Τρίτη 25 Φεβρουαρίου 2014

8.ΠΑΡΟΙΜΙΕΣ

ΠΑΡΟΙΜΙΕΣ
8.ΠΑΡΟΙΜΙΕΣ

 Εγώ
Μακριά απ’ τον κώλο μου, κι ας είναι δέκα μέτρα.
Άμα πεθάνω εγώ, φούρνος να μην καπνίσει.
Χαρακτήρας
Άμα το ‘χει η κούτρα σου να κατεβάζει ψείρες
Το ήμερο τ’ αρνί βυζαίνει από δυο μανάδες και το άγριο δε βυζαίνει ούτε απ’ τη μάνα του.
Ο λύκος κι αν εγέρασε κι άσπρισε το μαλλί του, ούτε τη γνώμη άλλαξε ούτε την κεφαλή του.
Νους
Καλά είναι τα γράμματα, μα να ‘χει νου και γνώση.
Άσκοπος ο νους, διπλός ο κόπος.
Αν δε δουλεύει το μυαλό, τα χέρια δε δικάνε.
Στάση & Νοοτροπία
Χαρά σ’ εκείνον που γελά, με τα παθήματά του, που κάνει γλέντι τον καημό, χορό τα βήματά του.
Απόψεις & Γνώμες
Στο μπόι σου βρίσκεις, στη γνώμη σου δε βρίσκεις.
Άλλος το μακρύ του κι άλλος το κοντό του.
Την ξένη γνώμη αγροίκα την και τη δική σου κράτει, κι εκείνην όπου σε ωφελεί, με δαύτηνε περπάτει.
Καταγωγή
Από αγκάθι βγαίνει ρόδο κι από ρόδο βγαίνει αγκάθι.
Από κει που πήδησε η κατσίκα θα περάσει και το κατσικάκι.
Η αλεπού και το παιδί της, ένα τομάρι έχουνε.
Κατά μάνα κατά κύρη, κατά γιος και θυγατέρα.
Παπά παιδί, διαόλου εγγόνι.
Σόι πάει το βασίλειο.
Το σόι σώζεται.
Το αίμα νερό δεν γίνεται και άμα γενεί δεν πίνεται.
Βρήκε ο γύφτος τη γενιά του κι αναγάλλιασε η καρδιά του.
Η αλεπού εκατό χρονών, τ’ αλεπουδάκια εκατόν δέκα.
Οι κάμποι τρέφουν άλογα και τα βουνά λεβέντες.
Πάρε σκυλί από μαντρί, γυναίκα από σόι.
Δες μάνα και πάρε κόρη.
Ζαβός ζαβή παντρεύτηκε, ζαβά παιδιά θα κάνουν.
Είχα πατέρα κι έκλανε, μάνα κι ετσιρλοκόπα.
Αδύνατο `ναι να γενεί χοίρου μαλλί μετάξι και του χωριάτη το παιδί νάχει αρχοντιά και τάξη.
Μη μου πολυψηλώνεσαι γιατί ψηλός δεν είσαι, και το χωριό σου είναι κοντά, και ξέρω τίνος είσαι.
Χωριάτη άγιο κι αν ιδής, ποτέ μην προσκυνήσεις, κι αν τον ιδής και ‘πίσκοπο, χέρι μην του φιλήσεις.
Νοσταλγία
Όποιος γεννηθεί στη φυλακή, τη φυλακή θυμάται.
Λήθη
Πάντα ξεχνά η πεθερά πως ήτονε και νύφη.
Μάτια που δεν βλέπονται, γρήγορα λησμονιούνται.
Γέλιο & Χαμόγελο
Δυο γελάν, κάτι ξέρουν. Ένας γελάει, τρελός είναι.
Γέλασε και το παρδαλό κατσίκι.
Ας πηδάμε κι ας γελάμε για να λεν πως δεν πεινάμε.
Άμα ξαναγίνω νύφη, ξέρω να χαμογελώ.
Όταν γελάς μη σκέφτεσαι, μα όταν κλαις το ίδιο.
Άσπρα γέλια των χειλιώνε, μαύρα γέλια των καρδιώνε.
Γέλιο χαρά που μου ‘φερες και λύπη που μου πήρες.
Εγελούσανε με μένα κι έσκασα κι εγώ στα γέλια.
Τα γέλια τ’ ασταμάτητα, μυαλά κουρκουτιασμένα.
Το γέλιο, είναι του τρελού ο λόξυγκας.
Αν δεν γελάσεις το πρωί, μην καρτερείς το βράδυ.
Γέλιο άσκοπο, μυαλό άσκεφτο.
Είναι κι άσπρα γέλια, είναι και μαύρα γέλια.
Όποιος γελάει την Παρασκευή, κλαίει το Σαββάτο.
Ο γνωστικός θυμάται και γελά, ο τρελός βλέπει και γελά.
Χαρά σ’ εκείνον που γελά, με τα παθήματά του, που κάνει γλέντι τον καημό, χορό τα βήματά του.
Μυρωδιές & Αρώματα
Το ψάρι βρομάει απ’ το κεφάλι
Καθενός η πορδή, μόσχος του μυρίζει.
Βασιλικός κι αν μαραθεί, τη μυρωδιά την έχει.
Όποιος κεντάει το γάιδαρο μυρίζεται τις πορδές του.
Όταν ανακατεύεις τα σκατά, βρομάνε.
Πέρσι έκλασε, φέτος βρόμισε.
Ο πρωτομυριστής και πρωτοκλαστής.
Εξωτερική Εμφάνιση
Τα ράσα δεν κάνουν τον παπά.
Από ‘ξω κούκλα κι από μέσα πανούκλα.
Άσχημο παιδί στην κούνια, όμορφο στη ρούγα.
Μπρος τα κάλλη τι είναι ο πόνος.
Τα πάχη μου, τα κάλλη μου.
Κοντή γυναίκα πέρδικα, ψηλή καρακαηδόνα.
Άλλαξε ο Μανωλιός, έβαλε τα ρούχα του αλλιώς.
Φυλάξου από άνθρωπο σπανό και μαλλιαρή γυναίκα.
Η αρρώστια και η αρχοντιά φαίνονται από μακριά.
Άντρας ο καλύτερος τσάχειλας και μύταρος.
Μαγκιά, κλανιά και κώλος φινιστρίνι.
Μικρός στο μάτι μεγάλος στο κρεβάτι.
Ο κουζουλός ο γάιδαρος, πάντα πουλάρι δείχνει.
Ή μίλαε όπως φορείς ή φόραε όπως μιλείς.
Μάτια και φρύδια έβλεπα και πίστεψα ο καημένος, μα την καρδιά δεν έβλεπα και βγήκα γελασμένος.
Ομορφιά
Καλογνωμιά και ομορφιά θέλουν ταπεινοσύνη.
Μην το περηφανεύεσαι και μην το κάνεις νάζι, γιατί ο Θεός την ομορφιά σαν άνθος την τινάζει.
Σώμα
Ό,τι παθαίνει το κορμί, το φταίει το κεφάλι.
Υγεία
Οι τριφτάδες κι ο χυλός ώσπου να σηκωθείς ορθός.
Πότε ο Γιάννης δεν μπορεί, πότε ο κώλος τον πονεί.
Ο άρρωστος θέλει γιατρό κι ο πεθαμένος κλάμα.
Κώλος κλαμένος, γιατρός χεσμένος.
Όποιος λέει τον πόνο του, βρίσκει τη γιατρειά του.
Αρρώστου χείλη φαίνονται και νηστικού μαγούλες.
Τετάρτη και Παρασκευή τα νύχια σου μην κόψεις, την Κυριακή να μη λουσθείς, αν θέλεις να προκόψεις.
Αν πεθάνω από συνάχι, η πανούκλα μούντζες να 'χει.
Καρδιά
Κρύα χέρια - ζεστή καρδιά.
Το στενό σπίτι θέλει φαρδιά καρδιά.
Πολλές φορές η λογική με την καρδιά μαλώνει, γιατί το θέλει η καθεμιά δικό της το τιμόνι.
Οπτικό πεδίο
Ο διακονιάρης τα μπροστινά σακούλια βλέπει.
Μάτια που δεν βλέπονται, γρήγορα λησμονιούνται.
Χωριό που φαίνεται κολαούζο δε θέλει.
Όσους βλέπει ο παπάς, τόσους και θυμιατίζει.
Εμείς το λύκο βλέπουμε, πούθε πάν’ τ’ αχνάρια του.
Η καμήλα την καμπούρα της δεν την βλέπει.
Σε όλα υπάρχει νόμος, στα μάτια όχι όμως.
Το δικό μου το καρφί το βλέπεις, το δικό σου το παλούκι δεν το βλέπεις;
Συνήθεια
Έτσι το ‘χει το λινάρι, να ανθεί τον Αλωνάρη.
Τύχη & Πεπρωμένο
Ό,τι μέλλει δεν ξεμέλλει.
Οι πουτάνες κι οι τρελές έχουν τις τύχες τις καλές.
Να ‘χα πουτάνας ριζικό και ακαμάτρας μοίρα.
Πουτάνας τύχη δεν χάνεται.
Αυτός κοιμάται κι η τύχη του δουλεύει.
Όποιου του μέλλει να πνιγεί, δεν πάει από κρεμάλα.
Ο Θεός άλλους έπλασε και άλλους έκλασε.
Όποιος έχει τύχη, γεννάνε και τα κοκόρια του.
Γυναίκα και καρπούζι η τύχη τα διαλέγει.
Που γραψ’ ο Θεός ξεβράκωτο, ποτέ βρακί δε βάζει
Όσα φέρνει η ώρα, δεν τα φέρνει ο χρόνος όλος.
Άλλος μαυρομάτα και άλλος τσιμπλομάτα.
Του φτωχού τ’ αρνί κριάρι δε γίνεται.
Ρόδα είναι και γυρίζει.
Αγάπαγε η Μάρω το χορό βρήκε και άντρα χορευτή.
Όταν η τύχη σε βοηθά, μην την πισωκωλιάζεις.
Όταν θέλει ο Θεός, βοηθούν κι οι Άγιοι.
Η μοίρα κάνει τα προικιά, το ριζικό τα κάλλη.
Ό,τι γράφει η μοίρα μελανό, ο ήλιος δεν τ’ ασπρίζει.
Σαν θέλει η μοίρα μυλωνάς γίνεται και δεσπότης
Ό,τι γράφει η μοίρα, δεν ξεγράφει η χείρα.
Τα όσα έχει η μοίρα στο χαρτί, πελέκι δεν τα κόβει.

Αν έχεις τύχη διάβαινε και ριζικό περπάτει [κι αν είσαι κακορίζικος, κάτσε μην τυραννιέσαι]

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου