O Διογένης είχε συλληφθεί αιχμάλωτος και κατέληξε στα δουλοπάζαρα της Κορίνθου. Ο Ξενιάδης, πλούσιος, αριστοκράτης της εποχής, είδε τον Διογένη και θέλησε να τον αγοράσει. Συζήτησε με τον δουλέμπορο και ο δουλέμπορος πλησίασε τον Διογένη και του είπε: «Αυτός ενδιαφέρεται να σε αγοράσει, τι δουλειά ξέρεις να κάνεις να του πω;». Ο Διογένης με λογοπαίγνιο απάντησε «Ανθρώπων άρχειν». Το λογοπαίγνιο αυτό, ενός δούλου, άρεσε στον Ξενιάδη που χαμογέλασε και τον αγόρασε, αφού αντιλήφθηκε τις δύο έννοιες που με οξυδέρκεια έθεσε ο Διογένης: «Διοικώ τους ανθρώπους και διδάσκω στους ανθρώπους αρχές». Ο Ξενιάδης ανάθεσε στον Διογένη τη διδασκαλία των παιδιών του και έτσι ο Διογένης έμεινε στο Κράθειον, προάστιο της Κορίνθου. Εκεί ο Μ Αλέξανδρος έστειλε τον υπασπιστή του να τον φωνάξει λέγοντάς του πως τον θέλει ο Βασιλιάς , τότε ο Διογένης του είπε αφού με θέλει ο βασιλιάς ν έρθει αυτός εδώ.Ο Μ Α είχε δάσκαλο τον Κυνικό Λεωνίδα ο οποίος του μίλαγε για τον Διογένη και είχε αγαπήσει τον Διογένη χωρίς να τον έχει ανταμώσει πηγαίνοντας στο Κράθειο ,ο Αλέξανδρος πλησιάζει το Διογένη και του λέγει: “Είμαι ο Βασιλεύς Αλέξανδρος”. Ο Διογένης ατάραχος απαντά “Και 'γώ είμαι ο Διογένης ο Κύων”. Ο Μέγας Αλέξανδρος απορεί και του λέγει: “Δεν με φοβάσαι;” Ο Διογένης απαντάει: “Και τι είσαι; Καλό ή κακό;”. Ο Αλέξανδρος μένει σκεπτικός. Δεν μπορεί ένας βασιλεύς να πει ότι είναι κακό, και άμα είναι καλό, γιατί κάποιος να φοβάται το καλό; Αντί να απαντήσει ο Αλέξανδρος τον ερωτά εκ νέου: “Τι χάρη θες να σου κάνω;” Και ο Διογένης ξανά με λογοπαίγνιο απαντά: “Αποσκότησόν με”. Βγάλε με δηλαδή από το σκότος, τη λήθη, και δείξε μου την αλήθεια. Με το έξυπνο λογοπαίγνιο του Διογένη, η απάντηση του μπορεί και να εννοηθεί έως: “Σταμάτα να μου κρύβεις τον ήλιο”, καθώς οι κυνικοί πίστευαν πως η ευτυχία του ανθρώπου βρίσκεται στη λιτότητα, στη ζεστασιά του ήλιου και δεν ζητεί τίποτα από τα υλικά πλούτη. Μόλις το άκουσε αυτό ο Αλέξανδρος είπε το περίφημο:”Εάν δεν ήμουν Αλέξανδρος, θα ήθελα να ήμουν Διογένης”. Εδώ έγινε μια μεγάλη συζήτηση περί του καλού και του κακού, γνωρίζοντας ο Διογένης την ύπαρξη της Αμερικής είπε ότι και να διαβείς τις Ηράκλειες στήλες και περάσεις στην απέναντι Ήπειρο και δεν ωφελήσεις τον λαό σου δεν είσαι καλός Βασιλιάς και όλον τον κόσμο αν κατακτήσεις και δεν ωφελήσεις τον λαό σου πάλι δεν είσαι καλός Βασιλιάς. Δημήτρης Βόγγολης Vogdim36@gmail.com .
ΑπάντησηΔιαγραφήO Διογένης είχε συλληφθεί αιχμάλωτος και κατέληξε στα δουλοπάζαρα της Κορίνθου. Ο Ξενιάδης, πλούσιος, αριστοκράτης της εποχής, είδε τον Διογένη και θέλησε να τον αγοράσει. Συζήτησε με τον δουλέμπορο και ο δουλέμπορος πλησίασε τον Διογένη και του είπε: «Αυτός ενδιαφέρεται να σε αγοράσει, τι δουλειά ξέρεις να κάνεις να του πω;». Ο Διογένης με λογοπαίγνιο απάντησε «Ανθρώπων άρχειν». Το λογοπαίγνιο αυτό, ενός δούλου, άρεσε στον Ξενιάδη που χαμογέλασε και τον αγόρασε, αφού αντιλήφθηκε τις δύο έννοιες που με οξυδέρκεια έθεσε ο Διογένης: «Διοικώ τους ανθρώπους και διδάσκω στους ανθρώπους αρχές». Ο Ξενιάδης ανάθεσε στον Διογένη τη διδασκαλία των παιδιών του και έτσι ο Διογένης έμεινε στο Κράθειον, προάστιο της Κορίνθου.
Εκεί ο Μ Αλέξανδρος έστειλε τον υπασπιστή του να τον φωνάξει λέγοντάς του πως τον θέλει ο Βασιλιάς , τότε ο Διογένης του είπε αφού με θέλει ο βασιλιάς ν έρθει αυτός εδώ.Ο Μ Α είχε δάσκαλο τον Κυνικό Λεωνίδα ο οποίος του μίλαγε για τον Διογένη και είχε αγαπήσει τον Διογένη χωρίς να τον έχει ανταμώσει πηγαίνοντας στο Κράθειο ,ο Αλέξανδρος πλησιάζει το Διογένη και του λέγει: “Είμαι ο Βασιλεύς Αλέξανδρος”. Ο Διογένης ατάραχος απαντά “Και 'γώ είμαι ο Διογένης ο Κύων”. Ο Μέγας Αλέξανδρος απορεί και του λέγει: “Δεν με φοβάσαι;” Ο Διογένης απαντάει: “Και τι είσαι; Καλό ή κακό;”. Ο Αλέξανδρος μένει σκεπτικός. Δεν μπορεί ένας βασιλεύς να πει ότι είναι κακό, και άμα είναι καλό, γιατί κάποιος να φοβάται το καλό; Αντί να απαντήσει ο Αλέξανδρος τον ερωτά εκ νέου: “Τι χάρη θες να σου κάνω;” Και ο Διογένης ξανά με λογοπαίγνιο απαντά: “Αποσκότησόν με”. Βγάλε με δηλαδή από το σκότος, τη λήθη, και δείξε μου την αλήθεια. Με το έξυπνο λογοπαίγνιο του Διογένη, η απάντηση του μπορεί και να εννοηθεί έως: “Σταμάτα να μου κρύβεις τον ήλιο”, καθώς οι κυνικοί πίστευαν πως η ευτυχία του ανθρώπου βρίσκεται στη λιτότητα, στη ζεστασιά του ήλιου και δεν ζητεί τίποτα από τα υλικά πλούτη. Μόλις το άκουσε αυτό ο Αλέξανδρος είπε το περίφημο:”Εάν δεν ήμουν Αλέξανδρος, θα ήθελα να ήμουν Διογένης”.
Εδώ έγινε μια μεγάλη συζήτηση περί του καλού και του κακού, γνωρίζοντας ο Διογένης την ύπαρξη της Αμερικής είπε ότι και να διαβείς τις Ηράκλειες στήλες και περάσεις στην απέναντι Ήπειρο και δεν ωφελήσεις τον λαό σου δεν είσαι καλός Βασιλιάς και όλον τον κόσμο αν κατακτήσεις και δεν ωφελήσεις τον λαό σου πάλι δεν είσαι καλός Βασιλιάς.
Δημήτρης Βόγγολης
Vogdim36@gmail.com
.