Σάββατο 17 Μαρτίου 2018

Ελληνικές παροιμίες «T» ( I )



Ελληνικές παροιμίες «T»  ( I )
Τ’ Αγι' Αντωνιού, τ' Αϊ Θανασιού, του βλάχαρου ο Χειμώνας. (Αρκαδία)
Τ' αγγειά γινήκαν θυμιατά και τα σκατά λιβάνι. Οι βλάχοι γίναν δήμαρχοι κι οι γύφτοι καπετάνιοι.
Τ’ αμπέλι θέλει αμπελουργό, το σπίτι νοικοκύρη.
[ή]: Τ' αμπέλι θέλει αμπελουργό και το καράβι ναύτες
Τ' αργαστήρι θέλει κουτσό νοικοκύρη.
Τ' άλογο το πληγωμένο όταν δει τη σέλλα τρέμει.
Τα βόδια τα δένουν απ' τα κέρατα, τον άνθρωπο απ' το λόγο του.
Τα γενόμενα ουκ απογίγνονται.
Τα γέλια θα σου βγουν ξινά.
Τα δάνεια δούλους τους ελευθέρους ποιεί.
Τα δάνεια μετατρέπουν τους ελεύθερους ανθρώπους σε δούλους.
Τα δικά σου αμπέλια φράζε και τα ξένα μη γυρεύεις.
Τα είπε χαρτί και καλαμάρι.
Τα εν οίκω μη εν δήμω.
Τα ενδοοικογενειακά μην τα κοινολογείς.
Τα ευκόλως εννοούμενα παραλείπονται.
Τα ζώα μου αργά.
Τα ίδια Παντελάκη μου, τα ίδια Παντελή μου.
Τα καλά του Γιάννη θέλουν, μα τον Γιάννη δεν τον θέλουν.
Τα λεφτά πάνε στα λεφτά.
Τα λέω της πεθεράς, για να τ' ακούει η νύφη.
Τα λίγα λόγια ζάχαρη και τα καθόλου μέλι.
Τα λόγια σου με χόρτασαν και το ψωμί σου φάτο.
Τα μαλώματα οι γύφτοι τα 'χουν για πανηγύρια.
Τα μάτια που δε βλέπονται γρήγορα λησμονιούνται.
Τα μεταξωτά βρακιά θέλουν και επιδέξιους κώλους.
Τα μυαλά σου και μια λίρα και του μπογιατζή ο κόπανος.
Τα παθήματα μαθήματα.
Τα παθήματα των πρώτων, γεφύρι των δεύτερων.
Τα πάχη μου τα κάλλη μου.
Τα πολλά λόγια είναι φτώχεια.
Τα πολλά πνίγουν τον άντρα και τα λίγα τη γυναίκα.
Τα ράσα δεν κάνουν τον παπά.
Τα σίδερα της φυλακής είναι για τους λεβέντες.
Τα στερνά τιμούν τα πρώτα.
Τα στραβά μας παραθύρια τα χρυσά φλουριά τα 'σιάζουν.
Τα φαινόμενα απατούν.
Τάζω της Παναγιάς κερί, του διάβολου λιβάνι.
Τείνω ευήκοον ους. Ακούω με ευνοϊκή διάθεση.
Τέρμα τα δίφραγκα.
Τέλειωσαν τα ψέματα.

Τετάρτη και Παρασκευή τα νύχια σου μην κόβεις και Κυριακή να μη λουστείς, αν θέλεις να προκόβεις.
Τέτοιος μάστορας, τέτοια τσιράκια.
Τη βάψαμε αρχαία: ἡ ναῦς ἔβαψεν (Ευριπίδου "Ορέστης", στ. 705-707) αντίστοιχη μετάφραση: την κάτσαμε τη βάρκα
Την προδοσία πολλοί αγάπησαν, το προδότη κανείς.
Της γυναίκας ο καημός: λούσα, πούτσα και χορός.
Της καλομάνας το παιδί, το πρώτο νά 'ναι κόρη.
Της καλομοίρας το παιδί, στους πέντε μήνες κάθεται, στους έξι καλοκάθεται, και στους εφτά και στους οκτώ, τον τοίχο-τοίχο πάει.
Της κοντής ψωλής οι τριχες της φταίνε.
Της κακιάς ψωλής, της φταίνε οι τρίχες.
Της Κυριακής χαρά και της Δευτέρας λύπη.
Της νύχτας τα καμώματα, τα βλέπει η μέρα και γελά.
Της φυλακής τα σίδερα είναι για τους λεβέντες.
Τι γυρεύει η αλεπού στο παζάρι;
Τι δε σε νοιάζει μη ρωτάς, ποτέ κακό δεν έχεις.
Τί δύσκολον; Τὸ ἐαυτὸν γνῶναι. (Θαλής)
Τί εὔκολον; Τὸ ἄλλῳ ὑποτίθεσθαι. (Θαλής)
Τι έχεις γέρο που χορεύεις; Δε μ' αφήνουν τα δαιμόνια. (Αρκαδία)
Τί κοινότατον; Ἐλπίς. Καὶ γὰρ οἳς ἄλλο μηδέν, αὔτη παρέστη. (Θαλής)
Τί τάχιστον; Νούς. Διὰ παντὸς γὰρ τρέχει. (Θαλής)
Τι έχεις Γιάννη; Τι είχα πάντα!
Τι κάνει νιάου νιάου στα κεραμίδια...
Τι κάνεις Γιάννη; Κουκιά σπέρνω!
Τι κι αν σε δέρνουν δεκατρείς, αν δε σε δέρνει ο νους σου.
Τι μικρός διάολος, τι μεγάλος διάολος. Κι οι δυο διαόλοι είναι.
Τι μπρόκολα τι λάχανα.
Τι 'ναι ο κάβουρας τι 'ν' το ζουμί του.
Τι να πεθάνεις χωροφύλακας, τι να πεθάνεις 'νωματάρχης.
Τι του λείπει του ψωριάρη; Σκούφια με μαργαριτάρι.
Τι Σαββάτο βράδυ, τι Κυριακή πρωί.
Τι χοντρό κεφάλι που 'χεις. Με στενεύει η σκούφια σου.
Το αγκάθι από μικρό αγκυλώνει.
Το αγώι ξυπνάει τον αγωγιάτη.
Το άδικον ουκ ευλογείται.
Το άδικο δεν βλογιέται.
Το αίμα νερό δε γίνεται.
Το βουβάλι κι αν ξεπέσει πάλι αξίζει ένα βόιδι.
Το βούρκο σαν πετροβολάς, πηδάει και σε λερώνει.
Τὸ γὰρ ἡδύ, ἐὰν πολύ, οὐ τι γὲ ἡδύ.
Το γαρούφαλο είναι μαύρο μα πουλιέται με το δράμι.
Το γινάτι βγάζει μάτι.
Το γοργό και χάριν έχει.
Το γύφτο κάναν βασιλιά κι' αυτός γύρευε ρείκια.
Το γυαλί κι η τύχη εύκολα τσακίζονται.
Τὸ δὶς ἐξαμαρτεῖν οὐκ ἀνδρὸς σοφοῦ.
Το ένα γαιδούρι θέλει ενάμισι.
Το έξυπνο πουλί από την μύτη πιάνεται.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου