Καπιταλισμός και δημοκρατία: Oι εντάσεις γίνονται εμφανείς
Είναι ο γάμος μεταξύ φιλελεύθερης
δημοκρατίας και παγκόσμιου καπιταλισμού ανθεκτικός; Οι πολιτικές εξελίξεις σε
όλη τη δύση – ιδιαίτερα
η υποψηφιότητα ενός απολυταρχικού λαϊκιστή για την προεδρία της σημαντικότερης
δημοκρατίας – υπογραμμίζουν τη σημασία του ερωτήματος.
Δεν μπορεί κανείς να θεωρήσει δεδομένη την
επιτυχία ενός πολιτικού και οικονομικού συστήματος που καθοδηγεί τον δυτικό
κόσμο και έχει υπάρξει δύναμη έλξης για μεγάλο μέρος των υπολοίπων επί τέσσερις
δεκαετίες. Το ερώτημα που προκύπτει είναι: εάν όχι αυτό, τότε ποιο;
Υπάρχει μια φυσική σύνδεση μεταξύ της φιλελεύθερης δημοκρατίας – ο συνδυασμός του
καθολικού δικαιώματος ψήφου και των εδραιωμένων πολιτικών και ατομικών
δικαιωμάτων – και του καπιταλισμού,
το δικαίωμα να αγοράζει και να πουλά κανείς προϊόντα, υπηρεσίες, κεφάλαιο και
τη δική του εργασία ελεύθερα. Μοιράζονται
και τα δύο την άποψη πως οι άνθρωποι θα πρέπει να λαμβάνουν τις δικές τους
αποφάσεις ως άτομα και ως πολίτες. Η δημοκρατία και ο καπιταλισμός μοιράζονται
την υπόθεση πως οι άνθρωποι θα πρέπει να έχουν δικαίωμα παρέμβασης. Οι άνθρωποι
θα πρέπει να θεωρούνται παράγοντες, όχι αντικείμενα της εξουσίας άλλων
ανθρώπων.
Ωστόσο, είναι επίσης εύκολο να εντοπίσουμε
τις εντάσεις μεταξύ δημοκρατίας και καπιταλισμού. Η δημοκρατία είναι
ισονομίστρια. Ο καπιταλισμός όχι, τουλάχιστον σε όρους εισοδήματος. Εάν η
οικονομία ναυαγήσει, η πλειοψηφία μπορεί να επιλέξει την απολυταρχία, όπως
έκανε τη δεκαετία του 1930. Εάν τα
οικονομικά αποτελέσματα γίνουν υπερβολικά άνισα, οι πλούσιοι μπορεί να
μετατρέψουν τη δημοκρατία σε πλουτοκρατία.
Ιστορικά, η άνοδος του καπιταλισμού και η
πίεση για όλο και ευρύτερο δικαίωμα ψήφου πήγαιναν μαζί. Για αυτόν τον λόγο οι
πλουσιότερες χώρες είναι φιλελεύθερες δημοκρατίες με, λίγο ή πολύ,
καπιταλιστικές οικονομίες. Οι διευρυμένες αυξήσεις στα πραγματικά εισοδήματα
έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη νομιμοποίηση του καπιταλισμού και την σταθεροποίηση
της δημοκρατίας. Σήμερα, ωστόσο, ο καπιταλισμός δυσκολεύεται πολύ περισσότερο να
δημιουργήσει αυτού του είδους τις βελτιώσεις στην ευημερία. Αντίθετα, οι
ενδείξεις υποδεικνύουν μια αυξανόμενη ανισότητα και επιβράδυνση της ανάπτυξης
της παραγωγικότητας. Αυτό το δηλητηριώδες μείγμα κάνει τη δημοκρατία μη
ανεκτική και τον καπιταλισμό αθέμιτο.
Ο σημερινός καπιταλισμός είναι παγκόσμιος.
Και αυτό μπορεί να θεωρηθεί φυσικό. Αφημένοι ελεύθεροι, οι καπιταλιστές δε θα
περιορίσουν τη δραστηριότητά τους σε μία μόνο δικαιοδοσία. Εάν οι ευκαιρίες
είναι παγκόσμιες, το ίδιο θα είναι και οι δραστηριότητές τους. Έτσι, ως
αποτέλεσμα, είναι και οι οικονομικοί οργανισμοί και ιδιαίτερα οι μεγάλες
εταιρείες.
Ωστόσο, όπως έχει επισημάνει ο καθηγητής
Ντάνι Ρόντρικ του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, η παγκοσμιοποίηση περιορίζει την
εθνική αυτονομία. Γράφει πως «η δημοκρατία, η εθνική κυριαρχία και η
παγκόσμια οικονομική ενοποίηση είναι αμοιβαία ασυμβίβαστες: μπορούμε να
συνδυάσουμε οποιεσδήποτε δύο από αυτές, αλλά ποτέ δεν μπορούμε να έχουμε πλήρως
και τις τρεις ταυτόχρονα». Εάν οι χώρες έχουν την ελευθερία να θέσουν
εθνικές ρυθμίσεις, η ελευθερία αγοράς και πώλησης πέρα από τα σύνορα θα
μειωθεί. Εναλλακτικά, εάν τα εμπόδια απομακρυνθούν και οι ρυθμίσεις
εναρμονιστούν, η νομοθετική αυτονομία των κρατών θα περιοριστεί. Η ελευθερία
του κεφαλαίου να διαπερνά τα σύνορα είναι ιδιαιτέρως πιθανό να περιορίσει τη
δυνατότητα των κρατών να θέτουν τους δικούς τους φόρους και ρυθμίσεις.
Επιπλέον, ένα κοινό χαρακτηριστικό των
περιόδων παγκοσμιοποίησης είναι η μαζική μετανάστευση. Η διάσχιση των συνόρων
δημιουργεί τη μεγαλύτερη σύγκρουση μεταξύ ατομικής ελευθερίας και δημοκρατικής
κυριαρχίας. Η πρώτη λέει πως οι άνθρωποι θα πρέπει να μπορούν να κινούνται όπου
θέλουν. Η δεύτερη λέει πως η ιθαγένεια είναι ένα δικαίωμα συλλογικής
ιδιοκτησίας, την πρόσβαση στο οποίο ελέγχουν οι πολίτες. Την ίδια στιγμή, οι επιχειρήσεις βλέπουν τη
δυνατότητα να προσλαμβάνουν ελεύθερα ως πολύτιμη. Δεν είναι απλά αναμενόμενο το
γεγονός ότι η μετανάστευση έχει γίνει το αλεξικέραυνο της σύγχρονης
δημοκρατικής πολιτικής. Η μετανάστευση είναι αναπόφευκτο να δημιουργεί τριβή
μεταξύ εθνικής δημοκρατίας και παγκόσμιων οικονομικών ευκαιριών.
Αναλογιστείτε την πρόσφατη απογοητευτική
επίδοση του παγκόσμιου καπιταλισμού, αλλά και το σοκ της χρηματοπιστωτικής
κρίσης και των καταστροφικών συνεπειών της για την εμπιστοσύνη στις ελίτ που
έχουν την ευθύνη των πολιτικών και οικονομικών ρυθμίσεων. Με δεδομένα όλα αυτά,
η πίστη σε έναν ανθεκτικό γάμο μεταξύ φιλελεύθερης δημοκρατίας και παγκόσμιου
καπιταλισμού μοιάζει αβάσιμη.
Τι μπορεί λοιπόν να πάρει τη θέση του; Μία
πιθανότητα θα ήταν η άνοδος της παγκόσμιας πλουτοκρατίας και το ουσιαστικό
τέλος των εθνικών δημοκρατιών. Όπως στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, οι μορφές των
δημοκρατιών μπορεί να παραμείνουν, όμως η πραγματικότητα θα έχει εξαφανιστεί.
Μια αντίθετη εναλλακτική θα ήταν η άνοδος
των ανελεύθερων δημοκρατιών ή οι ξεκάθαρες δημοψηφισματικές δικτατορίες, όπου ο
εκλεγμένος ηγέτης ασκεί έλεγχο τόσο επί του κράτους όσο και επί των
καπιταλιστών. Αυτό συμβαίνει στη Ρωσία και την Τουρκία. Ο ελεγχόμενος εθνικός καπιταλισμός
θα αντικαθιστούσε στη συνέχεια τον παγκόσμιο καπιταλισμό. Κάτι σαν αυτό που
έγινε τη δεκαετία του 1930. Δεν είναι δύσκολο να
εντοπίσουμε τους δυτικούς πολιτικούς που θα ήθελαν να κινηθούν ακριβώς σε αυτήν
την κατεύθυνση.
Την ίδια στιγμή, αυτοί από εμάς που θα
ήθελαν να διατηρήσουν τόσο τη φιλελεύθερη δημοκρατία όσο και τον παγκόσμιο
καπιταλισμό, θα πρέπει να αντιμετωπίσουν σοβαρά ερωτήματα. Ένα είναι κατά πόσο
είναι λογικό να προωθούμε περαιτέρω διεθνείς συμφωνίες που περιορίζουν σημαντικά
την εθνική ρυθμιστική διακριτικότητα στα συμφέροντα των υπαρχόντων εταιρειών. Ο
καθηγητής του Χάρβαρντ Λόρενς Σάμμερς έχει υποστηρίξει πως «οι
διεθνείς συμφωνίες θα πρέπει να κρίνονται όχι με βάση το πόσο εναρμονίζουν ή
πόσα εμπόδια εξαφανίζουν, αλλά το κατά πόσο ενισχύονται οι πολίτες». Το
εμπόριο φέρνει κέρδη, αλλά δεν μπορεί να κυνηγηθεί με κάθε κόστος.
Το κυριότερο, εάν η νομιμότητα του
δημοκρατικού μας πολιτικού συστήματος είναι να διατηρηθεί, η οικονομική
πολιτική θα πρέπει να προσανατολιστεί προς την προώθηση των πολλών και όχι των
λίγων, με τους πρώτους να είναι οι πολίτες, απέναντι στους οποίους οι πολιτικοί
φέρουν ευθύνη. Εάν δεν καταφέρουμε να το κάνουμε αυτό, η βάση της πολιτικής μας
τάξης φαίνεται πιθανό να καταρρεύσει. Αυτό δε θα είναι καλό για κανέναν. Ο
γάμος της φιλελεύθερης δημοκρατίας με τον καπιταλισμό χρειάζεται κάποια
φροντίδα. Δε θα πρέπει να θεωρείται δεδομένος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου