Τρίτη 20 Ιανουαρίου 2015

1.ΠΑΜΕ ΝΑ ΓΙΝΟΥΜΕ ΒΕΝΕΖΟΥΕΛΑ;



1.ΠΑΜΕ ΝΑ ΓΙΝΟΥΜΕ ΒΕΝΕΖΟΥΕΛΑ;
Του ΗΛΙΑ ΗΛΙΟΠΟΥΛΟΥ Συνεργάτου Ομογενειακών ΜΜΕ
    Κάποιοι, εδώ στην Ελλάδα μας, φοβούνται μήπως γίνουμε Βενεζουέλα μετά τις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου 2015.  Μην κακοφαίνεται στους φίλους μας Βενεζουελιάνους, γιατί κι εμείς πριν τρία χρόνια ακούγαμε Ευρωπαίους να λένε για τη χώρα τους «να μη γίνουμε Ελλάδα».
    Ένας παρόμοιος άκρως απόρρητος τρεμάμενος φόβος διακρινόταν νεφελωδώς αιωρούμενος σαν αρπακτικός ιέραξ σε ύψιστο πολιτικό παρασκήνιο το 1966. Ότι θα γινόμασταν Κούβα. Θα χαιρόμουν διπλά εάν ζούσαν κάποιοι συνάδελφοι συνομήλικοί μου. Για να απολαμβάνουν τη ζωή και να με επιβεβαιώσουν. 
    Από το 1959 ήμουν συντάκτης στην Εφημερίδα «Έθνος». Στα Καλλιτεχνικά αλλά …τρύπωνα και στα πολιτικά παρασκήνια, μάλιστα πολύ βαθιά. Και άκουγα πολλά από όσα δεν ακούστηκαν ποτέ στην Κοινή Γνώμη. Το 1966  φοβόντουσαν ότι κατευθυνόμενα …συγκεκριμένα, η Ελλάδα θα γίνει η Κούβα της Ευρώπης.  Όχι σοβιετοποίηση όπως διεδίδετο στις μάζες και πράγματι ήθελαν σοβιετοποίηση κάποιοι από την Ελλάδα υπό τη καθοδήγησιν παλιών κομμουνιστών. Μα έλα που δεν μας ήθελε η Σοβιετική Ένωση!
    Πάντα είχα αυτή την απορία. Γιατί αυτή η αντίφαση; Μου το εξήγησε πολλά χρόνια αργότερα ένας Ρώσος υψηλόβαθμος αξιωματικός και αξιωματούχος. Δεν είναι ώρα για λεπτομέρειες. Και προκειμένου να μην συμβεί το «ατύχημα», και πάμε κατά Σοβιετία, σαν αυτό που λένε σήμερα και φύγουμε από την Ευρωπαϊκή Ένωση, για να αποτρέψει να σοβιετοποιηθούμε, το διέρρευσε το μυστικό απροσχημάτιστα, πανηγυρικά, με δημοσίευση δια του υπευθύνου των εκτός σοβιετικής Ενώσεως κομμουνιστικών κομμάτων του Πανομαριώφ. Για να αντιδράσουν οι αντικομμουνιστές αξιωματικοί, ο Στρατός μας.
     Αείμνηστος τώρα ο Πανομαριώφ, όπως μου λέει ο φίλος μου ο Κώστας Μαυρόπουλος, άλλοτε στα πρώτα νούμερα της σοβιετικής προπαγάνδας. Σήμερα δημοσιογράφος εν Ελλάδι, μεταφραστής ρωσικών κειμένων υψίστης σημασίας, και αξιωματούχος σε προσφορά στην Ελλάδα. «Ανανήψας» και επαναπατρισθείς από το 1976 νομίζω.
    Αυτή ήταν η απολύτως πολύτιμη πληροφορία για την αιτία και δικαιολογία της κίνησης των συνταγματαρχών. Δηλαδή επέμβαση του Στρατού μας για να μη σοβιετοποιηθούμε με τη βασική βοήθεια της σοβιετικής Ενώσεως. Ούτε και η πλέον νοσηρή φαντασία! Γι’ αυτό ακόμη διερωτώνται οι επιζώντες «γνώστες» στην τέως  Σοβιετική Ένωση, «γιατί οι εμφανιζόμενοι ως ενάντιοι της χούντας στην Ελλάδα διαδηλώνουν κατά της αμερικανικής πρεσβείας! Η οποία ουδεμίαν ανάμιξιν, ίσως και σχετική γνώσιν είχε.
    Για όσους δεν θυμούνται τους παραπέμπω στην τελευταία προεκλογική ομιλία στο Σύνταγμα, του τότε πρωθυπουργού Γεωργίου Ράλλη, Παρασκευή 16 Οκτωβρίου 1981 ώρα 21.35΄που εντελώς άσχετα με την ομιλία του είπε της εξής φράσιν: « Και θέλω να σας διαβεβαιώσω ότι η Αμερική ουδεμίαν ανάμιξιν είχεν εις την κίνησιν των  συνταγματαρχών της 21ης Απριλίου 1967».
    Πολλές φορές ήθελα να τον ρωτήσω γιατί το είπε αυτό. Αλλά πάντοτε στην κουβέντα μου διέφευγε να κάνω την ερώτηση.  Η Αμερική φέρεται ότι «εξέθρεψε τη χούντα». Όμως όπως ξέρετε αυθημερόν εστράφη εμπράκτως κατά των συνταγματαρχών. Μη αναγνωρίζοντάς τους ως νομίμους, επιβάλλοντας εμπάργκο κ. λ. π.  Ενώ  αυθημερόν η Σοβιετική Ένωση ανεγνώρισε τους συνταγματάρχες ως νέο νόμιμο καθεστώς. Είχε άμεση στενή συνεργασία και στο πολιτικό επίπεδο όλη την επταετία. Το κυριότερο τους ανέπτυξε με την αγαστή, αρμονική φανερή τακτική οικονομική «σκανδαλώδη» συνεργασία. Όλα τα αγροτικά μας προϊόντα απερροφώντο στη Ρωσία με καλές τιμές, με ανταλλαγές όπως και τις άλλες κομμουνιστικές χώρες.
    Και η Ανατολική Γερμανία συνέβαλε τα μέγιστα στον εξηλεκτρισμό και τα έργα υποδομής σε όλη την Ελλάδα. Τόσο ανοιχτά, που τον Ιούλιο του 1968 ο Κώστας Μανιαδάκης, ενώπιον του διευθυντή του πολιτικού γραφείου του τότε υπουργού εξωτερικών (Καραμανλικού) Παναγιώτη Πιπινέλληπου ευφυώς είχε κρατήσει στην κυβέρνηση ο Παπαδόπουλος - μου είπε εμφαντικά:  « Είμαστε εκ Κορινθίας και πρέπει να σου ειπώ  ότι τα πάει άριστα οικονομικά ο Παπαδόπουλος, αλλά αυτός δεν είναι σοσιαλιστής, αυτός είναι κομμουνιστής, μαθαίνω σκέπτεται να επιτρέψει, να ανοίξει και την αλληλογραφία με την Αλβανία – (και πράγματι το έκανε το 1971), Τον πετάξανε από το Συμβούλιο της Ευρώπης και έχει κάμει την Ελλάδα οικονομικό σοβιετικό προτεκτοράτο, είναι έξυπνος και πονηρός». 
    Έτσι έφτασε δια του δημοσιεύματος Πανομαριώφ  η πληροφορία στην ΚΥΠ ότι επίκειται σοβιετοποίηση. Πρωταγωνιστές επεξεργασίας της πληροφορίας, ολονυχτίς ξημερώματα πρωτοχρονιάς 1967, ο Νικόλαος Μακαρέζος (αντικατασκοπίας και όχι κατασκοπίας). Ακολούθως ο Αρχηγός ΓΕΣ Γρηγόρης Σπαντιδάκης, ο Αρχηγός της ΚΥΠ Κυριάκος Παπακυριακόπουλος νομίζω, (που πήγε στον Βασιλιά) Βασιλιάς Κωνσταντίνος, Ηλίας Τσιριμώκος  έφευγε για μια εγχείρηση στο  Λονδίνο ( υπήρξε πρωθυπουργός του Βουνού) κ.λ.π… κ.λ.π. ……………..Ηλίας Ηλιού
    Αυτό δεν το ήθελε ούτε ο μακαρίτης Ηλίας Ηλιού, πρόεδρος της Ε.Δ.Α. (Ενιαία Δημοκρατική Αριστερά όπου στεγαζόταν και το παράνομο τότε ΚΚΕ).  «Εγώ εκπροσωπώ και τους κομμουνιστές, τρέμω όμως στην ιδέα ότι η Ελλάδα μπορεί να γίνει κομμουνιστική χώρα» ήταν η φράση του.
    Τον Ηλία Ηλιού εγνώριζα από το 1961. Συνέτρωγε συχνά τα μεσημέρια, με τον Κώστα Μανιαδάκη. Εκεί στην οδό Νοταρά, πίσω από το Μουσείο, όπου ήταν το σπίτι του «ιδεολογικού εχθρού του». Ήσαν φίλοι. Βουλευτής της ΕΡΕ του Κωνσταντίνου Καραμανλή στο Νομό Κορινθίας και υπουργός Ασφαλείας του Μεταξά ο «κομμουνιστοφάγος» Μανιαδάκης
    Όχι δεν έδινε να πίνουν  ρετσινόλαδο, ούτε έβαζε να καθίσουν σε κολώνες πάγου τους κομμουνιστές το 1938. Όπως ακόμη εσφαλμένα φημολογείται. Αυτό διευκρινίστηκε, ξεκαθαρίστηκε, διαψεύστηκε και από τους κομμουνιστές, όπως προέκυψε, στη Βουλή το 1964. Το είχε πει ένας ως υπερβολή, ο Μανιαδάκης έκανε την σκέψη, «άστους να το αναπαράγουν να φοβούνται». Του έμεινε όμως η ρετσινιά, το κουσούρι, η φήμη. Η φήμη, μεγάλη δύναμη! Άλλοι δια της φήμης έγιναν μεγάλοι και τρανοί ότι έκαναν κάτι που δεν έκαναν ποτέ. Στη Σχολή Δημοσιογραφίας, στο Δίκαιον περί Τύπου μας έλεγαν,  ότι εάν γράψεις ως πηγή σου ότι «φημολογείται», όσο ψέμα και αν είναι δεν διώκεσαι.
    Ο Μανιαδάκης μου είπε μια νύχτα στη Βουλή  «τους παρεκάλεσα πριν πεθάνω να απαλειφθεί αυτό το ψεύδος, να λεχθεί η αλήθεια και με δικαίωσαν». Με καλούσε ο Μανιαδάκης, (ήμουνα εκ Κορινθίας βλέπετε) «έλα να φάμε μαζί, να ακούσεις τον Ηλιού να ανοίξει το μυαλό σου, τί Κορίνθιος είσαι»!
    Τελευταία προσωπική συνέντευξή μου με τον Ηλιού, Οκτώβριος 1980. Σε μια σειρά με τους εννέα τότε αρχηγούς κομμάτων με ίδιες, έντεκα κοινές ερωτήσεις, στην ημερήσια Εφημερίδα ΠΡΩΪΝΗ της Νέας Υόρκης.  
    Πάμε πάλι στο 1966-67. Αρκετούς μήνες πριν της 21ην Απριλίου 1967, είχε αρχίσει ευρέως στα πολιτικά παρασκήνια να γίνεται αποδεκτό ως επερχόμενο γεγονός μια δικτατορία. «Αφού φτάσαμε στο σημείο να μην μπορούμε να κυβερνήσουμε μια δικτατορία θα μας σώσει». Φράση που μας ψιθύριζε ο τότε πρωθυπουργός Στέφανος Στεφανόπουλος (μέχρι Οκτωβρίου 1966 και μετά Παναγιώτης Κανελλόπουλος μέχρι 21-4-67). Έχοντας «εμπιστευτική και αξιόπιστη» επαφή με πολλούς της τότε πολιτικής ζωής, (1966-67) είχα καταλάβει ότι όλοι ήθελαν να απαλλαγούν από την αδυναμία τους να κυβερνήσουν. Όπως ευθαρσώς το έλεγε ο Στέφανος Στεφανόπουλος και κάποιοι άλλοι ότι την θέλει και ο λαός.
    Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, νομίζω το 2010, επιβεβαίωσε από Τηλεοράσεως « είναι αλήθεια ότι η επέμβαση των συνταγματαρχών έδωσε μια ανακούφιση στον ελληνικό λαό». Εγώ, ως δημοσιογράφος, εκείνο που άργησα πολύ να καταλάβω ήταν, το γιατί αντετάχθησαν τόσο λυσσαλέα πολιτικοί αλλά και δημοσιογραφικά συγκροτήματα, όταν ώρα 02.30΄, ξημερώματα 21 Απριλίου 1967 στην πλατεία Συντάγματος όλοι χειροκροτούσαν τα τανκς που κατέβαιναν, όταν έγινε το «ανεμένετο και εγένετο» όπως είπε θυμοσοφών ώρα 05.40΄ ο γέρος της Δημοκρατίας Γεώργιος Παπανδρέου. Και «δεν ήσαν αυτοί που περιμέναμε» του Γεωργίου Ράλλη λίγο αργότερα στις 07.30΄. Και κάτι παρόμοια. Με τον καιρό κατάλαβα ότι ήθελαν μια δικτατορία στα μέτρα του ο καθένας. Και ξαφνικά «φιγουράρισαν» ονόματα άγνωστα σε αυτούς: Παπαδόπουλος, Μακαρέζος, Παττακός. Και πίσω τους ένας συρμός 2.500 αξιωματικοί. 
    Συνομιλούσα στο διάστημα της επταετίας με πολλούς παλιούς πολιτικούς, που ερχόντουσαν στο γραφείο μου. Λέγανε τα παλιά τους και τα "νέα" τους. Έβλεπα και τους συνταγματάρχες στα δικά τους γραφεία. Τους διεμήνυα μάλιστα ότι «δεν σας θέλουν», στον κόσμο τον καλλιτεχνικό τουλάχιστον.  Μου αντέτειναν «γιατί αφού ορισμένων τα…νυχτωκάματά τους από 1.000 δρχ. τη βραδιά έφτασαν τις 30.000 δρχ.».
    Με την επιβολή του Στρατιωτικού καθεστώτος της 21ης Απριλίου 1967, μόνον ο πρωθυπουργός ήταν γνωστό όνομα. Άσχετος βέβαια με τους αξιωματικούς, ήταν ο πρόεδρος του Αρείου Πάγου Κωνσταντίνος Κόλιας. Με τον οποίο, γνωστός μου και λόγω κοινής καταγωγής, είχα μια οκτάωρη συνάντηση την προπαραμονή της 21ης Απριλίου, δηλαδή 30 ώρες πριν γίνει πρωθυπουργός. Και ασφαλώς δεν ήξερε τίποτα. Η συνάντηση έγινε με αιφνιδιαστική εισβολή μου, ύστερα από κυνήγι πέντε μηνών και ρητή άρνησή του και μου εξηγούσε τους λόγους της αρνήσεώς του,  να μου δώσει μια συνέντευξη για την εφημερίδα Κορινθιακή Ηχώ. Για τη στήλη μου «Πορτραίτα επιφανών Κορινθίων».
    Ήταν ημέρα Τετάρτη και ώρα 09.35΄ της 19-4-1967. Ουσιαστικά με δόλιο τρόπο βρέθηκα στο Γραφείο του. Δωροδοκώντας κατόπιν μελέτης με ένα δεκάδραχμο τον θυρωρό του. Κορίνθιος κι αυτός ονόματι Κώστας.  Όταν με είδε στην άκρη του μεγάλου γραφείου του, που ανέβηκα από το υπόγειο, αμέσως με ανεγνώρισε. Έξαλλος σηκώθηκε όρθιος και φάνηκαν να πετάνε φωτιές τα μεγάλα γυαλιά του, πίσω από τα τείχη-στοίβες των βιβλίων. Που τον έκρυβαν στο χαράκωμά του, φωνάζοντας με ασυγκράτητο θυμό «πώς μπήκατε εδώ μέσα κύριε Ηλιόπουλε…
    Εγώ με μια ταχύτατη επιθετική, εξαγγελτική, αυθόρμητη, ακατάσχετη και αφοπλιστική ανθρώπινη όσο μπορούσα προσεγγιστική φράση μου απνευστί του απήντησα δυνατότερα σκεπάζοντας την εξαλλοσύνη του:   «Έχετε κ. πρόεδρε τους θερμούς χαιρετισμούς του θείου μου του Μίμη Κεκερή, του στρατηγού της Χωροφυλακής, που μένατε στο ίδιο δωμάτιο όταν σπουδάζατε στη Νομική, με επεφόρτισε ο θείος μου να σας πληροφορήσω ότι σήμερα δεν θα έρθει εδώ στο γραφείο σας όπως κάθε πρωί, γιατί είναι άρρωστος… θα μείνει στο ξενοδοχείο, του «Απέργη» στην Κηφισιά, αιώνιος εργένης, εραστής της αρσενικής του ελευθερίας, σας θαυμάζει όπως ξέρετε»….
    Δεν του έλεγα ψέματα, ηρεμεί, καθησυχάζει, γίνεται ευγενής. «Ώστε είστε ανεψιός του Μίμη! Καθίστε. Και αναρωτιόμουν πώς δεν φάνηκε ακόμη. Αυτός ώρα εννέα στρατιωτική ακρίβεια είναι εδώ! Δεν φαντάζομαι να έχει κάτι το σοβαρό»…(αφού στρογγυλοκάθησα σε μια καρέκλα σαράβαλο που ούτε ο Θεός θα μπορούσε να ισορροπήσει
    «Όχι κ. πρόεδρε, τίποτα το σοβαρό,  μια αστάθεια μου είπε ότι ένοιωθε»…..Κάθισε και ο ίδιος στην πολυθρόνα του, πρόσεξα ότι στη φυσιογνωμία του γενικά προσομοίαζε με τον Ιωάννη Μεταξά του1940, είχε και μια κοιλίτσα και με σκωπτική περίσκεψη παρετήρησε: «Τόσες γυναίκες κ. Ηλιόπουλε πέρασαν από τα…χέρια του, ών ουκ έστι αριθμός, δεν μπόρεσε να κρατήσει μία στο κρεβάτι του να τον περιποιείται»….
    Καθώς γύρισα να τον βλέπω κατάματα έτριξε και πλάγιασε η καρέκλα μου και του λέω χαμηλόφωνα σχεδόν πληφοφοριακά: «Μου τα έχει πει όλα. Όσες οι νυφάδες του χιονιού που πέφτουν κάθε χρόνο στον Όλυμπο τόσες οι γυναίκες που γνώρισε ο γόης θείος Μίμης κ. πρόεδρε. Όμως μία ανάμεσά τους εδώ και είκοσι χρόνια του θερμαίνει την καρδιά και τον κάνει να γελάει ευτυχής, οσάκις τη συναντάει αλλά...» 
    «Ξέρω κ. Ηλιόπουλε η Ευθυμία, όνομα, γυναίκα και πραγματικότητα...όχι όμως είκοσι, σαράντα πέντε χρόνια έρωτας, είναι σιαμαίοι».
    «Δυστυχώς κ. πρόεδρε δεν τον άφηνε να την παντρευτεί, η αδελφή του»….
    « Ναι, η Ειρήνη, μια ζωή του κάνει πόλεμο, αλλά κι ο Μίμης τί στρατηγός της Χωροφυλακής είναι; Έρχεται και μου λέει Κώστα, μια ζωή αντιδικούμε με την Κοινωνία! Εγώ τους συλλαμβάνω τους κλέφτες, εσύ τους δικάζεις και όλοι έξω είναι. Έπεσα έξω στη ζωή μου Κώστα».
     Πού να ήξερε ο πρόεδρος του Αρείου Πάγου ότι όλα αυτά που λέγαμε ένα μαγνητόφωνο που είχα στην τσέπη μου, αν δεν κάνω λάθος ένα SONY TC55, έγραφε, εν αγνοία μας, δύο ώρες από τις οχτώ που συνομιλούσαμε. Θα ήμουνα ακόμη φυλακή αν μου το βρίσκανε.! Και η κασέτα, ετελείωσε, με το ερώτημά του « τί θα κάνουμε κ. Ηλιόπουλε με τον Ανδρέα Παπανδρέου;….».
    Έχω ψάξει όλες τις κρυψώνες των σπιτιών και των γραφείων που πέρασα από την 19-4-67 μέχρι σήμερα, δεν μπορώ να βρω αυτήν την κασέτα.
    Την Παρασκευή 21-4-67 και ώρα βραδινή ο Κόλιας ορκίστηκε πρωθυπουργός. Τον πρότεινε ο βασιλεύς Κωνσταντίνος υπό την πίεση των συνταγματαρχών. Που από τις οκτώ το πρωί τους έλεγε, «έχω έτοιμη κυβέρνηση να ορκίσω, όπως μου είπατε. Περιμένω να έρθει ο αρχιεπίσκοπος». Λένε ότι ο Κωνσταντίνος ήλπιζε ότι κάτι μπορεί να συμβεί και να ανατραπούν οι «επαναστάτες».
    Αλλά έφτασε πέντε η ώρα το απόγευμα αυτοί είδαν ότι «μάλλον θόρυβος γίνεται» αγριεύει ο Παττακός  και του λέει «άκου μεγαλειότατε οι επαναστάτες δεν χρειάζονται αρχιεπίσκοπο, θα φωνάξουμε εμείς στο στρατόπεδο στο Γουδί ένα διάκο να μας ορκίσει. Σας ξεκαθαρίσαμε δεν ενδιαφερόμαστε να πολιτευτούμε, τάξη στη χώρα θα βάλουμε ..........».
    Άκουσε ο Βασιλιάς Γουδί κάτι μπορεί να του θύμισε  αμέσως: « Δεν υπάρχει πρόβλημα κύριε ταξίαρχε, έρχεται ο πρόεδρος του Αρείου Πάγου, νάτος μπήκε, έχετε κάποια αντίρρηση»....  
    «Καμμία μεγαλειότατε, εμείς τρία υπουργεία θέλουμε... (άντε να πάμε σπίτι μας λείπουμε τρεις ημέρες, έχουμε γυναίκα και ...πεθερά έχουμε πει χίλια ψέματα για να δικαιολογήσουμε την απουσία μας).
    Δίκιο είχε γιατί άκουσε τα εξ'  αμάξης πηγαίνοντας σπίτι του ο Παττακός οικογενειακώς που τον είδαν στην Τηλεόραση να υπουργοποιείται-Εσωτερικών. Ίσα που δεν τον χώρισε η Μιμίκα του.  Μου τα έχει πει η αείμνηστη και όχι μόνον. « Μα να μας έχει πει ότι έχει νυχτερινή άσκηση κι αυτός να κάνει επαναστάσεις κι εμείς να μην ξέρουμε τίποτα»!
    «Μα κυρία Μιμίκα μου επαναστάσεις με συστάσεις και εγκρίσεις από συζύγους δεν γίνονται, θα είχατε μείνει χήρα από το ίδιο βράδυ».
    « Και τώρα τί είμαι κύριε Ηλία, χήρα δεν είμαι; Στα χαρτιά φαίνεται ότι έχει καταδικαστεί σε θάνατο. Πάει στην τράπεζα και εισπράττει την σύνταξή μου ως χήρας. Και όταν τους λέει ποιος είναι φαντασιώνονται οι τραπεζικοί υπάλληλοι».
    Προσέξτε τώρα το εξής αστείο γεγονός. Ήθελα να εξακριβώσω όσα μου έλεγε η μακαρίτισσα η Μιμίκα. Ο Παττακός ζει φτωχικά, χωρίς καμμία  σύνταξη, χωρίς περίθαλψη, χωρίς ύπαρξη. Σε ένα υπερυψωμένο προικώο από τον Αύγουστο του 1940 σπίτι στην οδό Σεβρών τέρμα Πατησίων. Με τόσα αξιώματα, δεν κατόρθωσε ούτε ένα καλύβι να αποκτήσει. Από το 1997 που έπιασα «κολεγιά» μαζί του έχω καμμιά πενηνταριά συνεντεύξεις μαζί του.
    Ένα πρωινό μου λέει βοήθησέ με να πάω μια σπασμένη καρέκλα να μου την κολλήσουν. Την πήρα, πήγαμε την αφήσαμε, μου λέει θα πάμε τώρα και στην τράπεζα να πάρω τα λεφτά της σύνταξης της Μιμίκας.
    Πάνε μερικά χρόνια, τώρα 2015, είναι 103 χρόνων φτάσαμε στο ταμείο, τον ρωτάει
   « Εσείς ποιός είστε που ζητάτε τη σύνταξη της χήρας»; 
    « Εγώ είμαι ο σύζυγός της».
    «Ξαναπαντρεύτηκε η χήρα Παττακού»;
    «Όχι εγώ είμαι ένας και μοναδικός».
    « Και ζείτε»;   « Τότε πώς είναι χήρα»;
    « Αυτό το έχει αποφασίσει το Δικαστήριο που με έχει καταδικάσει σε θάνατο και φέρομαι νεκρός, Έχεις εξουσιοδότηση της γυναίκας μου να παίρνω τη σύνταξή της».
    Κράτησε πολλή ώρα αυτός ο διάλογος. Φεύγοντας μου λέει, «θα το γράψω κι αυτό στο επόμενο βιβλίο μου». Δεν ξέρω εάν το έχει γράψει. Πάμε πάλι στην ορκωμοσία με  τον πρόεδρο του Αρείου Πάγου. Έβαλε έξι δικαστικούς υπουργούς, μερικοί Κορίνθιοι….από τα «Πορτραίτα» μου. 
    Τον θείο μου Μίμη τον έβαλε πρόεδρο σε ένα Ταμείο Μετάλλου στον Πειραιά. Ανακάλυψε αμέσως ατασθαλίες ύψους μισού σημερινού χρέους προς τους δανειστές μας. Τον έβαλε επίσης μέλος στον Οργανισμό των λεωφορείων Αθηνών και κάτι ψιλά. Οι ατασθαλίες πληρώθηκαν από τον ελληνικό λαό,.….με την αποκατάστασιν της Δημοκρατίας.
    Έπαυσε να έχει αστάθεια ο εβδομηνταεξάρης θείος Μίμης, έπαιρνε το λεωφορείο από την Κηφισιά, πήγαινε στον Πειραιά στο Ταμείο, «αντιδικούσε» με αδίστακτους μαφιόζους κλέφτες όπως έγραφε στις αναφορές του,  τελικά η δικτατορία δεν νίκησε τη διαφθορά. Έβλεπε «κανονικά» την Ευθυμία κρυφά από τη θεία Ειρήνη. Η οποία μου έλεγε «υποπτεύομαι ότι βλέπει αυτή τη σιχαμένη, την πηγαίνει στο εξοχικό του στην Πεύκη. Εσύ κάτι θα ξέρεις, του κλαδεύεις τις τριανταφυλλιές. Μαθαίνω ότι της στέλνει τριαντάφυλλα, από εκείνα τα κατακόκκινα τα μυρωδάτα, τα βελουδάτα… φοβάμαι μήπως του φάει τις μετοχές».
    Κάποτε ρώτησα τον θείο «πώς πάει το χρηματιστήριο» και μου είπε σοφά: «Όταν αγοράζεις μετοχές τελικά σου μένουν μόνον χαρτιά».
    Δεν επήρα ποτέ ούτε μια μετοχή. Το 2000, όταν πολλοί φίλοι μου κλαίγανε, κατάλαβα γιατί σου μένουνε μόνον χαρτιά. Η απληστία!. Παλικάρι ο απόστρατος θείος δια της εξουσίας.
    Επί οκτώ ώρες, 19-4-67 με τον  Κωνσταντίνο Κόλλια, χωρίς να δέχεται ούτε τηλεφώνημα, μόνο για συνέντευξη δεν μιλήσαμε. Εκεί στην οδό Πανεπιστημίου 12, που ήταν τότε ο Άρειος Πάγος, με κάτι κάγκελα με αγκυλωτούς σταυρούς. Εβγάλαμε «άντερα της πολιτικής επικαιρότητος και διυλίζαμε τον κώνωπα των κομμάτων, αναλύαμε…το μέλλον και λέγαμε μας   χρειάζεται μια άλλη Ελλάδα, αυτή βρώμισε».
    Εφανταστήκαμε πολλά από όσα επακολούθησαν. Η κουβανοποίηση δεν έγινε που εγώ ενόμιζα, ούτε η σοβιετοποίηση που ήθελαν μερικοί φίλοι μου. ΟΙ οποίοι «κόλλησαν» στη χούντα, Και μετά ως σκληροί αντιστασιακοί στον Καραμανλή. Έγινε χωρίς να το πάρει κανείς χαμπάρι, το Στρατιωτικόν Καθεστώς μετά από τριάντα ώρες. 
    «Ατύχησε" όμως ο Κόλιας ως πρωθυπουργός. Την 09.35΄της 13ης Δεκεμβρίου 1967 δεν είχαν μυαλό ούτε ….εμβρύου ούτε αυτός ούτε ο βασιλιάς. Πήραν τον δρόμο, χωρίς επιστροφή. Λάρισα, Καβάλα, Ρώμη….  «για να ρίξουν τη χούντα». Πρωθυπουργός αυθημερόν 13-12-1967 έγινε ο μέχρι τότε υπουργός Προεδρίας κυβερνήσεως ο Γεώργιος Παπαδόπουλος….ο πάντα αρχηγός και πρώτος από το Γυμνάσιο, στη Σχολή Ευελπίδων, στην Σχολή Πολέμου, σε φιλοδοξίες, στη συνείδηση όλων των αξιωματικών που τον γνώριζαν, ο ορισθείς αρχηγός της "Επαναστάσεως" πριν της επέμβασιν της 21ης Απριλίου του 1967.
    Αυτά μου τα έχουν πει όλοι εχθροί του, οι αντίζηλοί του, οι αντίπαλοί του. Δεν τα λέω εγώ, οι πολιτικοί  την επταετία τα λέγανε στο γραφείο μου. Και με στέλνανε να τον παρακαλέσω να τους υπουργοποιήσει. Τρέμω στη ιδέα ότι μπορεί κάποιος να βγάλει καμμιά φορά φακέλους με ονόματα παράκλητων "αντιστασιακών" πολιτικών μετά την 24ην Ιουλίου 1974. Εγώ δεν έχω ούτε ένα χαρτί.  Τουλάχιστον η αφέλεια μου μεταφερόταν...προφορικά. Αλλά κρατούσαν σημειώσεις με πλήρη στοιχεία οι άνθρωποί τους. Είχαν μία αξιοθαύμαστη γραφειοκρατική τάξη.
    Το 1971 με παρακάλεσαν για ένα φημισμένο όνομα, τέως υφυπουργού  συμπατριώτη μου, που τον είχα ψηφίσει τον Φεβρουάριο του 1964 να πάω στον Γιώργο Παπαδόπουλο να του ειπώ ότι ήταν στη διάθεση της Επαναστάσεως. Πήγα χωρίς φόβο και πάθος, του το ζήτησα, μου απήντησε: « Πείτε σας παρακαλώ  κ. Ηλιόπουλε στον συμπολίτη σας, ότι όταν τον φωνάξαμε, τρεις φορές, μας αρνήθηκε. Διαμηνύστε του παρακαλώ ότι άργησε. Εμείς τώρα φεύγουμε, ξαναπάμε στα στρατόπεδά μας. Κι ακόμα, πείτε του παρακαλώ τώρα μάθαμε να κυβερνάμε». 
    Όχι δεν ήσαν ειρωνικά αυτά. Ήσαν ευγενικά. Διεμήνυσα αυτολεξεί και μου είπε ο διαμεσολαβητής. «Φαντάζομαι θα πέσανε τα μούτρα σου με αυτά που σου είπε». Έκανα μια κίνηση και του είπα  « όχι, εδώ είναι τα δικά μου τα μούτρα».  
    Την 1ην Ιουνίου 1973, από ένα στραβοπάτημα του βασιλιά τον περασμένο Μάη με το κίνημα του Ναυτικού, πάει και η Βασιλεία του. « Είναι η Τρίτη φορά που μας το κάνει»!
    Το στρατιωτικό καθεστώς της 21ης Απριλίου 1967 έληξε με οικειοθελή αποχώρηση όλων των στρατιωτικών  στις 8 Οκτωβρίου 1973. Πρωθυπουργός ανέλαβε ο Σπύρος Μαρκεζίνης, επανήλθε η δημοκρατία, με την υποχρέωσή του να κάνει εκλογές το αργότερο μέχρι τέλη Ιανουαρίου 1974. Εμένα μου έχει ειπεί ο Μαρκεζίνης το 1976 στο σπίτι του:  «Είχαμε συμφωνήσει με τον Γεώργιο Μαύρο και τον Παναγιώτη  Κανελλόπουλο για εκλογές και μέσα στον Δεκέμβριο του 1973». Και τον πιστεύω γιατί ο Μαύρος την Τετάρτη 15 -11-1973 που έπαιρνε σάρκα και οστά το Πολυτεχνείο μου είπε «αυτά τα παλιόπαιδα θα μας χαλάσουν τις εκλογές». Και έτρεμε σαν....μαϊμού  ο Μαρκεζίνης και έλεγε «πείτε μου τί να κάμω με αυτούς στο Πολυτεχνείο. Αστυνομία το αποκλείω να στείλω».

    Αυτά πρέπει με λεπτομέρειες κάποιοι να βγούνε να τα πούνε πριν φύγουν από τη ζωή. Γιατί θα τα δημοσιοποιήσει ο Τσίπρας και θα στενοχωρηθούν κάποιοι. Δεν παρεσύρθηκα σε φλυαρία. Ίσως κάποιοι αντιλαμβάνονται γιατί αυτός ο εκτενής ενδιάμεσος πρόλογος για όσα θα  συμβούν τα επόμενα σαράντα ή πενήντα χρόνια. Τώρα δεν μπορεί να μεσολαβήσει στρατιωτικό καθεστώς. Τώρα δεν αιωρείται τρεμάμενος στα υψηλά κλιμάκια της ιεραρχίας της πολιτικής μας ηγεσίας ο φόβος μιας Κουβανοποίησης. 
    Τώρα σέρνεται όμως στη βαθιά φαντασίωση κάποιων πτωχευμένων του λαού μας, η υπόνοια ότι στα λασπόνερα της νοσηρής πραγματικότητος, ένας πιθανός αποπροσανατολισμένος άπιαστος, παγερός νευρικός,  ατίθασος αλιγάτορας, με ολάνοιχτο απειλητικό στόμα, μπορεί ολόρθος σαν οπλισμένος φρουρός θυρωρός, να φυτρώσει μπροστά στις εισόδους των σούπερ μάρκετ μας και να μην μας αφήνει να εισέλθουμε α  λ  ά....Βενεζουέλα! Χωρίς όμως να δωροδοκείται όπως εκείνος ο θυρωρός που δωροδόκησα εγώ στις 19-4-1967 και μπήκα στο Γραφείο του προέδρου του Αρείου Πάγου, όπου βρήκα ζεστασιά με μια καμίας αισθητικής ακουστικής φρασεολογία, αλλά μόνη πονηρία μου την ευαίσθητη ανθρώπινη φράση μου. Και έχω τη συνήθεια και το θράσος να σας λέω αληθινά γεγονότα πολύ ενοχλητικά. «Με ενοχλεί ψυχολογικά αλλά μου λέει αλήθειες αυτός ο Ηλιόπουλος» έλεγε ο δικτάτωρ Γεώργιος Παπαδόπουλος στον επί του Τύπου συνταγματάρχην Αριστείδη Βούλγαρη από το 1968. Και μετά το 1975 του έλεγε «πες στον Ηλιόπουλο εδώ μέσα στη φυλακή αυτό τον θυμάμαι συχνά». Και με καλούσε ο  Βούλγαρης, ένα ντερέκι δυο μέτρα, με κομμένο πόδι στο Γράμμο,  στο φαρμακείο της γυναίκας του στη στοά Ιπποκράτους-Ακαδημίας και μου έλεγε «ηχογράφησε τί θα σου ειπώ».
Υ.Γ. Καλό είναι να ξέρουμε από πού περάσαμε!
ΗΛΙΑΣ ΗΛΙΟΠΟΥΛΟΣ
iliop@otenet.gr                 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου