ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΠΑΤΡΙΩΤΙΣΜΟΣ ΥΠΟ
ΔΙΩΓΜΟΝ
Ιωάννης Μ. Ασλανίδης Αντγος ε. α. Επίτιμος Δκτης της Σ.Σ.Ε.
Όταν λέμε Πατριωτισμό
εννοούμε την φιλοπατρία δηλ. την υπερβολική αγάπη προς την πατρίδα, όπως επίσης
όταν λέμε θρησκεία, απλά
εννοούμε την φυσική και τέλεια ολόψυχη στροφή και αφοσίωση του ανθρώπου στο
Θεό. Ώστε! Ο άνθρωπος με αυτή την στροφή του προς τον Θεό, να νοιώθει και να
ομολογεί, πως χωρίς τον θεό δεν μπορεί να ζήσει, ούτε χαρούμενος, ούτε
ευτυχισμένος, ούτε και ειρηνικός.
Οι Νέες προοδευτικές ιδέες της
παγκοσμιοποίησης, συμπαραμαρτούσης και της αριστερής ιδεοληψίας , θεωρούν την
συμπόρευση αυτή του Ελληνισμού και της θρησκείας στοιχεία
Ρατσισμού, Εθνικισμού και άκρατου Πατριωτισμού. Και! Επειδή
αποτελούν εμπόδιο, κατά την γνώμη των σκεπτομένων έτσι στην πρόοδο των Λαών θα
πρέπει να πλήξουνε τους Έλληνες βαθειά στις πολιτιστικές τους ρίζες. Δηλαδή! Να
πλήξουν την γλώσσα, βασικά την θρησκεία, τα πνευματικά και ιστορικά τους
αποθέματα, να αποκόψουν κάθε επαφή με το παρελθόν των, ώστε να εξουδετερώσουν
κάθε δυνατότητα αντίστασης, στα νέα σχέδια παγκοσμιοποίησης και συνύπαρξης των
Λαών.
Η
ταύτισης του Ελληνισμού και της Ορθοδοξίας αποτελεί θετικό στοιχείον και πηγή
προόδου του έθνους, διότι με την σύζευξη των δύο τούτων παραγόντων και με τον
άρρηκτο δεσμό των δύο τούτων εννοιών, το έθνος μεγαλούργησε κατά την μακραίωνα
ιστορική του πορεία.
Σήμερα κυκλοφορεί από κάποιους κύκλους
δυστυχώς και στην Ελλάδα ότι: «Εις την Ελλάδα, η
ισχυρά έννοια της εθνικής ταυτότητας που συνδέεται με την Ορθοδοξία και την
Ελληνική καταγωγή, ημπορεί να οδηγήσει εις υπερβολικό εθνικισμό ή εθνοκεντρισμό».
Άρα, δεν είναι μόνο οι ξένοι οι οποίοι επιδιώκουν την αποκοπή των Ελλήνων από
την θρησκεία των, είναι
και μερικοί Έλληνες, άλλοι ενσυνειδήτως και άλλοι ασυνειδήτως και
αφελώς. οι οποίοι θέλουν να μεταλλάξουν την υπάρχουσα ταύτιση μεταξύ Ελληνισμού και Ορθοδοξίας,
με σημαιοφόρο της ιδέας
αυτής, δυστυχώς και το σημερινό Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων.
Η προσφώνηση προ ετών, που ο αείμνηστος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χριστόδουλος, απηύθυνε στον Πάπα ήταν, κατά κοινή ομολογία, ένα
λαμπρό πολιτικό-θρησκευτικό κείμενο. Θα μπορούσε άνετα να συγκριθεί με την
προσφώνηση που είχε απευθύνει αργότερα ο τότε Πρόεδρος
της Ελληνικής Δημοκρατίας κ. Στεφανόπουλος
στον Πρόεδρο των Η.Π.Α. Κλίντον. Η
εύστοχη και ευγενική τόλμη και των δυο αυτών προσφωνήσεων έδωσαν στην Ελληνική
κοινωνία την αίσθηση ότι εκφράζεται η συλλογική της αξιοπρέπεια, που αγνοείται
οδυνηρά και σκόπιμα από τον επίσημο σήμερα Κυβερνητικό λόγο.
Έχει
μεγάλη σημασία για την ψυχολογία και το φρόνημα κάθε λαού, να τον εκφράζουν οι
ηγέτες του, με απεριόριστη καταγγελία των ταπεινώσεων που έχει υποστεί και να
απαιτούν απ’ τους αυτουργούς τουλάχιστον αίτηση συγνώμης.
- Η πίστη του Ελληνικού λαού στην
θρησκεία του είναι βαθειά ριζωμένη μέσα του, στηρίζεται στα θεμελιώδη κείμενα
της χριστιανικής εκκλησίας, που καταγράφουν μόνο ιστορικές αλήθειες όχι
θεωρητικές αρχές ή ιδεολογικές διακηρύξεις. «Εωράκαμεν
τοις οφθαλμοίς ημών…» και «εθεασάμεθα και αι
χείρες ημών εψηλάφησαν». Ιδρυτική επομένως αφετηρία της χριστιανικής
εκκλησίας είναι η εμπειρική αμεσότητα
Η
άρρηκτη πίστη του Έλληνα στην θρησκεία του απορρέει από την ιστορική αλήθεια
καταγεγραμμένη στα Ευαγγέλια, έρχεται να βεβαιώσει ότι ο Ιησούς Χριστός πραγμάτωσε ιστορικά την αγάπη
ως τρόπο ελευθερίας από τον θάνατο: «Ανέστη εκ νεκρών».
Δίχως ιδεολογικές επεξεργασίες κατατίθεται η μαρτυρία των αυτοπτών μαρτύρων:
τον είδαν να πεθαίνει μαρτυρικά επί του Σταυρού και οι ίδιοι, ύστερα από τρεις
ημέρες τον συνάντησαν σε άμεση εγγύτητα, ψηλάφησαν τα σημάδια του μαρτυρίου
του, μίλησαν, περπάτησαν και έφαγαν μαζί του. Δεν ήταν φάντασμα ή ομαδική
αυθυποβολή. Ήταν ο ίδιος που θανατώθηκε δημόσια, και τώρα ζωντανός με σάρκα και
οστά ανάμεσα στους δύσπιστους και πανικόβλητους μαθητές του. Η Ανάσταση βεβαίωνε ότι ο Ιησούς ήταν υιός του Θεού,
ήταν ο ενανθρωπίσας Θεός.
Η Παναγία είναι η εικόνα της απεριόριστης θείας
αγάπης. Έτσι μάθαμε και μ’ αυτό τον τρόπο μεγαλώσαμε τόσο εμείς όσο και οι
παλαιότεροι από εμάς. Παράδοση που ξεκινά εδώ και περίπου δύο χιλιάδες χρόνια
λίγο μετά δηλαδή από την γέννηση του Χριστού, όταν ο Απόστολος Παύλος ήλθε στην Ελλάδα και δίδαξε στο ανήσυχο πνεύμα
των Ελλήνων αυτό που από μόνοι τους επιθυμούσαν να οριστικοποιήσουν τον θάνατο
των παλαιών θεών και να εγκολπωθούν την ύπαρξη του ενός μοναδικού και αληθινού
Θεού.
Το Χριστιανικό στοιχείο αναμείχθηκε με το
ελληνικό, που βρισκόταν τους τελευταίους προ Χριστού αιώνες σε παρακμή και
έψαχνε για μια νέα ταυτότητα ή όπως μας εξηγεί ο Γρηγόριος
Νύσσης: <<..τελούσε σε διαρκή κατάσταση
εγκυμοσύνης, χωρίς να κατορθώνει να τεκνοποιήσει..>>.
Ο
καρπός της ζωογόνου αυτής ένωσης έμελλε να μεγαλουργήσει με την δημιουργία ενός
ιδιαίτερου πολιτισμού που διαρκεί μέχρι σήμερα και καλείται ΕΛΛΗΝΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ.
Ενώθηκε η αρχαιοελληνική σοφία του αρίστου
και τέλειου με την χριστιανική του εναρέτου και της αγάπης.
Σήμερα ο άνθρωπος σε πολλά έχει ξεφύγει από
το πλαίσιο της Ελληνοχριστιανικής ζωής. Μέσα στις δύσκολες ώρες που περνάμε
καθημερινά, το άτομο αναπτύσσεται λανθασμένα και γίνεται ένα ξεπερασμένο
γρανάζι το απρόσωπου συστήματος που κανείς δεν ελέγχει. Η κυριαρχία του
ανωνύμου και η ταύτιση του κακού με την εξουσία και την δύναμη είναι σε κάθε
βήμα μπροστά μας.
Ένας ολοκληρωμένος αντιανθρωπισμός, που
αποσυνθέτει και αντικειμενοποιεί τον άνθρωπο, βρίσκεται σε εξέλιξη.
Οι υπάρχοντες υγιείς τύποι που υπηρετούν το
καλό των πολλών, θεωρούνται ξεπερασμένοι ή συνθλίβονται από τους παθολογικούς
που υπηρετούν τα συμφέροντα των ολίγων.
Πρέπει λοιπόν ο άνθρωπος να επανέλθει στις
ρίζες του, εάν θέλει να έχει μέλλον, στην γεμάτη αγάπη και πίστη θρησκεία του,
που επεκτάθηκε όχι γιατί καταπιέζει, αλλά το αντίθετο, γιατί στην ανθρώπινη
σχετική ελευθερία αντέτεινε την θεία την απόλυτη ελευθερία.