Όταν ο Τίτο ζήτησε από τον Μίκη Θεοδωράκη να γράψει μουσική για τη
«σκλαβωμένη» Μακεδονία
Παναγιώτης Σαββίδης
Πως
διαταράχθηκαν οι σχέσεις του με τον Γιουγκοσλάβο ηγέτη Γιόσιπ
Μπροζ Τίτο, αποκαλύπτει ο Μίκης Θεοδωράκης με απαντητική
του επιστολή στον γνωστό σκοπιανό τενόρο Μπλαγκόζα Νακόσκι,
που διαμαρτυρήθηκε –με ανοιχτή επιστολή στα ΜΜΕ- για τη ξεκάθαρη θέση
του Έλληνα μουσικοσυνθέτη για το θέμα της ονομασίας των Σκοπίων, που εξέφρασε
πρόσφατα δημόσια.
Μέσα από μία αναδρομή στο χρόνο, ο Μίκης Θεοδωράκης εξηγεί λιτά αλλά περιεκτικά, πως δημιουργήθηκε το λεγόμενο «Μακεδονικό» και πως έφτασαν οι Σκοπιανοί να αποκαλούνται «Μακεδόνες», να θεωρούν την ελληνική Μακεδονία «σκλαβωμένη» και να ονειρεύονται «Μεγάλη Μακεδονία» έως τον Όλυμπο και την Χαλκιδική.
Μέσα από μία αναδρομή στο χρόνο, ο Μίκης Θεοδωράκης εξηγεί λιτά αλλά περιεκτικά, πως δημιουργήθηκε το λεγόμενο «Μακεδονικό» και πως έφτασαν οι Σκοπιανοί να αποκαλούνται «Μακεδόνες», να θεωρούν την ελληνική Μακεδονία «σκλαβωμένη» και να ονειρεύονται «Μεγάλη Μακεδονία» έως τον Όλυμπο και την Χαλκιδική.
Ενδιαφέρον έχει
η αποκάλυψη του γνωστού δημιουργού, για τον λόγο που διαταράχθηκαν οι σχέσεις
του με τον Τίτο, όταν αυτός του ζήτησε να συνθέσει
μουσική για γιουγκοσλαβική ταινία που η Μακεδονία παρουσιαζόταν «κατεχόμενη»
από την Ελλάδα. «Οι σχέσεις μας τότε διαταράχθηκαν,
ιδίως όταν του τόνισα ότι δεν έπρεπε αυτός που έθεσε την πατρίδα του πάνω από
τη Μόσχα και τον Στάλιν να μη μπορεί να εκτιμήσει τον δικό μου πατριωτισμό που
κι εγώ έχω το θάρρος να τον θέτω πάνω απ’ όλα» επισημαίνει ο Μίκης Θεοδωράκης
στον σκοπιανό καλλιτέχνη.
Η επιστολή του Μίκη Θεοδωράκη, που πραγματικά αξίζει να διαβαστεί πολλές φορές απ’ όλους, έχει ως εξής
Η επιστολή του Μίκη Θεοδωράκη, που πραγματικά αξίζει να διαβαστεί πολλές φορές απ’ όλους, έχει ως εξής
«Κύριε Νακόσκι,
Υποθέτω ότι είσθε πολύ νέος και επομένως δεν γνωρίζετε ορισμένα γεγονότα που συνέβησαν πριν από πάρα πολλά χρόνια και που εξηγούν τη σημερινή στάση μου στο θέμα των σχέσεων ανάμεσα στους δύο λαούς μας.
Πριν τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν το νεαρό και αδύνατο τότε ΚΚΕ θέλησε να γίνει μέλος της Κομμουνιστικής Διεθνούς (Μόσχα), το Βουλγαρικό και το Γιουγκοσλαβικό Κομμουνιστικό Κόμμα έθεσαν ως προϋπόθεση για την ένταξή του να δηλώσει ότι συμφωνεί να σχηματισθεί ανεξάρτητο κομμουνιστικό κράτος με το όνομα «Μακεδονία» που να συμπεριλαμβάνει όλη την Βόρειο Ελλάδα.
Όπως ήταν φυσικό, ξεσηκώθηκε θύελλα στην Ελλάδα, που ανάγκασε το ΚΚΕ να αναθεωρήσει αυτή τη θέση. Του έμεινε όμως ένα μεγάλο στίγμα, που νομίζω ότι έσβησε όταν το ΚΚΕ μπήκε στα 1941 επί κεφαλής της Αντίστασης κατά των Γερμανών.
Στο τέλος του πολέμου, δημιουργήθηκε η Κομμουνιστική Γιουγκοσλαβία και τότε ο Τίτο έδωσε στο νότιο τμήμα της χώρας, στην περιοχή του Βαρδάρη, το όνομα «Μακεδονία», με την ελπίδα ότι θα μπορούσε να βρεθεί στο μέλλον η ευκαιρία να φτάσουν τα σύνορα της χώρας του στο Αιγαίο.
Το δυστύχημα για την χώρα μας ήταν ότι μετά την απελευθέρωσή της από τους Γερμανούς οδηγηθήκαμε στον Εμφύλιο πόλεμο κατά τον οποίο η Κυβέρνηση των Αθηνών εξαρτούσε την επιβίωσή της από την βοήθεια των Δυτικών Δυνάμεων. Ήταν εντελώς εξαρτημένη και όπως φάνηκε, ειδικά οι Άγγλοι δεν ήθελαν να ενοχληθεί ο Τίτο, με την ελπίδα ότι θα έκανε αυτό που τελικά έκανε. Δηλαδή να διακόψει τις σχέσεις του με την Μόσχα. Γι’ αυτόν τον λόγο οι ελληνικές κυβερνήσεις δεν διαμαρτυρήθηκαν τότε, ενώ όλος ο κόσμος γνώριζε ότι με το όνομα αυτό ο Γιουγκοσλαύος ηγέτης δημιουργούσε τον Δούρειο Ίππο για να επαναλάβει αυτό που έκανε ως άνθρωπος της Κομμουνιστικής Διεθνούς. Δηλαδή την δημιουργία της Μακεδονίας του Αιγαίου.
ΤΟΤΕ δημιουργήθηκε ο μύθος της καταγωγής των κατοίκων της περιοχής αυτής από τον Μέγα Αλεξάνδρου με όλα τα γνωστά που περιλαμβάνονταν (και δεν ξέρω αν περιλαμβάνονται ακόμα) και στο Σύνταγμα της χώρας σας. Δηλαδή της Μεγάλης Ιδέας του Αλυτρωτισμού με την οποία γαλουχήθηκαν πολλές γενιές, οι οποίες έχουν συνδεθεί -όπως κι εσείς υποθέτω- με την Ιδέα αυτή ολοκληρωτικά. Κι εγώ τους καταλαβαίνω απολύτως που θεωρούν τον εαυτό τους Μακεδόνες, αφού με τον μύθο αυτόν μεγάλωσαν.
Θα πρέπει όμως να αναγνωρίσετε κι εσείς ότι κι εμείς έχουμε δίκιο όταν με βάση αυτό το όνομα, στέλνετε χάρτες της Μακεδονίας του Αιγαίου που φτάνουν ως τον Όλυμπο, διατείνεσθε ότι εμείς οι Έλληνες είμαστε κατακτητές της ίδιας μας της συμπρωτεύουσας, της ελληνικής Θεσσαλονίκης κλπ. κλπ. αμφισβητώντας έτσι την ίδια την ακεραιότητα της χώρας μας.
Πώς λοιπόν ζητάτε από μένα να είμαι … «κοσμοπολίτης» όταν με όλα αυτά τα μυθεύματα κάποιοι επιδιώκουν να ακρωτηριάσουν την πατρίδα μου;
Η Μοίρα όμως, αγαπητέ κύριε Νακόσκι, το έφερε έτσι, ώστε να μάθω από πρώτο χέρι τις δολοπλοκίες της Γιουγκοσλαυικής Ηγεσίας, προκειμένου να γίνω κι εγώ συνεργός σ’ αυτή την πολιτική της «Μεγάλης Μακεδονίας». Ήταν τότε που συνέθετα την μουσική για τη μάχη της Σιουκέσκα και επισκεπτόμουν συχνά την ενιαία τότε Γιουγκοσλαυία, προσκεκλημένος του σ. Τίτο που τόσο θαύμαζα και εκτιμούσα.
Τότε λοιπόν ο ίδιος ο Τίτο μου ζήτησε να γράψω τη μουσική για μια Σκοπιανή ταινία. Όταν διάβασα το σενάριο, το οποίο εμφάνιζε εμάς τους Έλληνες ως κατακτητές της Θεσσαλονίκης και καταπιεστές των κατοίκων της, τότε όχι μόνο αρνήθηκα να γράψω τη μουσική αλλά είχα και το θάρρος να έρθω σε έντονη αντιπαράθεση με τον Τίτο. Διότι διαπίστωσα ότι ήταν ο ίδιος που θεωρούσε ότι αφού η Μακεδονία «η δική του» ήταν ιστορική αναγκαιότητα σύμφωνα με τη δική του «κομμουνιστική» αντίληψη, νομιμοποιείτο να δημιουργήσει ένα κομμουνιστικό κράτος σε βάρος μιας χώρας καπιταλιστικής όπως ήταν η Ελλάδα.
Οι σχέσεις μας τότε διαταράχθηκαν, ιδίως όταν του τόνισα ότι δεν έπρεπε αυτός που έθεσε την πατρίδα του πάνω από τη Μόσχα και τον Στάλιν να μη μπορεί να εκτιμήσει τον δικό μου πατριωτισμό που κι εγώ έχω το θάρρος να τον θέτω πάνω απ’ όλα.
Στη ζωή μου ολόκληρη απέδειξα, νομίζω, πόσο είμαι πραγματικά ταγμένος στην υπόθεση της ειρηνικής συνύπαρξης των Λαών.
Και δεν έχω κανένα δισταγμό να δηλώσω ότι δεν έχω τίποτα με τον λαό σας που τον αισθάνομαι πολύ κοντά μου, όπως τότε που διηύθυνα τον Ζορμπά στα Σκόπια.
Όταν όμως βλέπω την υπόθεση αυτή της ειρηνικής συνύπαρξης των λαών μας να γίνεται πρόσχημα στα χέρια κάποιων σκοτεινών δυνάμεων που εκμεταλλεύονται τους λαούς και το τελικό αποτέλεσμα να είναι να κινδυνεύει αυτή τη στιγμή η εδαφική ακεραιότητα της πατρίδας μου, δεν είναι δυνατόν να μην αντιδράσω με όλες μου τις δυνάμεις.
Μετά τιμής,
Μίκης Θεοδωράκης»
Υποθέτω ότι είσθε πολύ νέος και επομένως δεν γνωρίζετε ορισμένα γεγονότα που συνέβησαν πριν από πάρα πολλά χρόνια και που εξηγούν τη σημερινή στάση μου στο θέμα των σχέσεων ανάμεσα στους δύο λαούς μας.
Πριν τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν το νεαρό και αδύνατο τότε ΚΚΕ θέλησε να γίνει μέλος της Κομμουνιστικής Διεθνούς (Μόσχα), το Βουλγαρικό και το Γιουγκοσλαβικό Κομμουνιστικό Κόμμα έθεσαν ως προϋπόθεση για την ένταξή του να δηλώσει ότι συμφωνεί να σχηματισθεί ανεξάρτητο κομμουνιστικό κράτος με το όνομα «Μακεδονία» που να συμπεριλαμβάνει όλη την Βόρειο Ελλάδα.
Όπως ήταν φυσικό, ξεσηκώθηκε θύελλα στην Ελλάδα, που ανάγκασε το ΚΚΕ να αναθεωρήσει αυτή τη θέση. Του έμεινε όμως ένα μεγάλο στίγμα, που νομίζω ότι έσβησε όταν το ΚΚΕ μπήκε στα 1941 επί κεφαλής της Αντίστασης κατά των Γερμανών.
Στο τέλος του πολέμου, δημιουργήθηκε η Κομμουνιστική Γιουγκοσλαβία και τότε ο Τίτο έδωσε στο νότιο τμήμα της χώρας, στην περιοχή του Βαρδάρη, το όνομα «Μακεδονία», με την ελπίδα ότι θα μπορούσε να βρεθεί στο μέλλον η ευκαιρία να φτάσουν τα σύνορα της χώρας του στο Αιγαίο.
Το δυστύχημα για την χώρα μας ήταν ότι μετά την απελευθέρωσή της από τους Γερμανούς οδηγηθήκαμε στον Εμφύλιο πόλεμο κατά τον οποίο η Κυβέρνηση των Αθηνών εξαρτούσε την επιβίωσή της από την βοήθεια των Δυτικών Δυνάμεων. Ήταν εντελώς εξαρτημένη και όπως φάνηκε, ειδικά οι Άγγλοι δεν ήθελαν να ενοχληθεί ο Τίτο, με την ελπίδα ότι θα έκανε αυτό που τελικά έκανε. Δηλαδή να διακόψει τις σχέσεις του με την Μόσχα. Γι’ αυτόν τον λόγο οι ελληνικές κυβερνήσεις δεν διαμαρτυρήθηκαν τότε, ενώ όλος ο κόσμος γνώριζε ότι με το όνομα αυτό ο Γιουγκοσλαύος ηγέτης δημιουργούσε τον Δούρειο Ίππο για να επαναλάβει αυτό που έκανε ως άνθρωπος της Κομμουνιστικής Διεθνούς. Δηλαδή την δημιουργία της Μακεδονίας του Αιγαίου.
ΤΟΤΕ δημιουργήθηκε ο μύθος της καταγωγής των κατοίκων της περιοχής αυτής από τον Μέγα Αλεξάνδρου με όλα τα γνωστά που περιλαμβάνονταν (και δεν ξέρω αν περιλαμβάνονται ακόμα) και στο Σύνταγμα της χώρας σας. Δηλαδή της Μεγάλης Ιδέας του Αλυτρωτισμού με την οποία γαλουχήθηκαν πολλές γενιές, οι οποίες έχουν συνδεθεί -όπως κι εσείς υποθέτω- με την Ιδέα αυτή ολοκληρωτικά. Κι εγώ τους καταλαβαίνω απολύτως που θεωρούν τον εαυτό τους Μακεδόνες, αφού με τον μύθο αυτόν μεγάλωσαν.
Θα πρέπει όμως να αναγνωρίσετε κι εσείς ότι κι εμείς έχουμε δίκιο όταν με βάση αυτό το όνομα, στέλνετε χάρτες της Μακεδονίας του Αιγαίου που φτάνουν ως τον Όλυμπο, διατείνεσθε ότι εμείς οι Έλληνες είμαστε κατακτητές της ίδιας μας της συμπρωτεύουσας, της ελληνικής Θεσσαλονίκης κλπ. κλπ. αμφισβητώντας έτσι την ίδια την ακεραιότητα της χώρας μας.
Πώς λοιπόν ζητάτε από μένα να είμαι … «κοσμοπολίτης» όταν με όλα αυτά τα μυθεύματα κάποιοι επιδιώκουν να ακρωτηριάσουν την πατρίδα μου;
Η Μοίρα όμως, αγαπητέ κύριε Νακόσκι, το έφερε έτσι, ώστε να μάθω από πρώτο χέρι τις δολοπλοκίες της Γιουγκοσλαυικής Ηγεσίας, προκειμένου να γίνω κι εγώ συνεργός σ’ αυτή την πολιτική της «Μεγάλης Μακεδονίας». Ήταν τότε που συνέθετα την μουσική για τη μάχη της Σιουκέσκα και επισκεπτόμουν συχνά την ενιαία τότε Γιουγκοσλαυία, προσκεκλημένος του σ. Τίτο που τόσο θαύμαζα και εκτιμούσα.
Τότε λοιπόν ο ίδιος ο Τίτο μου ζήτησε να γράψω τη μουσική για μια Σκοπιανή ταινία. Όταν διάβασα το σενάριο, το οποίο εμφάνιζε εμάς τους Έλληνες ως κατακτητές της Θεσσαλονίκης και καταπιεστές των κατοίκων της, τότε όχι μόνο αρνήθηκα να γράψω τη μουσική αλλά είχα και το θάρρος να έρθω σε έντονη αντιπαράθεση με τον Τίτο. Διότι διαπίστωσα ότι ήταν ο ίδιος που θεωρούσε ότι αφού η Μακεδονία «η δική του» ήταν ιστορική αναγκαιότητα σύμφωνα με τη δική του «κομμουνιστική» αντίληψη, νομιμοποιείτο να δημιουργήσει ένα κομμουνιστικό κράτος σε βάρος μιας χώρας καπιταλιστικής όπως ήταν η Ελλάδα.
Οι σχέσεις μας τότε διαταράχθηκαν, ιδίως όταν του τόνισα ότι δεν έπρεπε αυτός που έθεσε την πατρίδα του πάνω από τη Μόσχα και τον Στάλιν να μη μπορεί να εκτιμήσει τον δικό μου πατριωτισμό που κι εγώ έχω το θάρρος να τον θέτω πάνω απ’ όλα.
Στη ζωή μου ολόκληρη απέδειξα, νομίζω, πόσο είμαι πραγματικά ταγμένος στην υπόθεση της ειρηνικής συνύπαρξης των Λαών.
Και δεν έχω κανένα δισταγμό να δηλώσω ότι δεν έχω τίποτα με τον λαό σας που τον αισθάνομαι πολύ κοντά μου, όπως τότε που διηύθυνα τον Ζορμπά στα Σκόπια.
Όταν όμως βλέπω την υπόθεση αυτή της ειρηνικής συνύπαρξης των λαών μας να γίνεται πρόσχημα στα χέρια κάποιων σκοτεινών δυνάμεων που εκμεταλλεύονται τους λαούς και το τελικό αποτέλεσμα να είναι να κινδυνεύει αυτή τη στιγμή η εδαφική ακεραιότητα της πατρίδας μου, δεν είναι δυνατόν να μην αντιδράσω με όλες μου τις δυνάμεις.
Μετά τιμής,
Μίκης Θεοδωράκης»
Επιστολή Νακόσκι
O Έλληνας
μουσικοσυνθέτης απάντησε σε ανοιχτή επιστολή του 39χρονου Σκοπιανού τενόρου,
από τους κορυφαίους καλλιτέχνες του είδους στα Σκόπια, Μπλαγκόζα
Νακόσκι ο οποίος διαμαρτυρήθηκε για τα όσα δημόσια δήλωσε ο Μίκης Θεοδωράκης για το θέμα της ονομασίας. Η επιστολή Νακόσκι, που δημοσιεύτηκε
σε ΜΜΕ των Σκοπίων, έχει ως εξής:
«Κύριε Θεοδωράκη,
Πραγματικά μένω έκπληκτος διαβάζοντας τα σχόλιά σας στη σημερινή έκδοση της εφημερίδας Πρώτο Θέμα, όπου συσχετίζετε το πρόβλημα στη χώρα σας με το όνομα της πατρίδας μου. Η έκπληξή μου συνίσταται σε πολλούς λόγους:
Πρώτον, από ένα άτομο όπως εσάς, καταξιωμένο καλλιτέχνη παγκοσμίως, περίμενα τουλάχιστο λίγο περισσότερο κοσμοπολιτισμό. Εμείς οι καλλιτέχνες έχουμε την ευχαρίστηση να εργαζόμαστε σε ένα ευγενές επάγγελμα το οποίο μας επιτρέπει να ταξιδεύουμε ανά τον κόσμο και να μιλάμε μια γλώσσα [η μουσική] που επιτρέπει να ρίχνει τείχη και να γκρεμίζει συγκρούσεις. Αυτό μας επιτρέπει όλους να είμαστε ενωμένοι σε μία μεγάλη οικογένεια όπου οι πολιτιστικές διαφορές μεταξύ των εθνών μας αναπαριστούν τον πλούτο της ανθρώπινης έκφρασης
Δεύτερον, το 1997, το δημοφιλέστερό σας έργο, «ο Ζορμπάς», παρουσιάστηκε στο Μακεδονικό Εθνικό Θέατρο, παρουσία του πρώην προέδρου Κίρο Γκλιγκόροφ (…) και μεταδόθηκε ζωντανά από την ελληνική τηλεόραση. Προσωπικά ως μαθητής στο γυμνάσιο των Σκοπίων παρακολούθησα όλες τις πρόβες και η μητέρα μου συμμετείχε στην παράσταση. (…) Τότε επισκεφτήκατε τον τάφο του Ζορμπά στο νεκροταφείο στο Μπούτελ. Αυτή ακριβώς η ιστορία του Ζορμπά θα μπορούσε να είναι ένα από τα θετικά παραδείγματα για τις επαφές μεταξύ των πολιτισμών των λαών των Βαλκανίων, αλλά θα μπορούσε να μας δώσει ώθηση στην αναζήτηση εποικοδομητικών λύσεων.»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου