Τετάρτη 1 Μαρτίου 2017

37. ΤΟΥ ΠΑΛΑΤΙΟΥ Η ΠΥΡΚΑΓΙΑ ( Γεώργιος Σουρής )



«ΑΠΑΝΤΑ» ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΣΟΥΡΗ.
37. ΤΟΥ ΠΑΛΑΤΙΟΥ Η ΠΥΡΚΑΓΙΑ ( Γεώργιος Σουρής )
Αὔγουστος 1884
    Ὁ σατιρικὸς ποιητικὸς διάλογος, μεταξὺ Φασουλῆ καὶ Περικλέτου ποὺ ἀκολουθεῖ, ἔχει ὡς ἀφορμὴ μία πυρκαγιὰ ποὺ ἐκδηλώθηκε, τὸν Ἰούλιο τοῦ 1884, στὸ Παλάτι καὶ ἔδωσε ἀφορμὴ στὸ Σουρῆ νὰ ἐκδηλώσει, γιὰ μία ἀκόμη φορά, τ᾿ ἀντιβασιλικά του αἰσθήματα, γιὰ τὰ ὁποῖα εἶχε ὑποστεῖ πολλὲς διώξεις.
    Διάχυτη στοὺς πικάντικους στίχους του ἡ ἐκτίμηση καὶ ὁ θαυμασμός του γιὰ τοὺς προδρόμους μας σκαπανεῖς τῆς Διλοχίας Σκαπανέων ποὺ ἐκτελοῦσαν τότε πυροσβεστικὰ καθήκοντα.
Φασουλῆς καὶ Περικλέτος,
ὁ καθένας νέτος σκέτος
ΦΑΣΟΥΛΗΣ
Οὔφ! ἄφησε μέ, Περικλῆ, καὶ σοῦ ῾χω μία λύπη!
ΠΕΡΙΚΛΕΤΟΣ
Καὶ γιὰ ποιὸ λόγο, βρὲ κουτέ; ἐσένα τί σοῦ λείπει;
ἔχεις τὰ παραδάκια σου, ἔχεις κι ἐμένα φίλο,
πηγαίνεις καὶ στὸ Φάληρο, τρῷς κάποτε καὶ ξύλο...
ΦΑΣΟΥΛΗΣ
Μὰ δὲν ἀφίνεις, Περικλῆ αὐτὰ τὰ χωρατά σου,
δὲν ἔρχεσαι γιὰ μία στιγμὴ καὶ λίγο στὰ σωστά σου;
Ἐδῶ ὁ κόσμος καίεται...
ΠΕΡΙΚΛΕΤΟΣ
Τί καίεται, βρέ, πάλι;
ΦΑΣΟΥΛΗΣ
Νάτα! λοιπὸν στὴν πυρκαγιὰ δὲν ἤσουν τὴν μεγάλη;
ΠΕΡΙΚΛΕΤΟΣ
Ποιὰ πυρκαγιά;
ΦΑΣΟΥΛΗΣ
Τοῦ Παλατιοῦ.
ΠΕΡΙΚΛΕΤΟΣ
Ἐκάη τὸ Παλάτι;
Πάλι σὲ τρώει, φαίνεται, ἡ ἔρημή σου πλάτη.
ΦΑΣΟΥΛΗΣ
Μὰ πῶς, μωρέ; στὴν πίστη σου δὲν πῆρες σὺ χαμπάρι;
Ἐδῶ ὁ κόσμος σύσσωμος σηκώθη στὸ ποδάρι
καὶ ἔτρεχε ξεσκούφωτος στὸ ντάλα μεσημέρι,
καὶ ὅλοι ἐβαστούσανε κι ἕναν κουβᾶ στὸ χέρι.
ΠΕΡΙΚΛΕΤΟΣ
Πάλι τὰ ἴδια μ᾿ ἄρχισες καὶ θὰ σὲ μπαγκλαρώσω.
ΦΑΣΟΥΛΗΣ
Βρὲ ἄφησέ με μία μικρὴ ἰδέα νὰ σοῦ δώσω
γι᾿ αὐτὸ τὸ φοβερὸ κακό, ποὺ πάλι μᾶς συνέβη,
γιατί ἐμένα ἄρχισε ὁ νοῦς μου νὰ σαλεύει.
Ἄκου λοιπόν.... ἐφύσαγε ἕνα μελτέμι πρώτης,
ὅταν ἐμπρός μου πέρασε δρομαῖος στρατιώτης.
Γειά σου τοῦ λέω, ἀδελφέ, μὰ στάσου καὶ κομμάτι,
πολλὰ τὰ ἔτη μ᾿ ἁπαντᾶ .... φωτιὰ εἰς τὸ Παλάτι!
Τότε κι ἐγώ, βρὲ Περικλῆ, διόλου καιρὸ δὲν χάνω,
τὸ βάζω εἰς τὰ τέσσερα καὶ στὸ παλάτι φθάνω,
καὶ τί νὰ δῶ, βρὲ μάτια μου;....σπίθες, καπνό, φαντάρους,
καὶ τὸν Τρικούπη στὴ σκεπὴ μὲ δυὸ ψηλοὺς κολλάρους,
καὶ νὰ σοῦ πῶ, βρὲ Περικλῆ, τὸν θαύμασα στ᾿ ἀλήθεια...
Εἶναι ὁ μόνος ἄνθρωπος, ποὔχει ζωὴ στὰ στήθια.
Μπορεῖ καὶ τὸν Κουταλιανὸ ὁλάκερο νὰ φάει.
αὐτὸς δὲν εἶναι ἄνθρωπος, αὐτὸς καὶ ποῦ δὲν πάει;
στὶς πυρκαγιές, στὰ δάνεια, στὶς Τράχωνες, στὰ δάση
στοὺς φόρους, στοὺς προβιβασμοὺς κι ὅπου ἀλλοῦ προφθάσει.
Προφθαίνει καὶ στὸ θέατρο ἀκόμη τοῦ Φαλήρου....
Αὐτὸς εἶν᾿ ἄνδρας τοῦ πυρός, καθὼς καὶ τοῦ σιδήρου,
γιατὶ σὲ τοῦτο τὸν καιρὸ ὅλ᾿ ἡ Ἑλλὰς ἀνάβει,
καὶ δὲν μπορεῖ κανεὶς γιατί καὶ πῶς νὰ καταλάβει.
Ἀλλ᾿ ἂς ἀφήσουμε αὐτὸν κι ἂς ἔλθουμε καὶ πάλι
στὴ φοβερὴ τὴν πυρκαγιὰ καὶ τὴν ἀνεμοζάλη.
Λοιπὸν κοντὰ στὸν Πρόεδρο στεκόταν ὁ Μαμούρης,
εἰς τὸν Μαμούρη δὲ κοντὰ στεκόταν ὁ Μπουντούρης,
εἰς τὸν Μπουντούρη δὲ κοντὰ στεκότανε ὁ Σοῦτσος,
καὶ εἰς τὸν Σοῦτσο δὲ κοντὰ στεκότανε ἕνας μοῦτσος,
καὶ εἰς τὸν μοῦτσο δὲ κοντὰ στεκότανε ὁ Λέλης,
καὶ εἰς τὸν Λέλη δὲ κοντὰ στεκόταν ὁ Γουβέλης,
καὶ στὸ Γουβέλη δὲ κοντὰ στεκότανε ὁ Λάγγες,
καὶ εἰς τὸν Λάγγες δὲ κοντά, ἕνα φουσάτο μάγγες,
καὶ εἰς τοὺς μάγγες δὲ κοντὰ καμπόσοι λωποδύτες,
καὶ πυροσβέστες ἄπειροι ἀπάνω στὶς σοφίτες,
καὶ ὁ Πηνειός, ὁ Τσέρνοβιτς, ὁ Σέκερης, ὁ Πάλλης,
ἀκόμη κι ὁ Γενήσαρλης, ὁ Λάμπρος ὁ Μιχάλης,
καὶ μὲ τὸ σκύλο του μαζὶ ὁ Φὼν Κολοκοτρώνης,
ὁ Γιώργης τῆς Δημήτραινας κι ὁ Σπύρος ὁ Πομόνης...

ΠΕΡΙΚΛΕΤΟΣ
Καὶ τέλος τί ἀπέγινε;
ΦΑΣΟΥΛΗΣ
Τί ἤθελες νὰ γίνει
μέσα σὲ τέτοιο φλογερὸ καὶ ἄσβεστο καμίνι;
Πρῶτα ἐπήρανε φωτιὰ ἄξαφνα οἱ κουζίνες,
ἔπειτα πῆραν ἄξαφνα φωτιὰ καὶ οἱ κουρτίνες,
ἔπειτα πῆραν ἄξαφνα φωτιὰ κι οἱ καναπέδες,
ἔπειτα πῆραν ἄξαφνα φωτιὰ κι οἱ λακέδες,
κοντὰ σ᾿ αὐτοὺς τὸ θέατρο, μαζὶ κι ἡ ἐκκλησία,
καὶ τέλος πάντων ἔγινε ἑσπερινὴ θυσία.
Καὶ ὅταν πιὰ ἐπήρανε φωτιὰ καὶ τὰ φουγάρα,
ἀπελπίσθηκαν ὅλοι των καὶ ἄναψαν τσιγάρα.
ΠΕΡΙΚΛΕΤΟΣ
Μὰ πές μου, τούτη τὴ φωτιὰ ποιὸς νὰ τὴν ἔχει βάλει;
ΦΑΣΟΥΛΗΣ
Καὶ θέλει ρώτημα κι αὐτό, μωρὲ στραβὸ κεφάλι;
Τί ἄνθρωπος! ... αἰώνια ζητᾷ νὰ μὲ πειράζει!...
Σοῦ εἶπα ὅλες τί φωτιές, πὼς ὁ Μελᾶς τὶς βάζει.
ΠΕΡΙΚΛΕΤΟΣ
Λοιπόν;
ΦΑΣΟΥΛΗΣ
Λοιπὸν ἐκάηκαν καμπόσοι στρατιῶται,
μὰ παλληκάρια τῆς φωτιᾶς κι ἀληθινοὶ ἱππόται,
ποὺ βασιλιὰς γιὰ μία στιγμὴ λαχτάριζα νὰ γίνω,
νὰ τοὺς φορέσω στέφανο, καὶ Φασουλῆς νὰ μείνω.
ΠΕΡΙΚΛΕΤΟΣ
Καὶ ποιοὶ ἀκόμη τὄδειξαν;
ΦΑΣΟΥΛΗΣ
Οἱ σκαπανεῖς κι οἱ ναῦτες,
κι οἱ ἄλλοι ὅλοι ἤτανε σπουδαῖοι μυϊγοχάφτες.
ΠΕΡΙΚΛΕΤΟΣ
Καὶ λὲς ἡ νέα πυρκαγιά, νὰ ἔχει σημασία,
ἡ λὲς κι αὐτὴ πὼς ἔγινε γιὰ τὴ φωτοχυσία;
ΦΑΣΟΥΛΗΣ
Ἔ! ὅταν βλέπεις σκαπανεῖς καὶ μέσα στὸ Παλάτι,
καὶ βασιλεῖς μὲ βασιλεῖς καὶ κράτη ἐπὶ κράτη,
καὶ στὰ καλὰ καθούμενα ἀνάβει καὶ ὁ θρόνος,
αὐτὸ θὰ πεῖ, συντέλεια, πὼς ἦλθε τοῦ αἰῶνος.
ΠΕΡΙΚΛΕΤΟΣ
Καὶ ἡ ζημία πόσο λὲς νὰ εἶν᾿ ἀπάνω κάτω;
ΦΑΣΟΥΛΗΣ
Ὅσα περίπου ἔχασε, θαρρῶ τὸ Συνδικᾶτο.
ΠΕΡΙΚΛΕΤΟΣ
Καὶ τώρα τούτη τὴ ζημιὰ ποιὸς λὲς θὰ τὴν πληρώσει;
ΦΑΣΟΥΛΗΣ
Στὴ ράχη σας ὁ βασιλιὰς κι αὐτὴ θὰ τὴν φορτώσει.
Καὶ τίποτα παράξενο ν᾿ ἀκούσεις σὲ κομμάτι
καινούργιους φόρους γιὰ φωτιὲς ποὺ βάζουν στὸ Παλάτι.
ΠΕΡΙΚΛΕΤΟΣ
Καὶ ὕστερα ἀπ᾿ ὅλα αὐτὰ ὁ βασιληᾶς τί κάνει;
ΦΑΣΟΥΛΗΣ
Τοῦ τηλεγράφησαν, θαρρῶ, καὶ μὲ τὸ πρῶτο φθάνει.
ΠΕΡΙΚΛΕΤΟΣ
Ἐγὼ σοῦ λέω πὼς αὐτὸς δὲν τὸ κουνάει διόλου
κι ἂν ὅλο τὸ Παλάτι του πάει κατὰ διαβόλου.
ΦΑΣΟΥΛΗΣ
Ἐγὼ σοῦ λέω πὼς θἄρθη...
ΠΕΡΙΚΛΕΤΟΣ
Ἐγὼ σοῦ λέω σκάσε.
ΦΑΣΟΥΛΗΣ
Ἐγὼ σοῦ λέω πὼς θὰ ῾ρθῆ καὶ νὰ μοῦ τὸ θυμᾶσαι.
ΠΕΡΙΚΛΕΤΟΣ
Μὰ σὺ τὸ παραξίλωσες μ᾿ αὐτό σου τὸ γινάτι...
ὄρσε λοιπὸν δυὸ τρεῖς σβερκιὲς καὶ σῦρε στὸ Παλάτι.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου