Ο Μεγάλος Σεισμός της Θεσσαλονίκης (20/6/1978)
Ο Ιούνιος του 1978 βρήκε τη Θεσσαλονίκη αγχωμένη εξαιτίας των συνεχών σεισμικών δονήσεων, που
είχαν αρχίσει από μέρες να γίνονται ένα με την καθημερινότητα των κατοίκων της,
όπως και των γύρω περιοχών.
Το βουητό των ρίχτερ σήμαινε συναγερμό,
κυρίως τα βράδια, και τους έβγαζε όλους από τα σπίτια. Λίγα πράγματα στο χέρι,
κανα- δυο ρούχα, λίγο φαγητό και στρωματσάδα στα πάρκα και τα γήπεδα της
Θεσσαλονίκης.
Όμως, η πόλη άντεχε στα ρίχτερ που είχαν
αρχίσει να πληγώνουν όλο και περισσότερο τα κτίριά της, να σπέρνουν φόβο και
πολλά ερωτηματικά για το αν έπεται μεγαλύτερο κακό.
Η πολιτεία, όπως συμβαίνει πάντα, καθησύχαζε για την ετοιμότητά της, ενώ οι ειδικοί έριζαν για το
αν οι συνεχείς δονήσεις ήταν μετασεισμοί μετά το σεισμό της 24ης Μαΐου. Τελικά, το μεγάλο κακό ήρθε.
Στις 20 Ιουνίου. Ήταν
11 το βράδυ και η πόλη ήταν κολλημένη στην τηλεόραση για το Μουντιάλ της Αργεντινής.
«Ήταν 6.5 Ρίχτερ -
Έτρεμε η Θεσσαλονίκη. Κατέρρευσε πολυκατοικία στο Ιπποδρόμιο. Ανασύρονται οι
νεκροί», είναι το πρωτοσέλιδο της ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ, στις 21 Ιουνίου.
Για 10 δευτερόλεπτα η γη σείονταν από τα
ρίχτερ που είχαν επίκεντρο την περιοχή της λίμνης Βόλβης. 48 νεκροί, εκατοντάδες τραυματίες, χιλιάδες άστεγοι. Δεκάδες τα
κτίρια που κατέρρευσαν ή που πληγώθηκαν ανεπανόρθωτα.
Η τραγωδία στην Πλατεία Ιπποδρομίου
Το ενδιαφέρον εστιάστηκε γρήγορα στην Πλατεία Ιπποδρομίου. Στο σημείο όπου βρίσκεται σήμερα το Κέντρο Ιστορίας Θεσσαλονίκης υπήρχε
μέχρι το βράδυ της 20ης Ιουνίου η πολυκατοικία που κατέρρευσε σαν χάρτινος
πύργος, παρασύροντας στο θάνατο 29 ανθρώπους.
Εικόνα βιβλικής καταστροφής παρουσιάζει η
πολυκατοικία όπου ήταν το ζαχαροπλαστείο ο «ΝΙΚΟΣ», στην πλατεία Ιπποδρομείου.
Ολόκληρο το κτίριο έγειρε προς το βόρειο τμήμα αυτού και γκρεμίσθηκε σε σύννεφα
σκόνης. Τα τζάμια των γύρω πολυκατοικιών έσπασαν, ενώ οι ένοικοι πανικόβλητοι
πετάχτηκαν έξω.
Πολλοί ένοικοι της πολυκατοικίας Νικηφόρου Φωκά 30 και Ιπποδρομίου, όπου το ζαχαροπλαστείο «ΝΙΚΟΣ», παγιδεύθηκαν στα
ερείπια της οικοδομής κάτω από σύννεφα σκόνης.
Συνεργεία της πυροσβεστικής, της
χωροφυλακής και μονάδες στρατού έσπευσαν στην περιοχή και άρχισαν να ψάχνουν
στα ερείπια για την ανεύρεση των παγιδευθέντων. Οι έρευνες στα ερείπια
συνεχίζονταν όλη τη νύχτα», αναφέρει το σχετικό ρεπορτάζ στην εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ.
Η εικόνα της πόλης
Ο σεισμός είχε παραλύσει όλη τη Βόρεια
Ελλάδα. Αλλά, η Θεσσαλονίκη πληγώθηκε περισσότερο από κάθε
περιοχή. Οι ζημιές ήταν έντονες στη ζώνη μεταξύ του Σιδηροδρομικού
Σταθμού και της Έκθεσης,
κυρίως στην παραλιακή περιοχή. Η συχνότητα των βλαβών μειωνόταν καθώς κανείς
κατευθυνόταν προς την Άνω Πόλη ή προς ανατολικά και δυτικά.
«Στην πόλη η κατάσταση ήταν πρωτόγνωρη. Θύμιζε πόλεμο»,
αναφέρει χαρακτηριστικά ο Γιώργος Πενέλης, ομότιμος
καθηγητής του Τμήματος Μηχανικών του ΑΠΘ και ένας από
τους ανθρώπους που κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν τη δύσκολη κατάσταση. Χιλιάδες
άνθρωποι εγκατέλειψαν τις εστίες τους.
Η αυτόνομη κάλυψη των βασικών αναγκών ήταν
σχεδόν αδύνατη, ενώ σημειώθηκε ζήτημα για την καταλληλότητα του πόσιμου νερού.
Κυριαρχούσαν οι φήμες για ένα νέο, μεγαλύτερο επερχόμενο σεισμό.
Ευτυχώς όμως έδρασε μια ομάδα ικανότατων
επιστημόνων, με επικεφαλής το σεισμολόγο Βασίλη Παπαζάχο,
που κατόρθωσε να επαναφέρει την ψυχραιμία στους σοκαρισμένους κατοίκους.
Τεράστια υπήρξε η βοήθεια των εθελοντών, το έργο των οποίων ανακούφισε αισθητά
τους πληγέντες. Αντίθετα, εμφανής ήταν κατά τις πρώτες ώρες και ημέρες η
απουσία οργανωμένης κρατικής αντίδρασης».
Τη δική του εκδοχή δίνει ο τότε πρόεδρος
του Παραρτήματος του Τεχνικού Επιμελητηρίου, και μετέπειτα
δήμαρχος Θεσσαλονίκης (και υπουργός της κυβέρνησης Μητσοτάκη), Σωτήρης Κούβελας. Αναφέρει σε σχετικό άρθρο του το 2008 για τη συμπλήρωση 30 χρόνων από το σεισμό :
«Την άλλη μέρα πρωί-πρωί οι μηχανικοί αυτό-επιστρατεύτηκαν.
Δεν υπήρχαν εμπειρίες, δεν ξέραμε πώς να αρχίσουμε. Οι μόνες πρόσφατες
πληροφορίες μας ήταν από μια αποστολή του Τεχνικού Επιμελητηρίου στο
Βουκουρέστι που είχε χτυπηθεί από μεγάλο σεισμό 3 μήνες νωρίτερα.
Την πρώτη σύσκεψη κάναμε με τον Νομάρχη κ.
Πυλαρινό. Ακολούθησε άλλη στο Υπουργείο Βορείου Ελλάδος με τους Υπουργούς
Ζαρντινίδη, Μάρτη και τους τέσσερις καθηγητές συμβούλους Νιτσιώτα, Βαλαλά,
Παπαζάχο, Πενέλη. Προτεραιότητα δόθηκε στον καθαρισμό της πόλης από τα μπάζα
και την άμεση κατεδάφιση επικίνδυνων στοιχείων των υποδομών.
Ταυτοχρόνως οργανώθηκε η μεγάλη εκστρατεία
ελέγχων κτιρίων στην οποία εντάχθηκαν όλοι οι μηχανικοί της πόλης, υπάλληλοι
και ελεύθεροι επαγγελματίες. Ατέλειωτες συσκέψεις και σεμινάρια για να
καθοριστεί η διαδικασία και ο τρόπος ελέγχου, η διαπίστωση του επικινδύνου ή
μη, η κατάταξη σε κατηγορίες, η έκδοση της μετασεισμικής ταυτότητας του κτιρίου
(πράσινο, κίτρινο, κόκκινο).
Η προσωρινή στέγαση όσων έχασαν τα σπίτια
τους, η αποκατάσταση του ρυθμού ζωής στην πόλη, η προσωρινή ενίσχυση
σεισμοπλήκτων οικογενειών και επιχειρήσεων ξεκίνησαν από το μηδέν, αφού δεν
υπήρχε προηγούμενη πρακτική ούτε νομοθετικό πλαίσιο.
Η ψυχολογία του κόσμου σε συνδυασμό με τη
μετασεισμική εξέλιξη του φαινομένου ήταν ένα άλλο μεγάλο κεφάλαιο, το βάρος του
οποίου σήκωσαν κυρίως οι σεισμολόγοι και κατεξοχήν ο καθηγητής Παπαζάχος.
Οι φήμες οργίαζαν για μεγαλύτερο σεισμό σε
συνδυασμό με την πανσέληνο ένα μήνα αργότερα, για ηφαίστειο που θα εκραγεί, για
τσουνάμι που θα κατακλύσει την παραλία στην οποία είχε κατασκηνώσει πλήθος
κόσμου. Η πόλη είχε ερημώσει για περισσότερο από ένα μήνα».
Ο αριθμός των σκηνών ήταν εφάμιλλος με τον
αριθμό των ακατάλληλων κτιρίων. 3.170 κτίρια
κρίθηκαν «κόκκινα»
και 13.918 «κίτρινα». Ιδιαίτερο μέλημα υπήρξε για τον
έλεγχο των νοσοκομείων και των σχολείων. Αρκετά μνημεία της πόλης, τέλος,
απαίτησαν μεγάλου εύρους επισκευές.
38 χρόνια μετά
Οι πληγές επουλώθηκαν με το χρόνο. Ο
χρόνος, όμως, βοήθησε να «θαφτούν» και οι ευθύνες για τις ανθρώπινες απώλειες
που ουδέποτε αποδόθηκαν καθώς τα αδικήματα παραγράφηκαν!
Ωστόσο, το πάθημα έγινε μάθημα για την ίδια
την πόλη. Καθώς ο σεισμός του ΄78 ήταν ο πρώτος που μεταπολεμικά χτύπησε μεγάλο
αστικό κέντρο, αποτέλεσε την αιτία οργάνωσης του κράτους για την αντιμετώπιση
παρόμοιων περιστατικών στο μέλλον.
«Το καθεστώς στον τομέα της αντισεισμικής προστασίας έχει
αλλάξει», δηλώνει ο Βασίλης Λεκίδης, διευθυντής
ερευνών του Ινστιτούτου Τεχνικής Σεισμολογίας και Αντιμετώπισης
Φυσικών Καταστροφών (ΙΤΣΑΚ) & υπεύθυνος αντιμετώπισης φυσικών
καταστροφών του ΤΕΕ Κεντρικής Μακεδονίας.
«Η γνώση για τους σεισμούς έχει βοηθήσει στη θέσπιση
καλύτερων κανόνων αντισεισμικής προστασίας. Σήμερα κατασκευάζονται σπίτια που
δεν έχουν καμία σχέση με τα κτίρια του 1978, ενώ για τα υφιστάμενα- εφόσον
απαιτείται- γίνονται προσπάθειες να ενισχυθούν», συμπληρώνει.
Αξίζει ωστόσο η μελέτη νέων μεταβλητών,
όπως αυτή του μετρό και του δικτύου του φυσικού αερίου. Στην κατασκευή του
πρώτου, σύμφωνα με τον κο. Πενέλη «έχουν ληφθεί υπόψη οι πλέον σύγχρονες προδιαγραφές και δεν
πρόκειται να δημιουργήσει κανένα πρόβλημα». Θα άξιζε να γίνει γνωστή
όμως μια αντίστοιχη μελέτη και για το φυσικό αέριο.
Ήμουν κι εγώ εκεί!! Ως Ανθυπολοχαγός (ΜΧ) υπηρετούσα στο 720 ΜΤΜΧ. Μάλιστα την επομένη του σεισμού ανέλαβαν επικεφαλής συνεργείου που καθαρίζαμε τον ανατολικό τομέα της πόλης. Έχα κατεδαφίσει αρκετά ετοιμόρροπη κτίρια.
ΑπάντησηΔιαγραφή