Σάββατο 10 Αυγούστου 2024

Συνθήκη Βουκουρεστίου (1913)

ΕΠΕΤΕΙΑΚΑ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Συνθήκη Βουκουρεστίου (1913)
 

    Η Συνθήκη Βουκουρεστίου (1913) είναι η συνθήκη ειρήνης που συνομολογήθηκε στις 10 Αυγούστου του 1913 στο Βουκουρέστι, εξ ου και η ονομασία της, μεταξύ των Βασιλείων της Ελλάδας, της Ρουμανίας, της Σερβίας, και του Μαυροβουνίου αφενός και της Βουλγαρίας αφετέρου. Με τη συνθήκη αυτή δόθηκε τέλος στο Β' Βαλκανικό Πόλεμο ακριβώς μετά την ήττα της Βουλγαρίας.
    Οι διαπραγματεύσεις της διάσκεψης για τη συνομολόγηση της συνθήκης αυτής διεξάχθηκαν στο Βουκουρέστι σ΄ έναν αγώνα προσδιορισμού των νέων συνόρων και ειδικότερα των Σερβο-Βουλγαρικών και των Ελληνο-Βουλγαρικών (στη Θράκη). Πριν όμως της σύγκλησης της διάσκεψης αυτής είχαν προηγηθεί οι ακόλουθες πολιτικές, διπλωματικές και άλλες στρατιωτικές ενέργειες:
    Στις 26 Απριλίου (1913) ο Έλληνας Πρωθυπουργός Ε. Βενιζέλος ενημερώνει εγγράφως τον Στογιάν Δάνεφ περί μη ύπαρξης σχετικής συμφωνίας μεταξύ Σερβίας και Ελλάδος δηλώνοντάς του πως γενικά οι Έλληνες επιθυμούν να καταστήσουν την υπό κυριαρχία τους Θεσσαλονίκη ελεύθερο λιμένα και επιπρόσθετα πως αν επιχειρηθεί χωριστή συμφωνία με τη Βουλγαρία οι Έλληνες είναι πρόθυμοι να παύσουν να ενδιαφέρονται για τις Σερβο-Βουλγαρικές διαφορές που αφορούσαν το Μοναστήρι κ.ά. (Σημειώνεται πως την πρόταση αυτή του Βενιζέλου επικαλέσθηκε αργότερα ο Βούλγαρος Πρωθυπουργός Ιβάν Γκέσωφ σε γαλλόφωνο βιβλίο που εξέδωσε προκειμένου ν΄ αποδείξη ότι η Ελλάδα τότε, στο Βουκουρέστι, δεν απαιτούσε κάνενα ζωτικό συμφέρον στη διανομή της Μακεδονίας).
    Παράλληλα όμως ο Βούλγαρος Πρωθυπουργός Γκέσωφ επιζητούσε πρώτα να επιλυθεί, με τη βοήθεια της ομόθρησκης Ρωσίας, η Σερβο-Βουλγαρική διαφορά προκειμένου στη συνέχεια να μείνη μόνο εκείνη με την Ελλάδα (κατά τις επιστολές Γκέσωφ - Σαζόνωφ).
    Την ίδια περίοδο η Αυστροουγγαρία συμβουλεύει τη Βουλγαρία να λάβει υπόψης της την κατάσταση όπως εξελίχθηκε και να προβεί σε θυσίες προκειμένου να φθάσει σε συμφωνία με τη Ρουμανία.
    Στο μεταξύ στις 19/30 Μαΐου 1913 υπογράφεται η Συνθήκη Λονδίνου (1913) σύμφωνα με την οποία όλα τα εδάφη δυτικά της "γραμμής Αίνου - Μηδείας", εκτός Αλβανίας, παραχωρούνται στους νικητές, καθώς και κάποια εδάφη της Θράκης στην Οθωμανική Αυτοκρατορία.
    Δυστροπώντας όμως οι Βούλγαροι να εκκενώσουν εδάφη που παραχωρούνταν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία ο Σουλτάνος διέταξε τον Ισμέτ πασά με τουρκικές δυνάμεις να εισβάλλει στα συγκεκριμένα κατεχόμενα υπό τη Βουλγαρία εδάφη και να ανακαταλάβει αυτά. Ο Ισμέτ πασάς όμως, προήλασε και πέραν της γραμμής Αίνου - Μηδείας καταλαμβάνοντας και την Αδριανούπολη.
    Όταν όμως έγινε γνωστό ότι τούρκοι αιχμάλωτοι και μουσουλμανικοί πληθυσμοί σφαγιάζονταν σε αντίποινα από τους Βουλγάρους ο Σουλτάνος απείλησε έναρξη νέου πολέμου. (Σημειώνεται πως αντ΄ αυτού και μετά τη παρούσα συνθήκη ακολούθησαν η διμερής Βουλγαροτουρκική Συνθήκη Κωνσταντινούπολης (1913), και η Ελληνοτουρκική Συνθήκη Αθηνών (1913)).
    Η θέση των Μεγάλων Δυνάμεων όπως αυτή εκδηλώθηκε κατά τη διάρκεια της συνδιάσκεψης των Βαλκανικών Βασιλείων στο Βουκουρέστι και ειδικότερα επί των ελληνικών αιτημάτων ήταν η ακόλουθη:
    Τόσο πρώτη η Γερμανία όσο και η Γαλλία υποστήριξαν θερμά τις ελληνικές θέσεις και μάλιστα σε βαθμό που η δεύτερη εκ του γεγονότος αυτού να περιέλθει σε διπλωματική ψυχρότητα με τη σύμμαχό της Ρωσία.
    Η Ρωσία αντίθετα υποστήριξε θερμά όλα τα αιτήματα της Βουλγαρίας, όπως τη παραχώρηση της Καβάλας κ.ά.
    Αλλά και η Αυστροουγγαρία υποστήριξε επίσης τη Βουλγαρία, συγκεκριμένα ο υπουργός εξωτερικών της, κόμης Μπέτερχολντ, εξέφρασε την αδικία σε βάρος της Βουλγαρίας που επειχειρούνταν με την διαρρύθμιση των συνόρων της με την Ελλάδα και Σερβία προβάλλοντας λόγους τόσο εθνολογικούς όσο και οικονομικούς.
    Τέλος η Αγγλία και η Ιταλία δεν εναντιώθηκαν αλλά ούτε και υποστήριξαν τα ελληνικά αιτήματα και ιδιαίτερα για τη παραχώρηση της Καβάλας στη Βουλγαρία. Αξίζει όμως ν΄ αναφερθεί η διπλωματική στάση της Αγγλίας όπως δηλώθηκε από τον πρέσβη της στον Ρουμάνο πρωθυπουργό και υπουργό των Εξωτερικών Μαγιορέσκου που είχε ως εξής:
"Οποιαδήποτε κι αν είναι η απόφαση της Συνδιάσκεψης αυτής του Βουκουρεστίου, η αγγλική Κυβέρνηση επιφυλάσσει στον εαυτόν της το δικαίωμα της αναθεώρησής της, προς υπεράσπιση των βρεταννικών συμφερόντων".
    Επειδή στη θέση αυτή δεν συνέπραξαν το ίδιο και οι πρέσβεις της Γερμανίας, Γαλλίας και Ιταλίας, αναγκάσθηκε ο άγγλος πρέσβης να σπεύσει και ν΄αποσύρει έγκαιρα τη παράπάνω δήλωσή του ανακοινώνοντας σχετικά στον Μαγιορέσκου.
    Γενικά η Συνθήκη Βουκουρεστίου (1913) με την άμεση σχετικά συνομολόγηση και υπογραφή της υπήρξε πολύ σημαντική ιδιαίτερα στους Συμμάχους (Ελλάδα, Σερβία και Ρουμανία) δια της οποίας εκτός του ότι ορίσθηκαν τα σύνορα της ηττημένης Βουλγαρίας με τις όμορες σύμμαχες και νικήτριες Χώρες, ταυτόχρονα απετράπει και η όποια ανάμιξη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας σε βαλκανικά πλέον ζητήματα, εκτός από της εκ μέρους της τελευταίας ανακατάληψη της Αδριανούπολης καθώς και τμημάτων της Ανατολικής Θράκης μέχρι τον ποταμό Έβρο. Πρόσθετα όμως για την Ελλάδα με τη συνθήκη αυτή άρχισε και να οριστικοποιείται και η ποθητή λύση ενός μεγάλου επίσης ζητήματος του Κρητικού που ακόμα χρονοτριβούσε(.
    Αν και η συνθήκη αυτή δεν συμπεριέλαβε διατάξεις σχετικά με τον καθορισμό συνόρων μεταξύ των νικητριών Χωρών εν τούτοις οι κύριες συνέπειες εξ αυτής της ήταν:
    Η Σερβία να λάβει υπό τη κυριαρχία της όλη τη Βόρεια Μακεδονία μέχρι τη Ραντοβίτσα και τη Στρώμνιτσα περιλαμβάνοντας το Μοναστήρι και το μεγαλύτερο τμήμα του Βαρδάρη (Βαρντάσκας). Τα δε Ελληνο-Σερβικά σύνορα είχαν όμως καθορισθεί από συνελθούσα ειδική διμερή επιτροπή που συνέταξε ιδιαίτερο πρακτικό το οποίο και είχαν προσυπογράψει, επτά ημέρες πριν, στις 3 Αυγούστου 1913 οι Πρωθυπουργοί της Ελλάδας και της Σερβίας Ελευθέριος Βενιζέλος και Νικόλα Πάσιτς αντίστοιχα (²).
    Τα Ελληνο-Βουλγαρικά σύνορα (οροθετική γραμμή) σύμφωνα με το άρθρο 5 της Συνθήκης και του προσαρτημένου στη συνθήκη Πρωτοκόλλου της 17 Αυγούστου (1913) καθορίζονται ανατολικά μεν μεταξύ του όρους Μπέλες και των εκβολών του ποταμού Νέστου στο Αιγαίο, και βόρεια από εγγύς Στρωμνίτσας μέχρι όρους Μπέλες.
    Η Ρουμανία μετά την επίθεση που ξεκίνησε η Βουλγαρία παρασυρόμενη από το πάθος πολεμικής λύσης, είχε εισβάλει στη Βουλγαρία από την οποία kαι προσάρτησε τη Βουλγαρική Δομβρουτσά.
    Η δε Οθωμανική Αυτοκρατορία επανέκτησε την Αδριανούπολη και τμήματα της Α. Θράκης.
   Αλλά και η Βουλγαρία αν και ηττημένη, διατήρησε το Μελένικο και το Νευροκόπι στη βόρεια Μακεδονία καθώς και τη Δυτική Θράκη, εκτός της Καβάλας. Συνεπώς η Βουλγαρία, από τη Συνθήκη αυτή, εξήλθε πολλαπλά κερδισμένη τόσο σε έκταση, όσο και σε πληθυσμό. Συγκεκριμένα έστω και με τα εδάφη που της απέμειναν από εκείνα που είχε προσαρτήσει στον Α' Βαλκανικό Πόλεμο έφθανε σε έκταση και πληθυσμό την Ελλάδα, υπερβαίνοντας και τη Σερβία.
     Υπόψη ότι η Κρήτη σύμφωνα με τη Συνθήκη Λονδίνου (1913) είχε παραχωρηθεί από την Οθωμανική Αυτοκρατορία σε όλους τους νικητές του Α' Βαλκανικού Πολέμου. Με τη συνθήκη Βουκουρεστίου η Βουλγαρία παραιτήθηκε και από κάθε αξίωση επί της Κρήτης.
     Η Σερβία είχε ήδη αναγνωρίσει τα σύνορα μεταξύ Σερβίας - Ελλάδας από ειδική σερβο-ελληνική επιτροπή με βάση ίδίου Πρακτικού που υπογράφηκε στο Βελιγράδι στις 3 Αυγούστου του 1913, από τους Πρωθυπουργούς Ε. Βενιζέλο και Πάσιτς. Επίσης τα αποκλειστικά δικαιώματα της Ελλάδας επί της Κρήτης, σύμφωνα με το παραπάνω Πρακτικό της ειδικής επιτροπής έλαβε ξεκάθαρη θέση με τη διατύπωση: "...άμα τη αποδοχή της καθορισθείσης οροθετικής γραμμής η Σερβία παραιτείται εκ πάσης επί της νήσου Κρήτης αξιώσεως". Η δε οριοθετηκή γραμμή είχε συμφωνηθεί μεταξύ των δύο πρωθυπουργών με χειρόγραφη επιστολή, (που βρίσκεται σήμερα στα αρχεία του ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών), δια της οποίας ορίζονταν τα μεταξύ Ελλάδας και Σερβίας σύνορα από τις θέσεις που κατείχαν αντίστοιχα τα ελληνικά και σερβικά στρατεύματα στη Μακεδονία.
     Η συνολική έκταση της Ελλάδας κατά την υπογραφή της Συνθήκης Βουκουρεστίου (1913) από 63.211 τ.χλμ. έφθασε μαζί με τις νήσους του Αιγαίου τα 120.308 τ.χλμ., οι δε κάτοικοι του Βασιλείου της Ελλάδος από 2.631.952 αυξήθηκαν σε 4.718.221.
    Από το κείμενο της Συνθήκης αυτής, άξια παρατήρησης, είναι τ΄ ακόλουθα σημεία:
    Η Συνθήκη Βουκουρεστίου (1913) δεν περιελάμβανε άρθρα που να κανονίζουν το ζήτημα των νησιών του Αιγαίου, (Λήμνου, Χίου, Σάμου κ.λπ.), που κατέχονταν ήδη "De facto" μόνο από την Ελλάδα, χωρίς όμως και να μεριμνήσει περί αυτού άλλη συνθήκη μετά τους βαλκανικούς πολέμους. Συνέπεια αυτού ήταν οι Τούρκοι εθνικιστές να μην αποδέχονται την ένωση των νήσων αυτών με την Ελλάδα.
    Η Ρουμανία κατάφερε με διακανονισμό να λύσει το Κουτσοβλαχικό ζήτημα της Μακεδονίας σύμφωνα με τις απόψεις της, κατά τις οποίες οι τρεις άλλες σύμμαχες Χώρες δέχθηκαν να παραχωρήσουν τόσο εκκλησιαστική όσο και σχολική αυτονομία στους εντός των συνόρων τους Κουυτσοβλάχους και να επιτρέψουν σύσταση ιδιαίτερης ρουμανικής Αρχιεπισκοπής με δικαίωμα επιχορήγησης αυτών από την ρουμανική κυβέρνηση υπό την επίβλεψη της κάθε επιμέρους κυβέρνησης Χώρας.
    Γεγονός πάντως ήταν πως με τη Συνθήκη αυτή επισφραγίστηκε η δημιουργία της Μεγάλης Ελλάδας ή Ελλάδας του Νέστου όπως ονομάστηκε τότε, από Ελλάδα του Σπερχειού (παλαιότερα), αγκαλιάζοντας ένα μεγάλο ποσοστό αλυτρώτου Ελληνισμού.
    Η σταθερότητα της Ελλάδας τόσο στη συνθήκη του Βουκουρεστίου όσο και προς τη σύμμαχο Σερβία διαφάνηκε ιδιαίτερα όταν ένα χρόνο μετά, σε σερβική δημοσιογραφική ερώτηση προς τον Ε. Βενιζέλο, (Οκτώβριος 1914), κατά πόσο η Σερβία μπορεί να υπολογίζει στην Ελλάδα σε περίπτωση επίθεσης εκ μέρους της Αυστροουγγαρίας ή της Βουλγαρίας, εκείνος απάντησε: "Εν πάση περιπτώσει η Ελλάς δεν θα ευρεθή εις το εχθρικόν προς την Σερβίαν στρατόπεδον, εάν ο πόλεμος γενικευθεί". Σε άλλη επίσης ερώτηση περί πιθανής πρόκλησης εκ μέρους της Γερμανίας να επιτεθεί στη Σερβία προσκαλώντας και την Ελλάδα με υπόσχεση μεγάλων εδαφικών παραχωρήσεων, ο Βενιζέλος απάντησε χαρακτηριστικά: "Η Ελλάς είναι πάρα πολύ μικρά δια να διαπράξη τόσον μεγάλην αναισχυντίαν".

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου