ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ
Δοξάτο: 111 χρόνια από την τρομερή σφαγή από τον Βουλγαρικό Στρατό
(30/6/1913)
Του Γιώργου Ντυμένου
Gazzetta
Gazzetta
Γεωγραφικά η
Ελλάδα είναι ένας ευλογημένος και ταυτόχρονα καταραμένος τόπος. Η θέση της
αποτελούσε, στο πέρασμα των χρόνων, ένα «τρόπαιο» για κάθε λογής κατακτητή που επιθυμούσε να ελέγχει το
πέρασμα για την Ασία ή τη Μέση Ανατολή, αλλά και να αποκτήσει διέξοδο στη
θάλασσα.
Την ίδια στιγμή
η Χερσόνησος του Αίμου μόνο τυχαία δεν έλαβε το προσωνύμιο ως η «πυριτιδαποθήκη της Ευρώπης», καθώς εκατέρωθεν
εδαφικές διεκδικήσεις αλλά και η Οθωμανική κατοχή, οδήγησαν τους λαούς της σε
μακροχρόνιες εχθροπραξίες, που ουσιαστικά έληξαν στα μέσα του περασμένου αιώνα
Από την πτώση
της Κωνσταντινούπολης ως το τέλος του Β’
Παγκοσμίου Πολέμου, στο άκουσμα της λέξης «σφαγή» ή «λεηλασία» ο νους μας οδηγείται
αυτόματα στους Τούρκούς ή του Γερμανούς, καθώς από αμφότερους υποφέραμε πολλά
δεινά. Ομως για πολλές δεκαετίας η χώρα μας
καλούνταν να αντιμετωπίσει ακόμη έναν θανάσιμο κίνδυνο, τους Βούλγαρους.
Ολόκληρες
περιοχές της ανατολικής Μακεδονίας και της Θράκης βρέθηκαν αντιμέτωπες με την
εξόντωση, στο βωμό της αλυτρωτικής πολιτικής των γειτόνων μας, που πήγαζε από
τη Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου. Ηταν στα 1878 που δημιουργήθηκε για πρώτη φορά η «Μεγάλη Βουλγαρία», ένα κράτος που ναι μεν διατηρήθηκε για μικρό
χρονικό διάστημα, αλλά για δεκαετίες υποδαύλιζε τις επεκτατικές της τάσεις.
Παρόλα αυτά και
μπροστά στον κοινό εχθρό, τους Τούρκους, η πατρίδα μας συνασπίστηκε και μαζί
της στον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο, με σκοπό
να αποτινάξει τον Οθωμανικό ζυγό.
Από τον Οκτώβριο του 1912 μέχρι τον Μάιο του 1913 τα ελληνικά όπλα, σε
στεριά και θάλασσα, θριάμβευσαν και απελευθέρωσαν εκατομμύρια συμπατριωτών μας.
Ομως οι σύμμαχοι έγιναν εχθροί και η Βουλγαρία που
αυτοπροσδιορίζονταν ως «Μεγάλη
Δύναμη», επιτέθηκε εναντίον της Ελλάδας, και όχι μόνο, με σκοπό να
διευρύνει τα σύνορά της.
Για περίπου ένα
μήνα (από τις 29 Ιουνίου μέχρι τις 31 Ιουλίου του 1913), ο στρατός της
πατρίδας μας θα γράψει νέες «χρυσές σελίδες»
στην ιστορία της και θα ενσωματώσει στη «μητρόπολη» το μεγαλύτερο μέρος της
Μακεδονίας και της Θράκης.
Οι Βούλγαροι όμως, όπως και κάθε ένας που θεωρεί τον εαυτό του
ανίκητο, ξέσπασαν στον άμαχο πληθυσμό, ώστε
να εκδικηθούν για τις ντροπιαστικές ήττες που γνώρισαν στο πεδίο των μαχών.
Ηταν 30
Ιουνίου του 1913, όταν το Δοξάτο που βρίσκεται λίγο έξω
από τη Δράμα, θα βιώσει την καταστροφή.
Πρόκειται για
μία κωμόπολη στο κέντρο του κάμπου, όπου ανθούσε η παραγωγή και το εμπόριο
καπνού. Τον Οκτώβριο του 1912 καταλήφθηκε από τους Βούλγαρους, όμως εκείνο το διάστημα (καλοκαίρι
του 2013) έβλεπαν τον
ελληνικό στρατό να απελευθερώνει την μία πόλη μετά την άλλη. Σιδηρόκαστρο, Καβάλα, Σέρρες και
επόμενος στόχος η Δράμα.
Τμήματα της 7ης Μεραρχίας έλαβαν διαταγή να κινηθούν
προς τη συγκεκριμένη κατεύθυνση και σταδιακά, μέσα στον Ιούλιο η γαλανόλευκη θα κυματίζει σε πάρα πολλές
πόλεις (Ξάνθη, Κομοτηνή κτλ). Ενδιάμεσα όμως το χώμα θα βαφτεί κόκκινο από το αίμα των
αθώων.
Την Παρασκευή 28 Ιουνίου υπολείμματα του
βουλγαρικού στρατού που υποχωρούσε, προσπάθησαν για πρώτη φορά να εισέλθουν στο
Δοξάτο. Ομως οι ντόπιοι τους
περίμεναν και συνεπικουρούμενοι από τον Καπετάν
Παναγιώτη και τους άνδρες του, απέκρουσαν την επίθεση.
Την επομένη όλα
έδειχναν ήρεμα και η άμυνα χαλάρωσε, καθώς πλησίαζε ο ελληνικός στρατός. Ωστόσο
στις 30 του μηνός, ανήμερα των Αγίων Αποστόλων, στις παρυφές
της κωμόπολης εμφανίστηκαν αρκετοί Βούλγαροι ιππείς και το πέπλο του θανάτου
άρχισε να σκεπάζει το Δοξάτο.
Μάλιστα οι Κομιτατζήδες κατάφεραν να πείσουν τους Μουσουλμάνους
της περιοχής πως η Τουρκία συμμάχησε μαζί τους εναντίον των Χριστιανών και λίγο
αργότερα εξελίχθηκαν στιγμές βγαλμένες από την Κόλαση του Δάντη.
Οι Βούλγαροι εισέβαλαν στα σπίτια και σκότωναν
αδιακρίτως. Μικρές κοπέλες ή γυναίκες βιάστηκαν μπροστά στους νεκρούς γονείς
και συζύγους τους αντίστοιχα, ενώ φρικτό θάνατο βρήκαν παιδιά, γέροι και
ιερωμένοι.
Σε έγκυες ανοίχθηκαν οι κοιλιές και πολτοποιήθηκαν τα έμβρυα και λίγοι
κατάφεραν να πάρουν τα όπλα και να αντιδράσουν ή έστω να διαφύγουν από τη μανία
των κατακτητών.
Είναι χαρακτηριστικό πως πολλοί εισβολείς φορούσαν λευκές ποδιές που
παρέπεμπαν σε χασάπη, καθώς δεν ήθελαν να λερώσουν τις στολές τους, αφού σκότωσαν
τα περισσότερα θύματά τους με σπαθιά και λόγχες. Ηθελαν να τα κατακρεουργήσουν
και να ξεψυχήσουν βασανιστικά, ενώ ορισμένοι εκ των κατοίκων αποκεφαλίστηκαν ή
σταυρώθηκαν!
Το απόγευμα, όταν και έσβησε η δίψα τους για αίμα, έβαλαν φωτιά στα σπίτια,
αφού πρώτα πήραν από εκείνα τα πολύτιμα αντικείμενα που βρήκαν και αποχώρησαν.
Ο τραγικός απολογισμός των όσων έγιναν την 30η Ιουνίου του 1913 ήταν 650 νεκροί, αριθμός
τρομακτικά μεγάλος.
Οι Βούλγαροι
επεδίωξαν το επόμενο ξημέρωμα να επιστρέψουν στο Δοξάτο, με σκοπό να εξαφανίσουν τις αποδείξεις των
όσων φρικτών διέπραξαν, όμως ενημερώθηκαν πως ο ελληνικός στρατός βρίσκονταν
κοντά και δεν υπήρχαν τα απαραίτητα χρονικά περιθώρια. Ετσι έφυγαν εσπευσμένα,
μαζί με αρκετούς Μουσουλμάνους που θέλησαν να αποφύγουν τυχόν εκδίκηση των
Ελλήνων, αφού ήταν συνεργοί στα εγκλήματά τους.
Δυστυχώς στο
διάβα τους βρέθηκαν κάτοικοι που τους πήραν αιχμάλωτους, χωρίς ποτέ να υπάρξει
κάποια ενημέρωση για τη τύχη τους. Προφανώς χάθηκαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης
της εποχής.
Την 1η Ιουλίου οι Έλληνες στρατιώτες εισήλθαν στη Δράμα και ενημερώθηκαν για τα όσα συνέβησαν στο Δοξάτο. Αμέσως έσπευσαν εκεί, όπου οι διασωθέντες
τους υποδέχθηκαν σαν απελευθερωτές και ήταν οι πρώτοι που αντίκρισαν το φρικτό
θέαμα των εκατοντάδων νεκρών που κείτονταν παντού.
Μαζί τους ήταν
και ορισμένοι ξένοι, όπως ο Βρετανός πλοίαρχος Κάρνταλ
που έγραψε σχετικά στη Daily Telegraph.
«Κατά την είσοδον εις
την πόλιν, το πρώτο όπερ προσέπεσεν εις τους οφθαλμούς μου, ήσαν αι αγέλαι
κυνών καταβροχθιζόντων ανθρωπίνους σάρκας. Η πόλις τελείως κατεστραμμένη
εφαίνετο έρημος, ως εκ τούτου δε ηναγκάσθην να φωνάξω επανειλημμένως δια να
εμφανισθώσι γραίαι τινές εκ των ερειπίων.
Ολα τα πτώματα ήσαν
διάτρητα υπό τον λογχών και έφερον ίχνη απίστευτων ακρωτηριασμών. Οι τοίχοι των
οικιών είχον ρυπανθεί από αίματα, εις το ύψος έξι ποδών από τους εδάφους, τουθ’
όπερ εξηγείται, κατά το λέγειν των επιζώντων εκ του ότι τα δυστυχή θύματα δεν
είχον σφαγεί αμέσως, αλλά εθανατούντο δια λογχισμών…».
Ανάλογη ήταν η
ανταπόκριση που έστειλε ο Κρόφοντ Πράις στους «Times» που εργάζονταν.
«Δεν ήτο δύσκολον να
συναγάγη τις την αλήθειαν περί του τι συνέβη εν Δοξάτω. Διεσώθησαν πολλά
βασανισθέντα θύματα όπως αφηγηθούν τα συμβάντα, εν οις και εις νεανίας, ο οποίος
παρ’ όλους τους δέκα λογχισμούς, τους οποίους έλαβεν, έζη ακόμη, καθώς και
πολλά μικρά παιδία εις το νοσοκομείον φέροντα τραύματα επί της κεφαλής,
κατενεχθέντα διά της σπάθης των Βουλγάρων ιππέων».
Tο Δοξάτο θα βρεθεί στο στόχαστρο» των Βουλγάρων και το 1917, ενώ το 1941 οι Ναζί θα επιδοθούν επίσης σε σφαγές και λεηλασίες,
ως αντίποινα για το έπος της αντίστασης.
Σήμερα στέκεται
αγέρωχο σε υψόμετρο 100 μέτρων και με
πληθυσμό λίγο περισσότερο των 2.000 ψυχών, ενώ το κράτος του απέδωσε
τιμητικά την ονομασία «Ηρωϊκή
και Μαρτυρική Πόλη», για τα δεινά που υπέστη στις εχθροπραξίες του
περασμένου αιώνα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου