Πώς χάθηκε ένα ταλέντο
Από μικρός, το
όνειρό μου ήταν να γίνω σκηνοθέτης του κινηματογράφου. Πρότυπό μου, ήταν ο
πρωτοπόρος Μιχαήλ Μιχαήλ του Μιχαήλ αρχικώς και
μετά ο Αχιλλέας Μαδράς, του οποίου το όνομα αν το
διαβάσεις ανάποδα, προκύπτει το… «σαρδάμ». Αργότερα, μου άρεσε και ο Καραγκιόζης.
Μέχρι να πάω
σχολείο, έφτιαχνα πρόχειρες θεατρικές σκηνές, χρησιμοποιώντας φορέματα της
μητέρας μου, που τα έκοβα και τα έκανα αυλαίες και σκηνικά, για τα θέατρα
που σκάρωνα. Το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα δεν το έμαθα ποτέ. Θυμάμαι όμως ότι η
μακαρίτισσα η μάνα μου, μού είχε αργάσει το τομάρι στο ξύλο και ποτέ δεν
κατάλαβα γιατί. Τότε βλέπετε δεν υπήρχαν οι ΜΚΟ να με σώσουν. Όταν γύριζε ο πατέρας μου
από την δουλειά, του έκανα τα παράπονα μου και ακολουθούσε δεύτερο ημίχρονο
ξύλου… Είναι γεγονός, ότι τότε οι άνθρωποι ήταν απαίδευτοι. Πάντως το ηθικόν
δίδαγμα όλων αυτών, ήταν ότι η τέχνη
απαιτεί θυσίες.
Όταν πήγα στο
Δημοτικό, άρχισε να φαίνεται το ταλέντο μου, κυρίως στην υποκριτική. Ο πρώτος
ρόλος που μου ανέθεσαν, στην Τρίτη τάξη, ήταν στην Χριστουγεννιάτικη παράσταση,
να κάνω ένα πρόβατο που στεκόταν δίπλα στη
φάτνη, που κάποια στιγμή έλεγε «Μπε». Συμπαθητικός
διάλογος, αλλά τα πράγματα βελτιώθηκαν αφού στην Τετάρτη, μου ανέθεσαν το ρόλο ενός βοδιού, πάλι στη φάτνη, που μούγκριζα
τρεις φορές. Αργότερα στην Πέμπτη τάξη και στην αποκριάτικη γιορτή, έπαιξα τον ρόλο της λαγάνας, χωρίς όμως
μεγάλη επιτυχία.
Στο Γυμνάσιο,
οι καθηγητές μου είδαν το ταλέντο μου και στην γιορτή της 25ης Μαρτίου μου ανέθεσαν τον ρόλο του Βεληγκέκα και έλεγα όλο «πο για - πο για» και στο τέλος με έσπασαν στο ξύλο οι
συμμαθητές μου, που νόμισαν ότι ήμουν κρυφοτουρκαλβανός. Πάλι ήταν εμφανής η
απουσία των ΜΚΟ…
Στις 28 Οκτωβρίου που γιορτάζαμε το ΟΧΙ που είπε ο λαός (!!!) έπαιξα έναν
ιταλό στρατιώτη, που έλεγε: «Mamma
mia. Με φάγανε». Προφανώς τα ιταλικά του μεταφραστή, φθάνανε μέχρι το Mamma mia. Στο διάλειμμα πάλι ξύλο γιατί, λέει, αφού
ήμουν ιταλός στρατιώτης, δεν μπορεί, θα είχα σκοτώσει Έλληνες. Τότε ήταν
έγκλημα να σκοτώνεις Έλληνες. Τώρα είναι απλώς προοδευτισμός.
Μόλις τελείωσα
το γυμνάσιο (λύκειο δεν είχαμε τότε), έδωσα 4 φορές
εισαγωγικές εξετάσεις εδώ, αλλά δεν ‘’μπήκα’’ πουθενά. Τότε για να ‘’μπεις’’ σε ανωτάτη σχολή, έπρεπε να
γράψεις από 10 κι’ απάνω. Σήμερα, αρκεί το 2.
Είδε κι’
απόειδε ο πατέρας μου κι’ αποφάσισε να με στείλει στο εξωτερικό, να σπουδάσω
γιατρός. Τι γιατρός, που εγώ δεν μπορούσα να σπουδάσω μήτε άλογο. Πάντως βρήκα
ένα θεατρικό εργαστήρι, που αναλάμβανε να κάνει τα ψώνια ψωνάρες. Εκεί γνώρισα
και τον μεγάλο Γιαν Φαμπρ. Εκείνον τον ανεκδιήγητο Βέλγο, που πυροβόλαγε τις γάτες για πλάκα και που μας είχε
φέρει ο υπουργός πολιτισμού (και καλά) του ΣΥΡΙΖΑ Μπαλτάς, για να μας εκπολιτίσει. Πήρα πολλά απ’ αυτόν,
ιδίως από τα παλλόμενα πέη…
Όταν γύρισα
στην Ελλάδα, ο γέρος μου, ζήτησε το πτυχίο για να το κορνιζάρει και να μου
ανοίξει το ιατρείο. Μόλις έμαθε τα καθέκαστα, παρά λίγο να μου ανοίξει το
λάκκο.
Έτσι έφυγα από
το σπίτι και κατέβηκα στην Αθήνα και συγκεκριμένα στα Εξάρχεια,
πριν τα… καθαρίσει ο Χρυσοχοίδης (πώς;). Εκεί βρήκα τον παράδεισό
μου και άρχισα να ανεβάζω παραστάσεις σε θέατρα των 10 θέσεων, με 2 θεατές και
ένα ηθοποιό. Φυσικά εμένα. Δεν
μπορείς να πεις ότι απαυτόθηκα στο χρήμα, ούτε ότι η καριέρα μου εκτοξεύτηκε,
αλλά ήταν μια αρχή. Έτσι σκέφτηκα να εμφανισθώ στα φεστιβάλ της ΚΝΕ και του ΚΚΕ και απευθύνθηκα στο Περισσό. Εκεί με ρώτησαν διάφορα πράγματα για την μέχρι τότε ζωή
μου και με έβαλαν να απαγγείλω μερικά αποσπάσματα από το «Κεφάλαιο». Ευτυχώς τα είχα μάθει όταν σπούδαζα (λέμε
τώρα) γιατρός στο εξωτερικό.
Στο πρώτο
φεστιβάλ, μου είπαν ότι θα κάνω ένα μέλος του κόμματος και με έντυσαν
κούτσουρο. Στο δεύτερο μου ζήτησαν να ντυθώ Λένιν, στο τρίτο Παπαρήγα και στο τέλος Κουτσούμπας.
Ομολογώ ότι
ψιλοαπογοητέυτηκα, διότι είδα ότι το ταλέντο μου δεν είχε εκτιμηθεί δεόντως.
Έτσι έκανα την αυτοκριτική μου. Ξέρετε αυτό που κάνουν οι προοδευτικοί (!) που
είχαν εκτελέσει καμιά εκατοστή πατριώτες στον συμμοριτοπόλεμο και κάνουν την
αυτοκριτική τους και… αθώος
ο κατηγορούμενος. Έτσι λοιπόν κατέληξα ότι για να ‘’φανώ’’ έπρεπε να
παρουσιάσω κάτι πρωτοποριακό. Έστω και κόντρα στο ρεύμα της εποχής. Το ερώτημα
είναι τι.
Στην αρχή είπα
να ανεβάσω ένα έργο που Αφγανοί θα
μεταδίδουν τον πολιτισμό τους στους Έλληνες και όποιον δεν προσέχει στο μάθημα
να τον περνάνε λεπίδι. Ήτανε λίγο μακάβριο και το άφησα. Μετά
σκέφτηκα να ανεβάσω ένα δράμα, που η κεντρική του ιδέα θα είναι η κ. Ντόρα να τρώει σουβλάκια και στον κ. Κουμουτσάκο
να μη δίνει. Σκέφτηκα όμως, ότι θα ξεσηκωθούν οι κουλουράδες και οι
τυροπιτάδες, επειδή θα κάνω διαφήμιση στα σουβλάκια εις βάρος των προϊόντων
τους. Έτσι, το άφησα κι’ αυτό.
Είπα να
ετοιμάσω και ένα πορνό, που να δείχνει πώς οι λαθρομετανάστες θα συντελέσουν στην λύση του
δημογραφικού μας προβλήματος, που είπε και ο πρωθυπουργός. Αλλά
φοβήθηκα ότι μπορεί ο κ. Χρυσοχοίδης να έφερνε τον
15χρονο γιό του να το παρακολουθήσει και το άφησα.
Είχα πέσει σε
τέλειο μπλακ άουτ, όταν παρακολουθώντας τις ειδήσεις σε ένα κανάλι, είδα να
δείχνει τουρκάκια να χαιρετούν στρατιωτικά στα σχολεία τους. Αυτό είναι, σκέφτηκα.
Θα γυρίσω μια ταινία σαν αυτή. Να
δείχνει Ελληνάκια να χαιρετούν στρατιωτικά με την σημαία δίπλα τους. Μόλις θα
αρχίζει το έργο, θα εμφανίζεται η Εθνική μας κ. Γιάννα (μία
είναι η Γιάννα) τυλιγμένη με την σημαία μας και περιστοιχιζόμενη
από τον Κολοκοτρώνη, τον Νικηταρά
τον τουρκοφάγο, τον Μάρκο Μπότσαρη και άλλους ήρωες της Επαναστάσεως του 1821 (εδώ
μπαίνει και λίγη επιστημονική φαντασία…). Μετά σε μία αίθουσα σχολείου ο δάσκαλος
θα κάνει μάθημα ιστορίας στα παιδιά και θα τους λέει για τον Πλάτωνα, τον Αριστοτέλη, τον Θεμιστοκλή και τον Λεωνίδα και στο τέλος θα τα μαθαίνει
να χαιρετάνε στρατιωτικά.
Ετοίμασα λοιπόν
το σενάριο, διάλεξα το καστ (τους ηθοποιούς πά να πει) και μαζευτήκαμε για να
κάνουμε την πρώτη πρόβα.
Όλα πήγαν
άριστα, αλλά δεν θυμάμαι πολλές λεπτομέρειες. Θυμάμαι ότι είχα ζητήσει από τον
κ. Χρυσοχοίδη να στείλει αστυνομικούς να μας
προστατεύσουν, διότι είχα δει κάτι δημοκρατικές
δυνάμεις να τριγυρίζουν στη γειτονιά, αλλά μας είχε πει ότι δεν μπορεί
διότι εκκαθαρίζουν τα Εξάρχεια.
Αυτά σας τα γράφω κάπου από το Υπερπέραν, τρίτο
σύννεφο δεξιά, με φτερούγες στους ώμους και φωτοστέφανο στο κεφάλι.
Τώρα πώς έφτασα
εδώ, μη με ρωτάτε γιατί θα σας γελάσω και δεν το θέλω. Πάντως θυμάμαι ότι στην
αρχή ακούστηκε ένα γκαπ.
Μετά ένα γκουπ.
Στη συνέχεια ένα κρατς
μαζί με ένα σβούμπ
και μετά τέλος. Και να τα φωτοστέφανα και να οι φτερούγες και να τα κόλλυβα με
μπόλικα ρόδια και καλοκαβουρντισμένα καρύδια…
Να ζήσετε να με θυμόσαστε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου