Τετάρτη 11 Σεπτεμβρίου 2024

Ἡ μάνα…

ΑΦΙΕΡΩΜΑ


 

2 σχόλια:

  1. (Ένα ταπεινό αφιέρωμα, ΩΔΗ, για την Παγκόσμια γιορτή της Μητέρας)
    Υπό: Δημ. Π. Τόρβα
    Μάνα, μητέρα, μανούλα, μαμά,
    Είναι η γιορτή σου σήμερα μες στην αυλή του κόσμου.
    Έβγα στην πόρτα χαρωπή και την ευχή σου δός μου!!!
    Όπου κι αν είμαι σε ζητώ, όπου βρεθώ σε κράζω.
    Στις λύπες μου και στις χαρές στα μάτια σε κοιτάζω
    για να μου λες γλυκόλογα, να μου κρατάς το χέρι,
    να μου χαϊδεύεις τα μαλλιά ΚΑΙ στ’ ουρανού τα μέρη
    να φτιάχνεις τους παράδεισους για μένα, στ’ όνειρό σου.
    Να μου προσφέρεις τη ζωή ΚΙ ΌΛΟ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ!!!
    Πάνω στο Άγιο στήθος σου το πρώτο μου το γάλα
    μου πρόσφερες. ΚΑΙ της καρδιάς σκιρτήματα μεγάλα
    στοργής, αγάπης κι όνειρου με γλύκα σε δονούσαν
    σαν τ’ άλικα τα χείλη σου ‘σκύβαν και με φιλούσαν!!!
    Εφύτρωσα στα σπλάχνα σου ΚΑΙ, στη ζεστή αγκαλιά σου
    το πρώτο φως μου αντίκρισα, απάνω στην καρδιά σου.
    Πάνω σε κείνη την καρδιά, όμοια σαν την καρδιά μου
    που σε κρατάει στα φύλλα της ως τα γεράματά μου!!!
    Σπλάχνο από τα σπλάχνα σου, ψυχή απ’ την ψυχή σου,
    αίμα από το αίμα σου, κορμί απ΄ το κορμί σου,
    πνεύμα από το πνεύμα σου, πνοή απ’ την πνοή σου…
    Μια ύπαρξη με διό μορφές δική μου και δική σου.
    Κοινή του πόνου οιμωγή, κοινή της πίκρας γεύση,
    κοινή της γλύκας ηδονή, που έχουν καταρδεύσει
    το είναι μου ολόκληρο. Της μνήμης παραγάδια,
    γεμάτα από τα μητρικά φιλιά σου και τα χάδια…
    Πρώτη εικόνα κι άφθαρτη, πρώτη χαρά κι ελπίδα.
    Στήριγμα ασάλευτο σκληρό σε κάθε καταιγίδα.
    Η ασπίδα της αγάπης σου, η ανείπωτη στοργή σου
    πρώτα το σπλάχνο σου «φρουρούν» κ’ ύστερα τη ζωή σου!
    Όσο κι αν θέλουν οι καιροί να μπούν ανάμεσά μας
    όσα ποτάμια και βουνά αν κρύψουν τη θωριά μας,
    είναι η καρδιά στα στήθια μας, στην κεφαλή ο νους μας
    και τα δεφτέρια της ψυχής φρουροί για τους δεσμούς μας.
    Για σένα μάνα δεν χωράν τάφοι και λησμοσύνη.
    Είσαι παρούσα πανταχού και τίποτα δεν σβήνει
    αυτό το «αχ μανούλα μου», «μανούλα μου πονάω»
    στου πόνου το κρεβάτι μου, που σε αναζητάω,
    να μοιραστώ τον πόνο μου, το χέρι να σου πιάσω,
    ν’ ανοίξω τα χεράκια μου, σφιχτά να σ’ αγκαλιάσω!!!
    Πού θα χωρέσει στη ζωή η αγάπη της μητέρας!!!
    Πού θα χωρέσει η στοργή ΚΑΙ ποιος Θείος αγέρας
    μπορεί τις μαύρες πίκρες της να διώξει και να πάρει
    αν της στερήσει ο Χάροντας κόρη ή παλικάρι…
    Εσύ, γλυκιά μας Παναγιά, μητέρα του Χριστού μας
    μπροστά στου γιού Σου τα φρικτά τα πάθη, του Θεού μας,
    στοίχειωσες θρήνο άφατο, τον ΕΠΙΤΑΦΕΙΟ ΘΡΗΝΟ,
    να ραίνει με τα δάκρυα Σου το… «μαραμένο κρίνο»
    που αιμορραγούσε στο Σταυρό, το δειλινό εκείνο!!!
    Κάνε το δάκρυ βάλσαμο για τις χαροκαμένες
    πάρτες στα Θεία δώματα, μαζί Σου ευλογημένες
    να βλέπουν τα βλαστάρια τους σε κήπους παραδείσου
    έξω απ’ τη μαύρη σκοτεινιά του Άδη, της Αβύσσου!
    Δημήτριος Π. Τόρβας
    Αντιστράτηγος ε.α/Επίτιμος Διοικητής ΙΧης Μεραρχίας Πεζικού
    Electronic EngineerMaster Of Science(MSci) in Op. Res. From Cranfield University (England)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. ΜΑΝΑ, ΕΣΥ!

    Εν αρχή ην ο Λόγος. Ο Λόγος κι εσύ εντός του.
    Απ’ το πρώτο αρχέγονο ηλιογέννημα, προαιώνια,
    ανταμοπάλλονται στο στήθος σου
    η αγάπη και το φως Του Δημιουργού.
    Μέλι και γάλα κι οξυγόνο. Βύζαγμα ζωής.
    Από τότε. Με το πρώτο ιδωμένο φως και με το δοξάρι του ήλιου,
    μελωδείς την ελπίδα και τη ζωή στις χορδές της ψυχής.
    Τις καμπάνες των αστεριών που θ’ ανατείλουν ηχείς στα σπλάχνα σου,
    μπουμπούκια της άνοιξης που, σαν γεννηθούν,
    μες στον κόρφο σου αψηλώνουν να φτάσουν τον ήλιο.
    Και, να! Της αγωνίας σου ο στήμονας γονιμοποίησε την γύρη της καρδιάς,
    πινέλο Μιχαλάντζελο, με φως χρωμάτισε τις διαδρομές των αιώνων.
    Κι όταν χειμώνας ματώνει την αναπνοή,
    σπόρος γλυκύς το βλέμμα σου μες στο χιόνι του χρόνου,
    βλασταίνει την ελπίδα της άνοιξης και ριζοβολά το χαμόγελο του ήλιου
    κάτω από του πάγου το μαύρο σεντόνι.
    Κι ήσουν πάντα η θαλπωρή, βάλσαμο στο λυγμό του φεγγαριού,
    μα και καρνάγιο και μουράγιο κι αραξοβόλι στους κύκλους των καιρών.
    Το ρολόι της ζωής μου έδειξες και μου χάρισες το ταξίδι.
    Στα ηλιοτρόπια των καημών είσαι το αγιομένο φως
    και η γαληνή αυγή στης καταιγίδας τη θάλασσα.
    Τα μουγκρητά τα αγερόχρωμα μ’ ένα σου βλέμμα μαρμαρώνεις
    και με το τραγούδι σου γαληνεύεις τον πόνο,
    λαξεύοντας μες στις πληγές τον ήλιο.
    Με κράτησες απ’ το χέρι, αφετηρία μου κι αφέτης μου στο φως,
    από το πρώτο μου μέχρι το τελευταίο σου.
    Μόνο εσύ μπορείς να κυοφορείς τη ζωή.
    Μόνο εσύ ανθίζεις τον οίκο Του Θεού κι εντός σου Τον αυγάζεις.
    Στα αντερείσματα του χρόνου ξυπόλυτη ανεβαίνεις τον ακάνθινο Γολγοθά
    που σου χάρισε η καρδιά σου.
    Δε ζήτησες τίποτα. Έδωσες τα πάντα.
    Είσαι η αγάπη. Είσαι η ζωή. Είσαι η μάνα!

    4/5/2015
    Ιωάννης Παναγάκος
    Β΄ Βραβείο στον Διεθνή Λογοτεχνικό Διαγωνισμό του 2015 του Περιοδικού Λόγου, Τέχνης και Πολιτισμού «Κελαινώ» (1/11/2015).

    ΑπάντησηΔιαγραφή