"Μπροστά ή πίσω" αντί για "δεξιά ή αριστερά"
Τον τελευταίο καιρό η κυβέρνηση στην
απελπισία της έναντι των δημοσκοπήσεων και συνειδητοποιώντας αυτό που όλοι οι
οικονομικά εγγράμματοι γνώριζαν από την αρχή, ότι δηλαδή το μνημόνιο που
υπέγραψε δε βγαίνει, ανακινεί την προεκλογική της φανφάρα περί ανάγκης
ελάφρυνσης του χρέους ως πανάκεια όλων των προβλημάτων της ελληνικής
οικονομίας.
Για να τελειώνουμε με τις ανοησίες, το
χρέος καλό είναι να μειωθεί αλλά αυτό δεν μας εξασφαλίζει απολύτως τίποτα από
μόνο του. Ειδικά στην Ελλάδα, μία χώρα με πολιτική παράδοση δημαγωγίας και
ψηφοθηρίας, η ελάφρυνση του χρέους θα αποτελέσει πιθανώς και πρόβλημα, καθώς η
κυβέρνηση θα το θεωρήσει ως έναυσμα νέων παροχών και διορισμών στον ευρύτερο
δημόσιο τομέα, γεγονός που θα τινάξει στον αέρα τα δημόσια οικονομικά της
χώρας.
Πολλοί, οι περισσότεροι για την ακρίβεια,
ισχυρίζονται ότι μέσω της ελάφρυνσης του χρέους και την ένταξη της χώρας στο QE
της ΕΚΤ θα ενισχυθεί η ζήτηση στη χώρα, με αποτέλεσμα την έναρξη της ανάπτυξης.
Ακόμα και αν δεχτούμε την επιτυχία του
συγκεκριμένου σεναρίου, προκύπτει το εξής ερώτημα που οι υπέρμαχοί του
αποφεύγουν διακριτικά να απαντήσουν.
Η αυξημένη ζήτηση που θα προκύψει, πώς θα
καλυφθεί σε μία χώρα καθαρά εισαγωγική όπως η Ελλάδα;
Προφανώς με εκ νέου αύξηση των εισαγωγών,
καθώς την όποια εγχώρια βιομηχανία και βιοτεχνία έχει φροντίσει το ελληνικό
κράτος να την αποτελειώσει μέσω της φορολογίας.
Οι υπέρμαχοι της ελάφρυνσης ως απόλυτη
λύση, μας λένε ότι θα αυξηθούν οι ξένες επενδύσεις στη χώρα. Η άποψή τους αυτή δείχνει ότι δεν έχουν καμία
απολύτως γνώση για τις επενδύσεις. Εάν είχαν, θα ήξεραν ότι το χρέος σε σχέση
με τη δυνατότητα εξυπηρέτησής του είναι ένας προσδιοριστικός παράγοντας, όχι
όμως ο σημαντικότερος. Εντάσσεται στην κατηγορία του μακροοικονομικού
περιβάλλοντος, η οποία όμως περιλαμβάνει και πολλούς άλλους παράγοντες για τους
οποίους η Ελλάδα δεν έχει κάνει απολύτως τίποτα. Κανένας σοβαρός ξένος επενδυτής δεν θα
επενδύσει σε βάθος χρόνου σε μία χώρα όπου όλα είναι σχετικά και προχωράνε με
το "λάδωμα"
και το "βλέποντας και
κάνοντας".
Οι μόνοι που θα επενδύσουν είναι ξένοι
κερδοσκόποι που επιζητούν τον κίνδυνο και τις υψηλές αποδόσεις και Έλληνες
μεγαλοεπιχειρηματίες που ξέρουν τους τρόπους να κινούν το διεφθαρμένο και
δύσκαμπτο ελληνικό κρατικό μηχανισμό. Αυτοί όμως δε φτάνουν να μας οδηγήσουν σε
διατηρήσιμη ανάπτυξη.
Επιπλέον, κακώς πιστεύουν πολλοί ότι η
αποκλιμάκωση των επιτοκίων των ελληνικών ομολόγων θα οδηγήσει στην ανάλογη
αποκλιμάκωση των επιτοκίων δανεισμού του ιδιωτικού τομέα της οικονομίας. Τα
επιτόκια δανεισμού του ιδιωτικού τομέα θα καθυστερήσουν να πέσουν σε λογικά
επίπεδα, εξαιτίας του γεγονότος ότι οι ελληνικές τράπεζες είναι πρακτικά
ανύπαρκτα μαγαζιά λόγω των "κόκκινων" δανείων που βαραίνουν τους
ισολογισμούς τους και λόγω του γεγονότος ότι η πίστη μεταξύ όλων των μερών στην
οικονομία έχει διαρραγεί. Και η πίστη στην τραπεζική είναι ο βασικότερος
προσδιοριστικός παράγοντας. Άλλωστε η
διάρρηξη αυτής της πίστης είναι που δεν άρει τους κεφαλαιακούς ελέγχους και όχι
όλες οι άλλες ανοησίες που μας λένε κατά καιρούς κρατικοί αξιωματούχοι.
Αν όμως δεν ακολουθήσουμε αυτό το μονοπάτι,
τότε ποια είναι η λύση;
Η λύση είναι μία και πολύ απλή. Να
ικανοποιήσουμε την ήδη υπάρχουσα τεράστια ζήτηση. Τη ζήτηση της παγκόσμιας
οικονομίας, ξεκινώντας από τη γειτονιά μας την Ε.Ε.. Έχουμε γύρω στα 6
δισεκατομμύρια δυνητικούς πελάτες των ελληνικών προϊόντων με μία προϋπόθεση. Να υπάρξουν κάποια στιγμή ελληνικά προϊόντα
ανταγωνιστικά προς εξαγωγή. Ανταγωνιστικά και ως προς την τιμή και
ως προς την ποιότητα.
Προς αυτήν την κατεύθυνση δεν έχει παρθεί
ούτε μισό μέτρο. Το αντίθετο μάλιστα, έχουν παρθεί και συνεχίζουν να παίρνονται
μέτρα που σκοτώνουν την όποια εξαγωγική προσπάθεια και μαζί την όποια ελπίδα
της χώρας για πραγματική ανάκαμψη.
Όταν λέω απλή, έχω στο μυαλό μου μία χώρα
που έχει κατανοήσει τις πραγματικές αιτίες της δυστυχίας της και όχι μία χώρα
που κατηγορεί τους ξένους για την κατάντια της και συγχέει τη σημασία της
γεωπολιτικής της θέσης με ψεκασμένες θεωρίες συνωμοσίας εναντίον της.
Γνωρίζοντας την ελληνική πραγματικότητα
δυστυχώς η λύση που προτείνω εμφανίζεται σύνθετη και πρακτικά ανεφάρμοστη. Οι
λόγοι γι’ αυτό είναι κυρίως ιστορικοί, κοινωνιολογικοί και ψυχολογικοί. Όμως ο
σκοπός του κειμένου αυτού δεν είναι να εισέλθει σε τέτοιου είδους ανάλυση.
Από καθαρά οικονομικής άποψης, η Ελλάδα
είναι μία χώρα με τεράστιες δυνατότητες και ο μόνος τρόπος να τις εκμεταλλευτεί
είναι η παραγωγή με εξαγωγικό προσανατολισμό. Η ενίσχυση της εγχώριας ζήτησης
αφορά οικονομίες που βρίσκονται στο ταβάνι της παραγωγικής τους ικανότητας και
όχι αναπτυσσόμενες οικονομίες όπως είναι η ελληνική που υπάρχει πληθώρα
λιμναζόντων παραγωγικών συντελεστών.
Εάν αυξήσουμε το ΑΕΠ, κυρίως μέσω των
εξαγωγών, το χρέος μας αυτομάτως θα γίνει βιώσιμο και δεν θα χρειαστεί να
ρίξουμε δεύτερο κανόνι μετά το 2011 στην παγκόσμια οικονομία, γεγονός που θα
πλήξει ακόμα περισσότερο την ήδη βαριά πληγωμένη αξιοπιστία μας απέναντι στα
διεθνή κεφάλαια που θα έπρεπε να διεκδικούμε.
Η Ελλάδα, σε αντίθεση με ότι πιστεύει η
πλειοψηφία των Ελλήνων, χρειάζεται περισσότερη παγκοσμιοποίηση και διεθνοποίηση
και λιγότερη περιχαράκωση. Οι ευκαιρίες για ευημερία είναι έξω από τα ελληνικά
σύνορα και πρέπει να τις διεκδικήσουμε. Πάμε
να πάρουμε τα χρήματα των ξένων όχι μέσω δανεισμού, αλλά δυναμικά με την αξία
μας και την παραγωγική υπεροχή μας. Ας φύγουμε επιτέλους από το
παρωχημένο δίλημμα "δεξιά
ή αριστερά" και πάμε να απαντήσουμε θετικά στο δίλημμα "μπροστά ή πίσω". Πάμε προτού να είναι πολύ αργά, αν δεν έχουμε
ήδη φτάσει στο μη περαιτέρω.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου