Κυριακή 8 Ιουλίου 2018

Οι αναμνήσεις ξαναγυρίζουνε.Το Πάσχα-2


Οι αναμνήσεις ξαναγυρίζουνε.Το Πάσχα-2




Γράφει ο Χρήστος Μπολώσης, Υπτγος εα
   
Tο προηγούμενο σημείωμά μας, το αρχίσαμε με τις αναμνήσεις μας από τον εορτασμό του Αγίου Πάσχα στον Στρατό. Προσπαθήσαμε να θυμηθούμε αυτές τις αλησμόνητες… ταλαιπωρίες, που συνέθεταν την προετοιμασία του εορτασμού της μεγάλης θρησκευτικής εορτής της χριστιανοσύνης και τις υπεράνθρωπες προσπάθειες που καταβάλλονταν ώστε να μετατραπεί σε εξάστερο ξενοδοχείο πολλαπλών δυνατοτήτων το Τάγμα και σε κέτερινγκ πολυτελείας τα μαγειρεία της Μονάδας.
    Επειδή όμως, ο «Εορτασμός του Πάσχα» και οι συνημμένες σ’  αυτόν…  ταλαιπωρίες  δεν  είναι  δυνατόν  να  εξαντληθούν στα στενά όρια ενός σημειώματος, συνεχίζουμε και σήμερα, και μάλλον έχει ο Θεός...
    Πολύ σοβαρό έργο, είχε να επιτελέσει και η «Επιτροπή Καλλιτεχνικού Προγράμματος». Η αποστολή της, ήταν να προετοιμάσει ένα πρόγραμμα αντάξιο του Μεγάρου Μουσικής ή έστω της Γιουροβίζιον, κυριολεκτικώς εκ των ενόντων. Όπου ενόντα ήταν  κάποιος στρατιώτης, που είχε μεν μπουζούκι, αλλά δεν ήξερε να παίζει ή ένας άλλος που είχε τον ξάδερφό του που έπαιζε βιολί κ.λπ. Κάποτε κάποτε ξέπεφτε στη Μονάδα και κάποιος  που  πράγματι  ήξερε  κάποιο όργανο,  αλλά  σε  χρόνο μηδέν τα λαγωνικά της Μεραρχίας τον είχαν επισημάνει και σε λίγο τον αποσπούσαν στην Μουσική της Μεραρχίας. Και αν ο αρμόδιος επιτελής της Μεραρχίας, αισθανόταν την ανάγκη να απολογηθεί για την λαθροχειρία έλεγε το αφοπλιστικό: «Θα βρείτε εσείς. Τόσο κόσμο έχετε». Λες και ο Μεγαλοδύναμος είχε καθορίσει, σε κάθε 10 φαντάρους ο ένας να ήταν ο Ζαμπέτας.
    Επειδή  η  στήλη  ομιλεί  πάντοτε  με  ντοκουμέντα  και  ποτέ υποθετικά, να διηγηθώ μία προσωπική σχετική ιστορία. Περί το 1970, διοικητής λόχου ων με βρίσκει ο πρόεδρος της καλλιτεχνικής επιτροπής και με ρωτάει αν έχω καλλιτέχνες στο λόχο και αν ναι, να τους δώσουμε άδεια να πάνε να φέρουνε τα όργανα κ.λπ.  
    Πράγματι Παρουσιάζεται ένας που το επίθετό του  ήταν  το  ίδιο  με  γνωστής  καλλιτέχνιδας  της  εποχής,  η οποία, όμως μας διαβεβαίωσε, ήταν αδελφή του και ο ίδιος έπαιζε μπουζούκι, αλλά το είχε στην Αθήνα. Πήρε λοιπόν την άδεια και επέστρεψε με το όργανο. Στο γραφείο μου λοιπόν, παρουσία όλης την ηγεσίας του λόχου (διμοιρίτες, επιλοχίας, σιτιστής, με όλους αυτούς να έχουν μόνο γνωμοδοτική συμμετοχή άνευ… ψήφου) φέρνουμε τον – κατά την άποψή μας – μπουζουκτσή για οντισιόν.
    «Για παίξε μας κάτι». Παίζει κάτι ο καλλιτέχνης, το οποίο μας ήταν εντελώς άγνωστο. Προφανώς τώρα το μαθαίνει, σκέφτηκα.
    «Καλά για παίξε μας κάτι άλλο». Ξαναπαίζει ο καλλιτέχνης κάτι, που είναι επίσης αδύνατο να προσδιορισθεί. Προφανώς το ήξερε και το ξέχασε. Αυτό επανελήφθη 5-6 φορές. Όλα τα κομμάτι ήταν αδύνατο να τα αναγνωρίσουμε.  Οπότε εξανέστη ο άνευ ψήφου μεν, αλλά νουνεχής σιτιστής  και  κραυγάζει:   «Ρε  παιδί  μου  τη  Σαμιώτισσα  την ξέρεις;», θεωρώντας προφανώς – και μάλλον σωστά -  ότι το δημώδες αυτό άσμα, θα έπρεπε να το γνωρίζουν, όσοι είχαν στοιχειώδεις γνώσεις μουσικής. Και τότε ο καλλιτέχνης, απευθυνόμενος  στον  σιτιστή  του  λέει:  «Μου  θυμίζεις  λίγο  τον σκοπό;». Την συνέχεια δεν είναι δύσκολο  να την φαντασθείτε.
    Το πρώτο πράγμα που έκανα βέβαια, ήταν να τηλεφωνήσω στον πρόεδρο της επιτροπής και να τον ενημερώσω ότι ο επίδοξος  Μανώλης  Χιώτης,  είχε  απορριφθεί  από  την    οντισίον του λόχου…
Αλλά θα συνεχίσουμε.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου