Μάχη του Ρορκς Ντριφτ (23/1/1879)
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη
εγκυκλοπαίδεια
H Μάχη του Ρορκς Ντριφτ, γνωστή επίσης και
σαν Άμυνα του Ρορκς Ντριφτ, ήταν
μία μάχη του Πολέμου Βρετανίας-Ζουλού. Η άμυνα του ιεραποστολικού σταθμού
του Ρορκς Ντριφτ, υπό τη διοίκηση του Υπολοχαγού Τζων Τσαρντ του Βασιλικού
Μηχανικού, ακολούθησε αμέσως μετά την ήττα του Βρεττανικού Στρατού
στη Μάχη της
Ισαντλουάνα στις 22 Ιανουαρίου 1879 και συνεχίστηκε και την επόμενη ημέρα, στις 23 Ιανουαρίου. Μόλις πάνω από 150
Βρετανοί Στρατιώτες και άποικοι υπερασπίστηκαν με επιτυχία τη φρουρά έναντι των
λυσσαλέων επιθέσεων 3000 - 4000 πολεμιστών Ζουλού. Οι μαζικές αλλά αποσπασματικές,
επιθέσεις των Ζουλού στο Ρορκς Ντριφτ έφτασαν πολύ κοντά
στην κατανίκηση της ισχνής φρουράς αλλά τελικά αποκρούστηκαν. Στους αμυνόμενους
απονεμήθηκαν 11 Σταυροί της
Βικτωρίας, μαζί με πολλές άλλες διακρίσεις και τιμές.
Πρελούδιο
Το Ρορκς
Ντριφτ, γνωστό σαν κβαΤζιμ ("Γη του
Τζιμ") στη γλώσσα των Ζουλού, ήταν ένας ιεραποστολικός
σταθμός και παλαιότερα εμπορικός σταθμός του Τζέιμς Ρορκ, ενός Ιρλανδού
εμπόρου. Αυτό βρισκόταν κοντά σε μία κοίτη του ποταμού Μπάφαλο, ο οποίος εκείνη
την εποχή ήταν το όριο μεταξύ της Βρετανικής Αποικίας του Νατάλ και του
Βασιλείου των Ζουλού. Στις 9
Ιανουαρίου 1879, η 3η (Κεντρική) φάλαγγα, υπό τη διοίκηση του Λόρδου
Τσελμσφορντ έφτασε και στρατοπέδευσε στην κοίτη.
Στις 11 Ιανουαρίου, ημέρα εκπνοής του
Βρετανικού τελεσίγραφου προς τους Ζουλού, η φάλαγγα πέρασε το ποτάμι και
στρατοπέδευσε στην απέναντι όχθη. Μία μικρή δύναμη η οποία αποτελούταν από τον
2ο Λόχο του 2ου Τάγματος του 24ου
Συντάγματος Πεζικού, υπό τον Υπολοχαγό Γκόνβιλ Μπρόμχεντ αποσπάστηκε ως φρουρά
του σταθμού, ο οποίος είχε μετατραπεί σε σταθμό ανεφοδιασμού και νοσοκομείο,
υπό τη διοίκηση του Επίτιμου Ταγματάρχη Χένρυ Σπώλντινγκ του 104ου Συντάγματος
Πεζικού, μέλους του επιτελείου του Τσέλμσφορντ.
Στις 20 Ιανουαρίου, μετά από αναγνωρίσεις
και κατασκευή ενός μονοπατιού για τις άμαξες της, η φάλαγγα του Τσέλμσφορντ
προέλασε στην Ισαντλουάνα,
περίπου 10 χιλιόμετρα ανατολικά, αφήνοντας πίσω τη μικρή φρουρά. Ένας
ενισχυμένος λόχος του 2ου/3ου Αποσπάσματος
Αυτοχθόνων του Νατάλ (NNC) υπό τον Λοχαγό Ουίλλιαμ Στήβενσον διατάχθηκε να
παραμείνει στον σταθμό ώστε να ενισχύσει τη φρουρά. Αυτός ο λόχος αριθμούσε
μεταξύ 100 και 350 ανδρών.
Ο 7ος Λόχος του
1ου Τάγματος του 24ου Συντάγματος
διατάχθηκε με μετακινηθεί από τη βάση του στο Χελπμακάαρ, 16 χιλιόμετρα
νοτιοανατολικά, μετά από την αντικατάσταση του, ώστε να ενισχύσει ακόμα
περισσότερο το Ρορκς Ντριφτ. Το ίδιο απόγευμα,ένα τμήμα της 2ης Φάλαγγας υπό
τον Επίτιμο Συνταγματάρχη Άντονυ Ντάρνφορντ έφτασε στον σταθμό και
στρατοπέδευσε στην όχθη προς την πλευρά των Ζουλού, όπου και παρέμεινε μέχρι
την επόμενη ημέρα.
Αργά το
απόγευμα της 21ης
Ιανουαρίου, ο Ντάρνφορντ διατάχθηκε να
προσχωρήσει στην Ισαντλουάνα, όπως επίσης και ένα μικρό απόσπασμα του 5ου Λόχου
του Βασιλικού Μηχανικού, το οποίο
διοικούταν από τον Υπολοχαγό Τζων
Τσαρντ, ο οποίος είχε καταφτάσει στις 19 του μηνός στην περιοχή
προκειμένου να επισκευάσει τις γέφυρες με τις οποίες είχε ζευχθεί ο ποταμός
Μπάφαλο. Ο Τσαρντ κινήθηκε πριν από το
απόσπασμα του στην Ισαντλουάνα το πρωί της 22ης Ιανουαρίου προκειμένου να αποσαφηνίσει τις διαταγές του, αλλά
απεστάλη πίσω στο Ρορκς Ντριφτ μόνο με την άμαξα του και τον οδηγό του ώστε να
κατασκευάσει αμυντικές θέσεις για τον αναμενόμενο λόχο ενίσχυσης,
διασταυρούμενος καθ' οδόν με τη φάλαγγα του Ντάρνφορντ που κινούταν προς την αντίθετη κατεύθυνση.
Κάποια στιγμή
γύρω στο μεσημέρι της 22ας
Ιανουαρίου, ο Ταγματάρχης Σπώλντινγκ άφησε τον σταθμό για το Χελπμακάαρ ώστε να αναζητήσει
τον 7ο Λόχο του Ρέινφορθ, ο οποίος είχε αργήσει και άφησε επικεφαλής τον
Υπολοχαγό Τσαρντ. Ο Τσαρντ μετέβη στο στρατόπεδο του μηχανικού στο
ποτάμι. Λίγο μετά, κατέφτασαν δύο επιζήσαντες από την Ισαντλουάνα, ο Υπολοχαγός
Γκερτ Αντεντόρφφ του 1ου Λόχου του 3ου
Τάγματος του NNC και ένας ιππέας των Έφιππων
Τυφεκιοφόρων του Νατάλ φέρνοντας τα νέα της ήττας και ότι ένα μέρος του ίμπι των Ζουλού
πλησίαζε στον σταθμό.
Μαθαίνοντας τα
νέα, ο Τσαρντ, ο Μπρόμχεντ και άλλος ένας αξιωματικός του σταθμού, ο
Βοηθός Επιμελητείας Τζέιμς Ντάλτον του Σώματος Επιμελητείας και Μεταφορών,
συσκέφτηκαν γρήγορα για να αποφασίσουν τι θα ήταν καλύτερο να πράξουν - να
επιχειρήσουν μία υποχώρηση προς το Χελπμακάαρ ή να υπερασπιστούν τις θέσεις
τους. Ο Ντάλτον παρατήρησε ότι μία
μικρή φάλαγγα, η οποία θα ταξίδευε σε ανοικτό έδαφος βραδυπορώντας από τις
άμαξες με τους ασθενείς του νοσοκομείου, θα ανατρεπόταν εύκολα από μία υπέρτερη
αριθμητικά δύναμη των Ζουλού, οπότε σύντομα αποφασίστηκε ότι η μόνη αποδεκτή λύση ήταν να παραμείνουν εκεί και να
πολεμήσουν.
Αμυντικές προετοιμασίες
Από τη στιγμή
που οι Βρετανοί αξιωματικοί αποφάσισαν να παραμείνουν, οι Τσαρντ και Μπρόμχεντ έδωσαν οδηγίες στους άνδρες τους να προετοιμαστούν για
την άμυνα του σταθμού. Με τους περίπου 400 άνδρες της φρουράς να δουλεύουν
γρήγορα, κατασκευάστηκε μία αμυντική περίμετρος από σακιά καλαμποκάλευρου. Αυτή
η περίμετρος περιέκλειε την αποθήκη, το νοσοκομείο και ένα λιθόχτιστο οίκημα κράαλ. Τα
οικήματα οχυρώθηκαν με το άνοιγμα τρυπών στους εξωτερικούς τοίχους και οι
εξωτερικές τους πόρτες οχυρώθηκαν με έπιπλα.
Περίπου στις
3.30 το μεσημέρι, μία μικτή ίλη περίπου 100 ανδρών του Ιππικού Αυτοχθόνων του Νατάλ (NNH) υπό τον Υπολοχαγό Άλφρεντ Χέντερσον έφτασε στον σταθμό
έχοντας υποχωρήσει με τάξη από την Ισαντλουάνα. Προσφέρθηκαν εθελοντικά για την
κάλυψη της εξωτερικής πλευράς του λόφου Όσκαρμπεργκ (Σιγιάνε), ο οποίος
δεσπόζει του σταθμού και από την πίσω πλευρά του οποίου αναμενόταν η προσέγγιση
των Ζουλού.
Με τις
οχυρώσεις να έχουν σχεδόν ολοκληρωθεί και τη μάχη να επίκειται, ο Τσαρντ είχε στη διάθεση του αρκετές εκατοντάδες
ανδρών: τον 2ο Λόχο του Μπρόμχεντ, τον ενισχυμένο λόχο του NNC του Στήβενσον, την ίλη του NNH
υπό τον Χέντερσον και διάφορους άλλους (οι
περισσότεροι από αυτούς ασθενείς του νοσοκομείου αλλά "δυνάμενοι"), οι οποίοι ανήκαν σε
διάφορες βρετανικές και αποικιακές μονάδες.Ο Άντεντορφφ έμεινε επίσης μαζί τους, ενώ ο ιππέας ο οποίος τον
συνόδευε κάλπασε προς το Χελπμακάαρ για να προειδοποιήσει τη φρουρά.
Σύμφωνα με τις
εκτιμήσεις του Τσαρντ, η δύναμη αυτή ήταν
αρκετή για να αποκρούσει τους Ζουλού. Ο Τσαρντ έταξε τους Βρτεανούς στρατιώτες στην περίμετρο,
προσθέτοντας μερικούς από τους δυνάμενους ασθενείς, μερικούς αποίκους και
πολίτες και τους άνδρες του NNC που έφεραν όπλα στις οχυρώσεις. Οι υπόλοιποι
άνδρες του NNC, οπλισμένοι μόνο με λόγχες, τοποθετήθηκαν έξω από το τείχος των
σακιών καλαμποκάλευρου και των κουτιών μπισκότων μέσα στο πέτρινο κράαλ.
Η δύναμη των
Ζουλού που πλησιάζε ήταν σημαντικά μεγαλύτερη: τα αμαμπούθο
ουΝτλόκο, ουΘλουάνα, ινΝτλόντο, τα οποία αποτελούνταν από παντρεμένους
άντρες ηλικίας 30-50 ετών και το ιμπούθο
ινΝτλου-γιένγκουε που αποτελούνταν από ανύπαντρους νέους αριθμούσαν
3000-4000 πολεμιστές, από τους οποίους κανένας δεν συμμετείχε στη μάχη της
Ισαντλουάνα. Αυτή η δύναμη των Ζουλού ήταν τα "πλευρά" ή εφεδρείες
του στρατού στην Ισαντλουάνα και συχνά αναφέρεται σαν το Σώμα Ούντι. Αυτό εξετέλεσε έναν ευρύ
ελιγμό μακριά από την αριστερή πλευρά των Βρετανών και πέρασε νοτιοδυτικά του
λόφου της Ισαντλουάνα, ώστε να τοποθετηθεί κάθετα στη γραμμή επικοινωνιών και
υποχώρησης των Βρετανών και των συμμάχων Αποίκων τους ώστε να αποκόψει τη
διαφυγή τους στο Νατάλ μέσω της κοίτης του ποταμού Μπάφαλο που οδηγούσε στο
Ρορκς Ντριφτ.
Όταν το Σώμα Ούντι έφτασε στο Ρορκς Ντριφτ στις 4:30
μ.μ., είχαν ήδη καλύψει με ταχύ βήμα περίπου 32 χιλιόμετρα από το στρατόπεδο
τους από το οποίο είχαν ξεκινήσει στις 8.00 π.μ. Για τις επόμενες 11μιση ώρες,
θα διενεργούσαν συνεχείς εφόδους στις βρετανικές οχυρώσεις του Ρορκς Ντριφτ.
Οι περισσότεροι
Ζουλού πολεμιστές ήταν οπλισμένοι με το ικλούα (το αντίστοιχο δόρυ κρούσης
ασεγκάι για τους Ζουλού) και μία ασπίδα από δέρμα αγελάδας. Ο στρατός των Ζουλού
ασκούταν τόσο στην ατομική όσο και στην τακτική χρήση αυτού του συνδυασμού
όπλων. Μερικοί Ζουλού διέθεταν επίσης παλαιά μουσκέτα και απηρχαιωμένα τυφέκια,
αν και η σκοπευτική τους ικανότητα ήταν φτωχή και η ποιότητα και ποσότητα των
πυρομαχικών τραγική.
Η στάση των
Ζουλού σχετικά με τα πυροβόλα όπλα ήταν η ακόλουθη: "Η πλειονότητα των ποελμιστών Ζουλού, ωστόσο, δεν διέθεταν
πυροβόλα όπλα - τα όπλα ενός δειλού, όπως έλεγαν, αφού βοηθούσαν τον ύπουλο να
σκοτώσει τον γενναίο χωρίς να περιμένει την επίθεση του." Αν
και τα πυρά τους ήταν ανακριβή, ήταν υπεύθυνα για το θάνατο πέντε από τους
συνολικά 17 θανάτους Βρετανών στο Ρορκς Ντριφτ.
Ενώ το Σώμα Ούντι διοικούνταν από τον ινκόσι καΜπίθα κατά τη μάχη της Ισαντλουάνα, η διοίκηση
του
Σώματος πέρασε στον Πρίγκηπα Νταμπουλαμάντζι καΜπάντε (ετεροθαλή
αδελφό του Σετσουάγιο
καΜπάντε, βασιλιά των Ζουλού) όταν ο καΜπίθα τραυματίστηκε στις αψιμαχίες εκκαθάρισης των Βρετανών
φυγάδων από την Ισαντλουάνα. Ο Πρίγκηπας Νταμπουλαμάντζι θεωρούνταν οξύθυμος και επιθετικός και αυτός ο
χαρακτηρισμός του αποδόθηκε από την παραβίαση της διαταγής του Βασιλιά Σετσουάγιο να τηρήσει αμυντική
στάση υπεράσπισης της χώρας των Ζουλού έναντι της εισβολής των Βρεατνών
στρατιωτών και να μην μεταφέρει τον πόλεμο από την άλλη πλευρά των συνόρων. Η
επίθεση στο Ρορκς Ντριφτ ήταν περισσότερο μία απρογραμμάτιστη επιδρομή και όχι
μία οργανωμένη αντεπιθετική εισβολή, καθώς πολλοί Ζουλού του Σώματος Ούντι αποσπάστηκαν για να επιδράμουν
άλλα αφρικανικά κράαλ και υποστατικά, ενώ το κύριο σώμα προέλασε προς το Ρορκς
Ντριφτ.
Περίπου στις
4.00 μ.μ., ο Χειρουργός Τζέιμς
Ρέυνολντς, ο Όττο Βιττ - ο Σουηδός
ιεραπόστολος ο οποίος διηύθυνε την ιεραποστολή στο Ρορκς Ντριφτ και ο
στρατιωτικός ιερέας Αιδεσιμότατος Τζωρτζ Σμιθ κατέβηκαν από τον λόφο Όσκαρμπεργκ με το νέο ότι ένα
σώμα των Ζουλού περνούσε τον ποταμό στα νοτιοανατολικά και βρισκόντουσαν "όχι περισσότερο από πέντε λεπτά μακριά".
Σε αυτό το σημείο, ο Βιτ αποφάσισε να φύγει από
το σταθμό, καθώς η οικογένεια του ζούσε σε μία απομονωμένη φάρμα περίπου 30
χιλιόμετρα μακριά και ήθελε να βρίσκεται μαζί τους. Ο ιθαγενής υηρέτης του Βιτ, Ουμκβελναντάμπα, έφυγε μαζί του· το ίδιο
έπραξε και ένας από τους ασθενείς του νοσοκομείου, ο Υπολοχαγός Τόμας Πέρβις του 1ου Λόχου του 3ου Τάγματος του NNC.
Η μάχη
Περίπου στις
4:20 μμ η μάχη άρχισε με τους ιππείς του NNH υπό τον Υπολοχαγό Χέντερσον, οι οποίοι στάθμευαν πίσω από το λόφο
Όσκαρμπεργκ, να εμπλέκονται για λίγο με την εμπροσθοφυλακή της κύριας δύναμης
των Ζουλού. Ωστόσο, κουρασμένοι από τη μάχη και την υποχώρηση από την
Ισαντλουάνα και με ελλείψεις σε πυρομαχικά για τις καραμπίνες τους, οι άνδρες
του Χέντερσον έφυγαν για το
Χελπμακάαρ. Ο ίδιος ο Χέντερσον ανέφερε στον Τσαρντ ότι ο εχθρός πλησίαζε και ότι "οι άνδρες του δεν θα υπάκουαν τις διαταγές του αλλά
έφευγαν προς το Χελπμακάαρ".
Στη συνέχεια ο Χέντερσον ακολούθησε τους άνδρες του που έφευγαν.
Μόλις είδε την αποχώρηση της ίλης του NNH υπό τον Χέντερσον, ο λόχος του NNC υπό τον Λοχαγό Στήβενσον εγκατέλειψε το κράαλ - σταύλο και έφυγε,
ελαττώνοντας δραματικά τη δύναμη της αμυνόμενης φρουράς. Εξοργισμένοι με την εγκατάλειψη των οχυρώσεων από
τον Στήβενσον και τους αποίκους υπαξιωματικούς του,
μερικοί Βρετανοί στρατιώτες άνοιξαν πυρ εναντίον τους, σκοτώνοντας τον Δεκανέα Ουίλλιαμ
Άντερσον.
Με τους Ζουλού
να έχουν σχεδόν φτάσει στο σταθμό, η φρουρά τώρα αριθμούσε μεταξύ 154 και 156
ανδρών. Από αυτούς, μόνο ο Λόχος του Μπρόμχεντ μπορούσε να θεωρηθεί μία συμπαγής μονάδα. Επίσης, μέχρι
και 39 από τους άνδρες του σταθμού βρισκόντουσαν εκεί ως ασθενείς του
νοσοκομείου, αν και λίγοι μόνο από αυτούς ήταν ανίκανοι να κρατήσουν όπλο.
Έχοντας πια λιγότερους άνδρες, ο Τσαρντ συνειδητοποίησε την ανάγκη τροποποίησης των οχυρώσεων
και διέταξε την κατασκευή ενός τείχους από κουτιά μπισκότων εγκάρσια στο μέσο
του σταθμού, ώστε να είναι δυνατή η εγκατάλειψη του νοσοκομείου, αν ανέκυπτε
κάποια τέτοια ανάγκη.
Στις 4:30 μμ,
οι Ζουλού παρέκαμψαν το λόφο Όσκαρμπεργκ και προσέγγισαν το νότιο τείχος. Ο
Στρατιώτης Φρέντερικ Χιτς, ο οποίος είχε
τοποθετηθεί σαν παρατηρητής πάνω στην αποθήκη, ανέφερε την προσέγγιση μίας
φάλαγγας 4000-6000 Ζουλού. Η εμπροσθοφυλακή των Ζουλού, 600 άνδρες του ιΝτλουγιένγκουε, επιτέθηκαν στο νότιο τείχος το οποίο συνέδεε
το νοσοκομείο και την αποθήκη. Οι Βρετανοί άνοιξαν πυρ στα 460 μέτρα.
Η πλειονότητα
της επιτιθέμενης δύναμης των Ζουλού κινήθηκε αντίθετα για να επιτεθεί στο
βόρειο τείχος, ενώ μερικοί από αυτούς καλύφθηκαν και είτε καθηλώθηκαν από το
συνεχές πυρ των Βρετανών είτε υποχώρησαν στην κορυφή του λόφου Όσκαρμπεργκ. Από
εκεί άρχισαν με τη σειρά τους πυρά παρενόχλησης. καθώς συνέβαινε αυτό, άλλη μία
ομάδα των Ζουλού εφόρμησε στο νοσοκομείο και στο νοτιοδυτικό τείχος.
Οι Βρετανοί που
βρισκόντουσαν στις οχυρώσεις - συμπεριλαμβανομένων των Ντάλτον και Μπρόμχεντ - ενεπλάκησαν σύντομα
σε άγριες μάχες σώμα με σώμα. Το Βρετανικό τείχος ήταν πολύ ψηλό για να το
υπερβούν οι Ζουλού, οπότε προσπαθούσαν είτε να περάσουν κάτω από το τοίχος,
αρπάζοντας τα όπλα των υπερασπιστών τους κάτω από το τείχος. Σε κάποια σημεία,
ανέβαιναν πάνω στα σώματα των συντρόφων τους για να απωθήσουν τους Βρετανούς
από το τείχος, αλλά τελικά αποκρούστηκαν.
Τα πυρά των
Ζουλού, τόσο από εκείνους που βρισκόντουσαν κάτω από το τείχος όσο και από
εκείνους που βρισκόντουσαν στον Όσκαρμπεργκ προκάλεσαν μερικές απώλειες και
πέντε από τους 17 που σκοτώθηκαν ή τραυματίστηκαν θανάσιμα χτυπήθηκαν ενώ
βρισκόντουσαν στο βόρειο τείχος.
Η Άμυνα του Νοσοκομείου
Ο Τσαρντ συνειδητοποίησε ότι το βόρειο τείχος, το
οποίο βρισκόταν σχεδόν υπό συνεχή πίεση των Ζουλού, δεν μπορούσε να κρατηθεί,
οπότε στις 6.00 μμ σύμπτυξε τους άνδρες του στην αυλή, εγκαταλείποντας κατά την
κίνηση αυτή τα δύο εμπρός δωμάτια του νοσοκομείου. Η κατάσταση στο νοσοκομείο
ήταν αφόρητη· οι τρύπες για τα όπλα στους τοίχους ήταν πια πρόβλημα, καθώς αν
κάποιος έβγαζε το όπλο του προς τα έξω για να πυροβολήσει, οι Ζουλού το άρπαζαν
από την κάννη - αν κάποια τρύπα έμενε κενή, οι Ζουλού έβαζαν σε αυτές τα δικά
τους όπλα και πυροβολούσαν μέσα στο δωμάτιο. Μεταξύ των στρατιωτών που είχαν τοποθετηθεί
στο νοσοκομείο ήταν ο Δεκανέας Γουίλλιαμ Γουίλσον Άλλεν και οι Στρατιώτες Κόουλ, Ντάνμπαρ, Χιτς, Χόριγκαν, Τζων Γουίλλιαμς, Τζόζεφ Γουίλλιαμς, Άλφρεντ Χένρυ Χουκ, Ρόμπερτ Τζόουνς και Γουίλλιαμ Τζόουνς.
Οι Στρατιώτες Χόρριγκαν, Τζων Γουίλλιαμς και Τζόζεφ
Γουίλλιαμς και οι ασθενείς προσπάθησαν να κρατήσουν μία είσοδο του
νοσοκομείου με καραμπίνες και εφ' όπλου λόγχη. Ο Τζόζεφ Ουίλλιαμς υπερασπιζόταν ένα μικρό
παράθυρο κάτω από το οποίο αργότερα βρέθηκαν 14 νεκροί Ζουλού. Καθώς γινόταν
όλο και περισσότερο σαφές ότι το εμπρός τμήμα του νοσοκομείου καταλαμβανόταν
σταδιακά από τους Ζουλού, ο Τζων
Γουίλλιαμς άρχισε να δημιουργεί μία δίοδο διαφυγής ανοίγοντας μία
τρύπα στον ενδιάμεσο τοίχο ανάμεσα στο κεντρικό δωμάτιο και ένα γωνιακό δωμάτιο
στο πίσω μέρος του νοσοκομείου. Μόλις
είχε δημιουργήσει μία τρύπα ικανού μεγέθους, η πόρτα του κεντρικού δωματίου
υπέστη μαζική επίθεση από τους Ζουλού και μόλις που πρόλαβε να τραβήξει δύο
κατακεκλιμένους ασθενείς πριν η πόρτα τελικά υποχωρήσει στην επίθεση.
Στο γωνιακό
δωμάτιο στο οποίο ο Τζων
Γουίλλιαμς τράβηξε τους δύο ασθενείς βρισκόντουσαν ο Στρατιώτης Χουκ και άλλοι εννιά ασθενείς. Ο Τζων Γουίλλιαμς άρχισε να σκάβει τον τοίχο με το πτυοσκάπανο
του, ενώ ο Χουκ συγκρατούσε τους
Ζουλού. Μια άγρια μάχη εξερράγη καθώς οι Ζουλού πυροβολούσαν μέσα από την πρότα
και ο Χουκ ανταπέδιδε τα πυρά, -
δεχόμενος το χτύπημα ενός ασεγκάι στο κράνος του, κάτι που τον ζάλισε
προσωρινά.
Ο Γουίλλιαμς έκανε την τρύπα αρκετά μεγάλη ώστε να
περάσει στο επόμενο δωμάτιο, στο οποίο βρισκόντουσαν μόνο ο ασθενής Στρατιώτης Γουώτερς και μέσα από αυτή έσυρε τους ασθενείς. Ο
τελευταίος άνδρας που βγήκε ήταν ο Χουκ, ο οποίος σκότωσε μερικούς Ζουλού που είχαν ρίξει την
πόρτα, πριν βουτήξει και αυτός μέσα από την τρύπα. Ο Τζων Γουίλλιαμς έπιασε πάλι πυρετωδώς δουλειά στον επόμενο
τοίχο, έχοντας να σκεφτεί και το ότι η οροφή του νοσοκομείου είχε ήδη πιάσει
φωτιά, καθώς ο Χουκ υπερσπιζόταν την τρύπα
και ο Γουώτερς συνέχιζε να πυροβολεί
μέσα από μία τρύπα στον τοίχο.
Μετά από
πενήντα λεπτά, η τρύπα ήταν αρκετά μεγάλη για να περάσουν μέσα από αυτή οι
ασθενείς και οι άνδρες - εκτός από τους Στρατιώτες Γουώτερς και Μπέκετ, οι οποίοι κρύφτηκαν στο βεστιάριο (Ο Γουώτερς
τραυματίστηκε και ο Μπέκετ πέθανε από πλήγματα δοράτων)- βρισκόντουσαν πια στο
τελευταίο δωμάτιο, το οποίο υπερασπίζονταν οι Στρατιώτες Ρόμπερτ Τζόουνς και Γουίλλιαμ Τζόουνς. Από εδώ, οι ασθενείς βγήκαν από ένα παράθυρο και
διέσχισαν τρέχοντας την αυλή για να φτάσουν στο τείχος.
Από τους 11
ασθενείς, εννέα επέζησαν από τη δοκιμασία, όπως και όλοι οι υγιείς άνδρες.
Σύμφωνα με τον Τζέιμς Χένρυ Ρέυνολντς μόνο τέσσερις
υπερασπιστές σκοτώθηκαν μέσα στο νοσοκομείο: ένας ήταν μέλος του Συντάγματος
Αυτοχθόνων του Νατάλ με σπασμένο πόδι· ο Λοχίας Μάξφηλντ και ο Στρατιώτης Τζένκινς οι οποίοι ήταν άρρωστοι με πυρετό και αρνήθηκαν να
μετακινηθούν και ένας Στρατιώτης Άνταμς ο οποίος επίσης αρνήθηκε να μετακινηθεί. Ένας Στρατιώτης
Κόουλ ο οποίος είχε
τοποθετηθεί στο νοσοκομείο σκοτώθηκε ενώ έβγαινε τρέχοντας.
Υπάρχουν
αναφορές ότι ο Τζένκινς σκοτώθηκε αφού
συνελήφθη και διατρυπήθηκε από τα δόρατα· ένας άλλος ασθενής του νοσοκομείου
που σκοτώθηκε ήταν ο Ιππέας Χάντερ της Έφιππης Αστυνομίας του Νατάλ. Μεταξύ των
ασθενών του νοσκομείου που διέφυγαν ήταν ένας Δεκανέας Μάγιερ του NNC·
ο πυροβολητής Λιούις του Βασιλικού Πυροβολικού και ο Ιππέας Γκρην της Έφιππης
Αστυνομίας του Νατάλ, ο οποίος τραυματίστηκε στο μηρό από αδέσποτη
σφαίρα. Ένας Στρατιώτης Κόνλεϋ με σπασμένο πόδι
τραβήχτηκε από τον Χουκ μακριά από τον κίνδυνο,
αν και στην προσπάθεια αυτή το πόδι του Κόνλεϋ έσπασε ξανά.
Με την εκκένωση
του νοσοκομείου ολοκληρώθηκε η σύμπτυξη της περίμετρου. Καθώς έπεφτε η νύχτα,
οι επιθέσεις των Ζουλού έγιναν όλο και εντονότερες. Το κράαλ υπέστη εκ νέου
επίθεση και εκκενώθηκε γύρω στις 10.00 μ.μ., περιορίζοντας τους άνδρες που
είχαν απομείνει σε έναν μικρό προμαχώνα γύρω από την αποθήκη. Καθόλη τη
διάρκεια της νύχτας, οι επιθέσεις των Ζουλού στις βρετανικές θέσεις ήταν
συνεχείς· οι επιθέσεις τους αυτές άρχισαν να εξασθενούν μετά από τα μεσάνυχτα
και τελικά σταμάτησαν μετά τις 2.00 π.μ. για να αντικατασταθούν από συνεχή πυρά
παρενοχλήσεως - πυρά τα οποία διακόπηκαν μόνο στις 4.00 π.μ.
Μέχρι εκείνη τη
στιγμή η δύναμη του Τσαρντ είχε χάσει 14 νεκρούς.
Δύο ακόμα ήταν θανάσιμα τραυματισμένοι και ακόμα 8 άτομα - μεταξύ
τους και ο Ντάλτον - ήταν βαριά τραυματισμένοι. Ουσιαστικά όλοι
οι άνδρες είχαν κάποιο είδος τραύματος. Όλοι τους ήταν εξαντλημένοι, έχοντας
πολεμήσει στην καλύτερη περίπτωση επί τουλάχιστον 10 ώρες και τα πυρομαχικά
τους τελείωναν. Από τα 20.000 φυσίγγια που βρισκόντουσαν αποθηκευμένα στο
σταθμό, απέμεναν μόνο 900.
Μετά τη μάχη
Με την αυγή, οι
Βρετανοί μπορούσαν να δουν ότι οι Ζουλού είχαν αποχωρήσει· οι μόνοι που είχαν
μείνει ήταν οι νεκροί και οι βαριά τραυματίες. Εκπέμφθηκαν περίπολοι για την
αναγνώριση του πεδίου της μάχης, ανάκτηση τουφεκιών και αναζήτηση για
επιζώντες, πολλοί από τους οποίους εκτελούνταν με την ανακάλυψη τους. Περίπου
στις 7:00 π.μ. εμφανίστηκε ξαφνικά ένα ίμπι Ζουλού και οι Βρετανοί επάνδρωσαν
και πάλι τις θέσεις τους.
Καμία επίθεση
δεν εκδηλώθηκε, καθώς αυτοί οι Ζουλού βρισκόντουσαν ήδη σε κίνηση επί έξι
ημέρες πριν από τη μάχη και δεν είχαν φάει σωστά για τις προηγούμενες δύο. Στις
τάξεις τους βρισκόντουσαν εκατοντάδες τραυματίες και το κοντινότερο σημείο
εφοδιασμού τους απείχε πολλές ημέρες πεζοπορίας. Ελάχιστα μετά την εμφάνιση τους, οι Ζουλού
έφυγαν από εκεί που είχαν έρθει.
Περίπου στις
8:00 π.μ., εμφανίστηκε άλλη μία δύναμη και οι Βρετανοί Στρατιώτες άφησαν το
πρωινό τους στη μέση για να επανδρώσουν και πάλι τις θέσεις τους, ωστόσο η δύναμη
αυτή αποδείχθηκε ότι ήταν η φάλαγγα απεγκλωβισμού του Λόρδου Τσέλμσφορντ.
Ανάλυση των απωλειών Βρετανών και
αποίκων:
1/24 Τάγμα Πεζικού: 4 νεκροί ή
θανάσιμα τραυματισμένοι· 2 τραυματίες
2/24 Τάγμα Πεζικού: 9 νεκροί ή
θανάσιμα τραυματισμένοι· 9 τραυματίες
Σώμα Επιμελητείας και Μεταφορών: 1 νεκρός·
1 τραυματίας
Έφιππη Αστυνομία του Νατάλ: 1 νεκρός·
1 τραυματίας
1/3 Τάγμα του NNC: 1 νεκρός
2/3 Τάγμα του NNC: 2
τραυματίες
Επίσης, ένα
μέλος του 2/3 Τάγματος του NNC, υπό τον
Στήβενσον, ο Δεκανέας Γουίλλιαμ Άντερσον, σκοτώθηκε από
βρετανικά πυρά κατά τη φυγή του από το σταθμό μόλις πριν από την άφιξη των
Ζουλού.
Συνολικά
καταμετρήθηκαν 351 πτώματα Ζουλού μετά τη μάχη, αλλά έχει εκτιμηθεί ότι ο
αριθμός των τραυματιών και αιχμαλώτων Ζουλού που σφαγιάστηκαν μπορεί να έφτασε
τουλάχιστον τους 500. Έχοντας γίνει
μάρτυρες του σφαγείου της Ισαντλουάνα, τα μέλη της δύναμης απεγκλωβισμού του
Τσέλμσφορντ δεν έδειξαν κανένα έλεος στους αιχμαλώτους τραυματίες Ζουλού που
έπεφταν στα χέρια τους. Το ίδιο έκαναν και οι στρατιώτες της φρουράς. Ο Ιππέας Γουίλλιαμ Τζαίημς Κλαρκ της Έφιππης Αστυνομίας του Νατάλ περιέγραψε στο
ημερολόγιο του ότι "συνολικά θάψαμε
375 Ζουλού και μερικοί πληγωμένοι πετάχτηκαν μέσα στον τάφο. Έχοντας δει τους
ακρωτηριασμένους τραυματίες μας που είχαν συρθεί έξω από το
νοσοκομείο...ήμασταν πολύ θυμωμένοι και δεν λυπηθήκαμε τους πληγωμένους Ζουλού".
Ο Σάμιουελ Πιττ, ο οποίος υπηρέτησε σαν στρατιώτης στον 2ο
Λόχο κατά τη διάρκεια της μάχης, είπε στη Western Mail της Ουαλίας το 1914 ότι
οι επίσημες απώλειες ήταν πολύ χαμηλές: "Υπολογίζουμε
ότι είχαμε σκοτώσει περίπου 875, αλλά τα βιβλία θα σας πουν για 400-500".
Ο Υπολοχαγός Χόρας
Σμιθ-Ντόρριεν, μέλος του επιτελείου του Τσέλμσφορντ, έγραψε ότι τη
μέρα μετά τη μάχη στήθηκε μία αυτοσχέδια αγχόνη για τον απαγχονισμό των Ζουλού
που θεωρούνταν ότι είχαν διαπράξει προδοσία".
Σταυροί της Βικτωρίας και Μετάλλια
Διακεκριμένων Πράξεων
Έντεκα Σταυροί
της Βικτωρίας απονεμήθηκαν στους υπερασπιστές του Ρορκς Ντριφτ, επτά
από τους οποίους σε άνδρες του 2ου Τάγματος του 24ου
Συντάγματος Πεζικού - οι περισσότεροι που απονεμήθηκαν ποτέ σε ένα
σύνταγμα για μία πολεμική επιχείρηση (και όχι, όπως συνήθως
πιστεύεται, οι περισσότεροι που απονεμήθηκαν σε μία πολεμική επιχείρηση ή οι
περισσότεροι που απονεμήθηκαν σε μία ημέρα· 16 απονεμήθηκαν στη Μάχη του
Ίνκερμαν, στις 5 Νοεμβρίου 1854· 28 απονεμήθηκαν
στην Πολιορκία
του Λούκνοου, στις 14–22 Νοεμβρίου 1857).
Επίσης
απονεμήθηκαν τέσσερα Μετάλλια Διακεκριμένων Πράξεων. Αυτός ο υψηλός αριθμός
παρασημοφορήσεων για ανδρεία έχει ερμηνευθεί σαν μία αντίδραση στην προηγούμενη
ήττα κατά τη Μάχη της
Ισαντλουάνα - η υπερπροβολή της νίκης στο Ρορκς Ντριφτ
απέσπασε την προσοχή της κοινής γνώμης από τη μεγάλη ήττα της Ισαντλουάνα και
το γεγονός ότι ο Λόρδος Τσέλμσφορντ και ο Μπαρτλ Φρερ είχαν προκαλέσει τον πόλεμο χωρίς την
έγκριση της Κυβέρνησης της Αυτής Μεγαλειότητος.
Σίγουρα, ο Σερ Γκάρνετ Γούλσλεϋ, ο οποίος ανέλαβε την
αρχιστρατηγία από τον Λόρδο Τσέλμσφορντ αργότερα την ίδια
χρονιά, δεν εντυπωσιάστηκε από τις διακρίσεις που απονεμήθηκαν στους υπερασπιστές
του Ρορκς Ντριφτ, λέγοντας ότι "είναι
τερατώδες να θεωρούνται ήρωες εκείνοι οι οποίοι κλείστηκαν μέσα σε κτίρια στο
Ρορκς Ντριφτ, δεν μπορούσαν να επιτεθούν και πολέμησαν σαν ποντίκια για τις
ζωές τους τις οποίες δεν μπορούσαν να σώσουν με άλλο τρόπο".
Ωστόσο, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πολλοί από τους υπερασπιστές του Ρορκς Ντριφτ
- και κάθένας από τους 15 τιμηθέντες με το Σταυρό της Βικτωρίας
και το Μετάλλιο Διακεκριμένων Υπηρεσιών - επέδειξαν πράγματι τη συμπεριφορά που
απαιτούνταν για να κερδίσουν αυτές τις διακρίσεις· εκείνη της προφανούς
ανδρείας στο πρόσωπο του εχθρού.
Απονομές του Σταυρού της Βικτωρίας:
Υπολοχαγός Τζων
Ράουζ Μέρριοτ Τσαρντ, 5ος Λόχος Βασιλικού
Μηχανικού
Στρατιώτης Ρόμπερτ Τζόουνς; 2ος Λόχος, 2ο Τάγμα, 24ο Σύνταγμα Πεζικού
Το 1879 δεν υπήρχε πρόβλεψη για τη μεταθανάτια
απονομή του Σταυρού της Βικτωρίας και έτσι δεν μπορούσε
να απονεμηθεί σε άτομο το οποίο είχε πεθάνει κατά την εκτέλεση πράξης ανδρείας.
Με βάση αυτό θα μπορούσε να προστεθεί ένας 12ος Σταυρός της Βικτωρίας στα άτομα που αναφέρθηκαν ανωτέρω: Ο
Στρατιώτης Τζόζεφ
Γουίλλιαμς, 2ος Λόχος, 2ο Τάγμα, 24ο
Σύνταγμα Πεζικού, ο οποίος σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια της μάχης στο
νοσοκομείο και για την οποία αναφέρθηκε στην ημερησία διαταγή ότι "αν ζούσε, θα είχε προταθεί για τον Σταυρό της
Βικτωρίας".
Απονομές του Μεταλλίου Διακεκριμένων
Πράξεων:
Πυροβολητής Τζων Κάντγουελ· Πυροβολαρχία Ν, 5η Ταξιαρχία Βασιλικού Έφιππου Πυροβολικού
(ο οποίος είχε υποβιβαστεί από το βαθμό του Πυροβολητή - Ελάτη
την προηγουμένη της μάχης)
Στρατιώτης Τζων Γουίλλιαμς Ρόυ· 1ο Τάγμα, 24ο Σύνταγμα
Πεζικού
Στις 15 Ιανουαρίου 1880, έγινε πρόταση απονομής
του Μεταλλίου Διακεκριμένων πράξεων για τον Στρατιώτη Μάικλ ΜακΜάχον, της Νοσοκομειακής
Υπηρεσίας του Στρατού. Η πρόταση αυτή αποσύρθηκε στις 29 Ιανουαρίου
1880, λόγω των κατηγοριών αδικαιολογήτου απουσίας και κλοπής που βάρυναν τον
προτεινόμενο.
Αναπαραστάσεις και
δραματοποιήσεις
Τα γεγονότα που
έλαβαν χώρα κατά την επίθεση στο Ρορκς Ντριφτ δραματοποιήθηκαν αρχικά από
ζωγράφους στρατιωτικών θεμάτων, κυρίως την Ελίζαμπεθ Μπάτλερ και τον Αλφόνς ντε Νεβίλ. Τα έργα τους
εκείνη την εποχή ήταν ιδιαίτερα δημοφιλή μεταξύ των πολιτών της Βρετανικής
Αυτοκρατορίας.
Η κινηματογραφική
ταινία του 1964 «Ζουλού» είναι μία αναπαράσταση
του Ρορκς Ντριφτ. Η ταινία γενικά έλαβε πολύ θετικά σχόλια από τους κριτικούς.
Ωστόσο, μερικές λεπτομέρειες της ταινίας, έχουν κριτικαριστεί ως ιστορικά
ανακριβείς.(Για παράδειγμα, στην ταινία το Σύνταγμα αποκαλείται Σύνταγμα των Οριοφυλάκων της Νότιας Ουαλλίας,
αλλά το όνομα αυτό αποδόθηκε στη μονάδα αυτή 2 χρόνια μετά τη μάχη, αν και ήδη
στάθμευε στο Μπρέκον της Νότιας Ουαλλίας από το 1873.
Ενώ οι περισσότεροι
από τους άνδρες του 1ου Τάγματος, του 24ου
Συντάγματος Πεζικού (1/24) είχαν στρατολογηθεί από τις βιομηχανικές
πόλεις και τις αγροτικές τάξεις της Αγγλίας, κυρίως από το Μπέρμιγχαμ και τις
γειτονικές νοτιοδυτικές περιοχές, μόνο 10 από τους στρατιώτες του 1/24 Τάγματος
που πολέμησαν στη μάχη ήταν Ουαλλοί. Από τους 122 στρατιώτες του 24ου Συντάγματος που ήταν παρόντες στη μάχη
του Ρορκς Ντριφτ, είναι γνωστό ότι οι 49 ήταν Άγγλοι, 32 ήταν Ουαλλοί, 16 ήταν Ιρλανδοί, 1 ήταν
Σκωτσέζος και 3 από αυτούς δεν γεννήθηκαν στα Βρετανικά Νησιά. Οι εθνικότητες των
υπολοίπων 21 είναι άγνωστες.
Η μάχη του
Ρορκς Ντριφτ έχει το δικό της κεφάλαιο στο βιβλίο του ιστορικού Βίκτωρ Νταίηβις Χάνσον Carnage and Culture, ως μία από τις αρκετές
κομβικές μάχες που κατέδειξαν την ανώτερη αποτελεσματικότητα των στρατιωτικών
πρακτικών της Δύσης. Το 1990 ή εταιρία παιχνιδιών Impressions
Games παρουσίασε ένα ηλεκτρονικό παιχνίδι βασισμένο στην ιστορική
μάχη. Η μάχη αυτή επίσης παρουσιάστηκε από την Mad Doc Software στο ηλεκτρονικό της παιχνίδι στρατηγικής Empire
Earth II: The Art of Supremacy του 2006, σαν μία από τις
"κομβικές" μάχες του παιχνιδιού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου