρος σε εξεγέρσεις και στάσεις. Απολάμβανε μεγάλου κύρους και αναγνώρισης από όλες τις πολλιτικές παρατάξεις και φατρίες για την ακεραιότητα του και την αφιλοκερδία του, ενώ είχε κερδίσει τον σεβασμό όλων των σημαντικών οπλαρχηγών της εποχής του, που κατά κανόνα υποτιμούσαν τους προκρίτους για τις πολεμικές τους επιδόσεις. Αναμφίβολα η μεγαλύτερη στιγμή του Χατζηπέτρου υπήρξε η αρχηγεία στον Κριμαϊκό πόλεμο και οι δύο μεγάλες νίκες που πέτυχε εναντίον πολύ ισχυρότερου και οργανωμένου στρατού από τα άτακτα στίφη που διοικούσε.
    Επίσης σημαντικό ήταν το γεγονός ότι το σώμα στρατιωτών που διοικούσε το συντηρούσε με δικές του οικονομικές θυσίες που ανήλθαν με μέτριους υπολογισμούς σε περισσότερο από 1 εκατομμύριο γρόσια, ποσό αστρονομικό για την εποχή. Μαθήτευσε δίπλα στον Καραΐσκάκη από τον οποίο διδάχτηκε την αυτοσχέδια στρατηγική, την προσωπική γενναιότητα, την ευθύτητα αλλά και την….αθυροστομία. Ο Χριστόδουλος Χατζηπέτρος ανήκει αυτοδικαίως στο πάνθεον των ηρώων της επανάστασης του 1821.
Πηγές
Συλλογικό έργο, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμος ΙΓ΄
Διονυσίου Κόκκινου, Η επανάσταση του 1821, εκδόσεις Μέλισσα
Γούδας Αν, Βίοι παράλληλοι, τόμος 8

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου