Το πυρηνικό
ατύχημα του Τσερνόμπιλ έλαβε χώρα στις 26 Απριλίου του 1986, στον αντιδραστήρα Νο.
4 του Πυρηνικού Σταθμού Παραγωγής Ενέργειας
του Τσερνόμπιλ της Σοβιετικής Ένωσης, ο οποίος σήμερα βρίσκεται σε
εδάφη της Ουκρανίας. Το ατύχημα ήταν της τάξης του μέγιστου προβλεπόμενου ατυχήματος στην Διεθνή Κλίμακα Πυρηνικών Γεγονότων, διατάραξε σοβαρότατα τις
οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες που επικρατούσαν στις γύρω περιοχές και
είχε σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον και στην υγεία. Από το ατύχημα
πέθαναν επιτόπου δυο από τους εργάτες του σταθμού. Μέσα σε τέσσερις μήνες, από
τη ραδιενέργεια και από εγκαύματα λόγω της θερμότητας, πέθαναν 28 πυροσβέστες
που έσπευσαν στο χώρο του ατυχήματος και διαπιστώθηκαν 19 επιπλέον θάνατοι ως
το 2004. Επιπλέον, υπολογίζεται ότι επηρεάστηκε η υγεία εκατοντάδων χιλιάδων
ανθρώπων εξαιτίας της επιβάρυνσης του περιβάλλοντος με ραδιενέργεια. Οι
ποσοστιαίες αυξήσεις των καρκίνων
ήταν άνω του 15% στους πληθυσμούς που
εκτέθηκαν, με χιλιάδες θανάτους από καρκίνο και λευχαιμία
να συνδέονται με το ατύχημα.
Το εργοστάσιο στο Τσερνόμπιλ
Ο Πυρηνικός Σταθμός Παραγωγής Ενέργειας του Τσερνόμπιλ (σοβιετική πλήρης ονομασία: Eργοστάσιο Παραγωγής Πυρηνικής Ενέργειας του Τσερνόμπιλ, Β.Ι. Λένιν - Чернобыльская АЭС им. В.И.Ленина), βρίσκεται στην εγκαταλελειμμένη πλέον κωμόπολη Πρυπιάτ (ουκρανικά: При́п'ять) της Ουκρανίας. Το εργοστάσιο που πήρε το όνομά του από την πόλη του Τσερνόμπιλ, μπήκε σε λειτουργία για τη Σοβιετική Ένωση το 1977 ως πρότυπο πυρηνικό εργοστάσιο. Στις 26 Απριλίου του 1986 σημειώθηκε στο εργοστάσιο το πυρηνικό ατύχημα του Τσερνόμπιλ και είχε ως αποτέλεσμα τον άμεσο θάνατο δεκάδων και την εκτεταμένη επιβάρυνση του περιβάλλοντος με ραδιενέργεια. Το εργοστάσιο λειτουργούσε ως τον Δεκέμβριο του 2000 εξαιτίας μεγάλης ενεργειακής ζήτησης στην Ουκρανία.
Το πρόγραμμα ελέγχου στον αντιδραστήρα 4
Στο πυρηνικό εργοστάσιο του Τσερνόμπιλ είχε σχεδιαστεί η πραγματοποίηση του ελέγχου της ικανότητας της στροβιλογεννήτριας με αριθμό 8, να παρέχει ισχύ κατά τη διάρκεια εκτέλεσης φθίνουσας αυτοπεριστροφής αφού διακοπεί η παροχή τροφοδότησής της. Η σχεδίαση του ελέγχου έγινε από τον αρχιμηχανικό σχεδιασμού του εργοστασίου και ο σκοπός του ήταν να ελεγχθεί αν είναι δυνατή με αυτή τη μέθοδο η παροχή αρκετής ισχύος ώστε να γίνεται εξαναγκασμένη κυκλοφορία του νερού στο σύστημα ψύξης του αντιδραστήρα. Η ιδέα αυτής της εξαναγκασμένης παροχής κατά τη φθίνουσα περιστροφή της στροβιλογεννήτριας είχε προβλεφθεί και είχε περιληφθεί ως ενδεχόμενη λειτουργία στο σχεδιασμό των αντιδραστήρων RBMK-1000 που χρησιμοποιούσε το Τσερνόμπιλ. Αντίστοιχοι έλεγχοι είχαν γίνει το 1982 στον αντιδραστήρα Νο 3 του πυρηνικού εργοστασίου και είχε βρεθεί ότι δεν είναι δυνατή η παροχή ισχύος για μεγάλο χρονικό διάστημα. Αποτέλεσμα αυτών ήταν η πραγματοποίηση νέων ελέγχων με πιο σύγχρονο σχεδιασμό της στροβιλογεννήτριας το 1984 και το 1985. Η βασική ιδέα σχετικά με το πρόγραμμα του 1986 ήταν η πραγματοποίηση του ελέγχου σε συνθήκες όσο πιο κοντά σε πραγματικές γίνεται. Εφόσον επαναξετάστηκε για άλλη μια φορά, προγραμματίστηκε ο έλεγχος να ξεκινήσει από τις 25 Απριλίου του 1986.
Το ατύχημα
Το εργοστάσιο στο Τσερνόμπιλ
Ο Πυρηνικός Σταθμός Παραγωγής Ενέργειας του Τσερνόμπιλ (σοβιετική πλήρης ονομασία: Eργοστάσιο Παραγωγής Πυρηνικής Ενέργειας του Τσερνόμπιλ, Β.Ι. Λένιν - Чернобыльская АЭС им. В.И.Ленина), βρίσκεται στην εγκαταλελειμμένη πλέον κωμόπολη Πρυπιάτ (ουκρανικά: При́п'ять) της Ουκρανίας. Το εργοστάσιο που πήρε το όνομά του από την πόλη του Τσερνόμπιλ, μπήκε σε λειτουργία για τη Σοβιετική Ένωση το 1977 ως πρότυπο πυρηνικό εργοστάσιο. Στις 26 Απριλίου του 1986 σημειώθηκε στο εργοστάσιο το πυρηνικό ατύχημα του Τσερνόμπιλ και είχε ως αποτέλεσμα τον άμεσο θάνατο δεκάδων και την εκτεταμένη επιβάρυνση του περιβάλλοντος με ραδιενέργεια. Το εργοστάσιο λειτουργούσε ως τον Δεκέμβριο του 2000 εξαιτίας μεγάλης ενεργειακής ζήτησης στην Ουκρανία.
Το πρόγραμμα ελέγχου στον αντιδραστήρα 4
Στο πυρηνικό εργοστάσιο του Τσερνόμπιλ είχε σχεδιαστεί η πραγματοποίηση του ελέγχου της ικανότητας της στροβιλογεννήτριας με αριθμό 8, να παρέχει ισχύ κατά τη διάρκεια εκτέλεσης φθίνουσας αυτοπεριστροφής αφού διακοπεί η παροχή τροφοδότησής της. Η σχεδίαση του ελέγχου έγινε από τον αρχιμηχανικό σχεδιασμού του εργοστασίου και ο σκοπός του ήταν να ελεγχθεί αν είναι δυνατή με αυτή τη μέθοδο η παροχή αρκετής ισχύος ώστε να γίνεται εξαναγκασμένη κυκλοφορία του νερού στο σύστημα ψύξης του αντιδραστήρα. Η ιδέα αυτής της εξαναγκασμένης παροχής κατά τη φθίνουσα περιστροφή της στροβιλογεννήτριας είχε προβλεφθεί και είχε περιληφθεί ως ενδεχόμενη λειτουργία στο σχεδιασμό των αντιδραστήρων RBMK-1000 που χρησιμοποιούσε το Τσερνόμπιλ. Αντίστοιχοι έλεγχοι είχαν γίνει το 1982 στον αντιδραστήρα Νο 3 του πυρηνικού εργοστασίου και είχε βρεθεί ότι δεν είναι δυνατή η παροχή ισχύος για μεγάλο χρονικό διάστημα. Αποτέλεσμα αυτών ήταν η πραγματοποίηση νέων ελέγχων με πιο σύγχρονο σχεδιασμό της στροβιλογεννήτριας το 1984 και το 1985. Η βασική ιδέα σχετικά με το πρόγραμμα του 1986 ήταν η πραγματοποίηση του ελέγχου σε συνθήκες όσο πιο κοντά σε πραγματικές γίνεται. Εφόσον επαναξετάστηκε για άλλη μια φορά, προγραμματίστηκε ο έλεγχος να ξεκινήσει από τις 25 Απριλίου του 1986.
Το ατύχημα
Το
ατύχημα συνέβη στη 01:26
ώρα Μόσχας, ξημερώματα του Σαββάτου 26 Απριλίου 1986. Εκείνη την ώρα
στο εργοστάσιο βρίσκονταν περίπου 200 εργαζόμενοι των οποίων οι ενασχολήσεις
σχετίζονταν με την ομαλή λειτουργία των πυρηνικών αντιδραστήρων 1, 2 και 3,
καθώς και με το πρόγραμμα ελέγχου που λάμβανε χώρα στον αντιδραστήρα 4 όπου και
σημειώθηκε η έκρηξη. Σε απόσταση ενός χιλιομέτρου υπήρχαν άλλοι εργάτες οι
οποίοι δούλευαν σε νυχτερινή βάρδια για την κατασκευή των αντιδραστήρων 5 και 6
που επρόκειτο να λειτουργήσουν το Φθινόπωρο της ίδιας χρονιάς. Σημειώθηκαν δύο
εκρήξεις στο κτίριο του αντιδραστήρα Νο 4. Το αποτέλεσμα τους ήταν η διάνοιξη
μιας τρύπας στην οροφή του κτιρίου και η εκτόξευση γραφίτη, σκυροδέματος και
συντριμμιών. Ως αποτέλεσμα αυτών, ο πυρήνας του αντιδραστήρα βρέθηκε σε επαφή
με το εξωτερικό περιβάλλον. Μεγάλο μέρος του ουρανίου που χρησιμοποιούνταν ως
καύσιμο έφυγε στον αέρα μαζί με υπερουράνια στοιχεία και προϊόντα της σχάσης
από τον πυρήνα του αντιδραστήρα, παρασυρόμενα από τον καπνό του οποίου η στήλη
έφτασε σε ύψος το ένα χιλιόμετρο. Πυρκαγιά ξέσπασε στην οροφή πάνω από τον
στρόβιλο του αντιδραστήρα. Επίσης φλόγες υπήρχαν στο εσωτερικό του κτιρίου μαζί
με ατμούς και σκόνη. Ο γραφίτης που έπαιζε το ρόλο του επιβραδυντή του
αντιδραστήρα, ανεφλέγη από τη θερμότητα και την έκρηξη. Ένας υπάλληλος του
εργοστασίου που βρισκόταν ακριβώς πάνω από τον αντιδραστήρα της στιγμή της
έκρηξης σκοτώθηκε ακαριαία και το πτώμα του δεν ήταν δυνατό να ανασυρθεί και
ένας δεύτερος υπάλληλος τραυματίστηκε από συντρίμμια που έπεσαν πάνω του και
εμφάνισε σοβαρά εγκαύματα. Απεγκλωβίστηκε άμεσα αλλά υπέκυψε λίγες ώρες
αργότερα.
Αίτια του ατυχήματος
Το ατύχημα στο Τσερνόμπιλ προήλθε γενικά από μια σειρά γεγονότων η οποία περιλάμβανε μεταξύ άλλων μη προβλεπόμενους χειρισμούς και λάθη, τα οποία σε συνδυασμό με τον σχεδιασμό του αντιδραστήρα RBMK-1000, που χρησιμοποιούσε το εργοστάσιο, οδήγησαν στο ατύχημα.
Σύμφωνα με την επανεκτίμηση του ατυχήματος από τη Διεθνή Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας που έγινε το 1992, οι ακόλουθοι παράγοντες μπορεί να προκάλεσαν το Πυρηνικό Ατύχημα στο Τσερνόμπιλ:
Κάποια βλάβη στην αντλία ή κράτηση της αντλίας που πραγματοποιούσε την κυκλοφορία του ψυκτικού μέσου. Στο εργοστάσιο του Τσερνόμπιλ το ψυκτικό μέσον ήταν ζέον ύδωρ.
Ενδεχόμενη διαταραχή λειτουργίας της αντλίας ψύξης ή κένωσή της από ψυκτικό.
Τα δύο παραπάνω, σε συνδυασμό με τον πολύ μεγάλο και θετικό συντελεστή κενού που χαρακτηρίζει τον αντιδραστήρα RBMK-1000, είναι δυνατόν να οδήγησαν σε απότομη αύξηση της επίδρασης του συντελεστή κενού. Ο συντελεστής κενού εκφράζει την αύξηση της θερμικής ισχύος σε περίπτωση δημιουργίας κενού στον επιβραδυντή του αντιδραστήρα ή στη ροή του ψυκτικού. Στους RBMK-1000 ο συντελεστής αφορά στο ψυκτικό μέσο. Επομένως μία αύξηση του συντελεστή κενού σε τέτοιον αντιδραστήρα μεταφράζεται ως δημιουργία κενού (πχ φυσαλίδας) στη ροή του μέσου, που δημιουργεί μεγάλη αύξηση (μεγάλος σε μέγεθος, θετικός συντελεστής) στη θερμική ισχύ που παράγεται από την τρέχουσα πυρηνική δραστηριότητα.
Κάποια βλάβη στα κανάλια καυσίμου που αποτελούνταν από κράμα Ζιρκονίου ή στις συγκολλήσεις μεταξύ αυτών και των σωληνώσεων ανοξείδωτου ατσαλιού, κατά πάσα πιθανότητα κοντά στο σημείο όπου συνδέονται με τον αντιδραστήρα στη βάση του. Ο αντιδραστήρας RBMK-1000 έχει τη δυνατότητα να τροφοδοτείται με καύσιμο κατά τη διάρκεια της λειτουργίας του χωρίς διακοπή και η τροφοδότηση με καύσιμο γίνεται μέσα από τα κανάλια καυσίμου. Η βλάβη ενός καναλιού καυσίμου θα μπορούσε να αποτελέσει την αιτία μιας απότομης αύξησης στο κλάσμα κενού του ψυκτικού μέσου καθώς αυτό εισερχόταν στη ροή. Έτσι είναι δυνατόν να δημιουργηθεί μια τοπική αύξηση της δραστικότητας που θα ενεργοποιούσε φαινόμενο πολλαπλασιασμού της στο χώρο του πυρήνα του αντιδραστήρα.
Άμεση διαχείριση της κρίσης
Επίπεδα ραδιενέργειας
H κλίμακα της καταστροφής ενισχύθηκε από την έλλειψη εκπαίδευσης και εξοπλισμού του προσωπικού του εργοστασίου, η οποία οδήγησε σε σοβαρά λάθη εκτίμησης της πραγματικής κατάστασης. Τα επίπεδα ραδιενέργειας στις πλέον μολυσμένες περιοχές του εργοστασίου έχει υπολογιστεί ότι έφτασαν τα 5,6 Ρέντγκεν ανά δευτερόλεπτο (Ρ/δ), τα οποία ισοδυναμούν με 20.000 Ρέντγκεν ανά ώρα (Ρ/ω). Καθώς η θανάσιμη δόση είναι 500 Ρέντγκεν σε 5 ώρες, μη προστατευμένοι εργαζόμενοι έλαβαν μοιραίες δόσεις μέσα σε λίγα μόλις λεπτά. Εντούτοις την ώρα της καταστροφής οι εργαζόμενοι δεν ήξεραν τα πραγματικά επίπεδα ραδιενέργειας. Ένα δοσίμετρο με δυνατότητα μέτρησης έως 1000 Ρ/δ δεν ήταν προσβάσιμο λόγω της έκρηξης, ενώ ένα δεύτερο δεν λειτούργησε όταν προσπάθησαν να το χρησιμοποιήσουν. Τα υπόλοιπα δοσίμετρα είχαν όριο μέτρησης τα 0,001 Ρ/δ και κατά συνέπεια έδειχναν «μέτρηση εκτός κλίμακας». Έτσι το προσωπικό του αντιδραστήρα μπορούσε μόνο να βεβαιώσει ότι η ακτινοβολία ήταν μεγαλύτερη των 0,001 Ρ/δ (3,6 Ρ/ω), ενώ τα πραγματικά επίπεδα ήταν, σε ορισμένες περιοχές, 5.600 φορές υψηλότερα.
Εξαιτίας των λανθασμένων μετρήσεων, ο επικεφαλής του προσωπικού του αντιδραστήρα, Αλεξάντερ Ακίμοβ, υπέθεσε ότι ο αντιδραστήρας ήταν ανέπαφος. Τα κομμάτια γραφίτη και πυρηνικής καύσιμης ύλης γύρω από το κτίριο αγνοήθηκαν και οι μετρήσεις ενός νέου δοσίμετρου το οποίο έφτασε στις 4:30πμ απορρίφθηκαν με το σκεπτικό ότι και αυτό ήταν ελαττωματικό. Ο Ακίμοβ έμεινε με τους άντρες του στο κτίριο του αντιδραστήρα μέχρι το πρωί, προσπαθώντας να αντλήσει νερό στον αντιδραστήρα. Κανείς τους δεν φορούσε προστατευτικές στολές και οι περισσότεροι, ανάμεσά τους και ο Ακίμοβ, πέθαναν από έκθεση σε ακτινοβολία μέσα σε τρεις εβδομάδες.
Έλεγχος της πυρκαγιάς
Λίγο μετά το ατύχημα, έφτασαν επιτόπου πυροσβέστες οι οποίοι προσπάθησαν να σβήσουν τις φλόγες. Δεν τους ενημέρωσαν για το πόσο επικίνδυνα ραδιενεργοί ήταν οι καπνοί και τα συντρίμμια. Η φωτιά στην οροφή του σταθμού και στην περιοχή γύρω από τον αντιδραστήρα 4 έσβησε στις 5 πμ, όμως πολλοί πυροσβέστες δέχθηκαν υψηλές δόσεις ραδιενέργειας. Η φωτιά μέσα στον αντιδραστήρα 4 συνέχισε να καίει μέχρι που την έσβησαν ελικόπτερα τα οποία πέταξαν υλικά όπως άμμο, μόλυβδο, πηλό, βόριο μέσα στον φλεγόμενο αντιδραστήρα.
Η έκρηξη και η φωτιά πέταξαν στον αέρα όχι μόνο σωματίδια του πυρηνικού καυσίμου, αλλά και πολύ πιο επικίνδυνα ραδιενεργά στοιχεία, όπως καίσιο-137, ιώδιο-131, στρόντιο-90 και άλλα ραδιοϊσότοπα.
Εκκένωση του Πρίπυατ
Η κυβερνητική επιτροπή που ερευνούσε το ατύχημα, με επικεφαλής τον Βαλέρι Λεγκασόβ, έφτασε στο Τσερνόμπιλ το απόγευμα της 26ης Απριλίου. Μέχρι τότε δύο άνθρωποι είχαν χάσει τη ζωή τους και 52 βρίσκονταν στο νοσοκομείο. Τη νύχτα από 26 προς 27 Απριλίου, περισσότερες από 24 ώρες μετά την έκρηξη, η επιτροπή, αντιμέτωπη με πλήθος αποδείξεων για ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα ραδιενέργειας και αριθμό περιπτώσεων έκθεσης σε ακτινοβολία, αναγκάστηκε να παραδεχτεί την καταστροφή του αντιδραστήρα και να δώσει την εντολή για εκκένωση της κοντινής πόλης του Πριπυάτ.
Η εκκένωση ξεκίνησε στις 2:00μμ της 27ης Απριλίου. Για να μειωθούν οι αποσκευές, ειπώθηκε στους κατοίκους ότι η εκκένωση ήταν προσωρινή, διάρκειας περίπου τριών ημερών. Ως αποτέλεσμα, στο Πριπυάτ παραμένουν ακόμα προσωπικά αντικείμενα, τα οποία δεν θα μπορέσουν ποτέ να μετακινηθούν λόγω της ραδιενέργειας.
Θερμική έκρηξη
Το νερό που είχε εισαχθεί βιαστικά στο κτίριο του αντιδραστήρα, σε μια μάταιη προσπάθεια να σβηστεί η φωτιά, είχε γεμίσει το χώρο κάτω από το πάτωμα του αντιδραστήρα. Παράλληλα το πυρωμένο καύσιμο και άλλα υλικά στο πάτωμα του αντιδραστήρα είχαν αρχίσει να τρυπάνε το πάτωμα και να αναμιγνύονται με λιωμένο τσιμέντο από τα τοιχώματα του αντιδραστήρα, δημιουργώντας ένα ραδιενεργό υγρό μεγάλου ιξώδους, συγκρίσιμο με λάβα. Η κατάσταση επιδεινώθηκε από υλικά που έριχναν τα ελικόπτερα, τα οποία δρούσαν σαν φούρνος, αυξάνοντας ακόμα περισσότερο τις θερμοκρασίες από κάτω τους. Αν αυτό το υλικό ερχόταν σε επαφή με το νερό, θα είχε ως αποτέλεσμα μια θερμική έκρηξη, η οποία πιθανώς θα ήταν χειρότερη από την αρχική έκρηξη του αντιδραστήρα.
Για να αποφευχθεί κάτι τέτοιο, στάλθηκαν από τη σοβιετική κυβέρνηση στρατιώτες και εργάτες (οι αποκαλούμενοι «ρευστοποιητές») ως προσωπικό εκκαθάρισης. Δύο εξ αυτών στάλθηκαν με στολές κατάδυσης να ανοίξουν τις θυρίδες αποστράγγισης του ραδιενεργού νερού, ώστε να εμποδιστεί μια θερμική έκρηξη. Πιστεύεται ότι ήταν οι μηχανικοί Αλεξέι Ανανένκο (που ήξερε που βρίσκονταν οι βαλβίδες) και Βαλερί Μπεζπαλόβ, συνοδευόμενοι από ένα τρίτο άνδρα, τον Μπόρις Μπαρανόβ.
Απομάκρυνση καταλοίπων
Τα χειρότερα ραδιενεργά κατάλοιπα συγκεντρώθηκαν μέσα στα υπολείμματα του αντιδραστήρα. Ο ίδιος ο αντιδραστήρας καλύφθηκε με σάκους που περιείχαν άμμο, μόλυβδο και βορικό οξύ, οι οποίοι πετάχθηκαν από ελικόπτερα (περίπου 5.000 τόννοι τη βδομάδα μετά το ατύχημα). Μέχρι τον Δεκέμβριο του 1986 είχε χτιστεί μια μεγάλη τσιμεντένια σαρκοφάγος για να σφραγίσει τον αντιδραστήρα και τα περιεχόμενά του.
Πολλά από τα οχήματα των «ρευστοποιητών» παραμένουν σκορπισμένα γύρω από την περιοχή του Τσερνόμπιλ ακόμα και σήμερα.
Επιπτώσεις
Τοπικές επιπτώσεις
Το πυρηνικό ατύχημα στο Τσερνόμπιλ, είχε σημαντικές επιπτώσεις στην Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Ουκρανίας (ΣΣΔΟ - Ουκρανία από τις 24 Αυγούστου του 1991) και στην ευρύτερη περιοχή της ΕΣΣΔ. Σοβιετικοί και άλλοι επιστήμονες κατέγραφαν τα δεδομένα για τη μόλυνση του αέρα, των καλλιεργήσιμων εκτάσεων, των προϊόντων της καλλιέργειας, των τροφίμων και των κατοικημένων περιοχών της ΣΣΔΟ, της Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Λευκορωσίας (ΣΣΔΛ) και της Ρωσικής Σοβιετικής Ομοσπονδιακής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας (ΡΣΟΣΔ). Ο συστηματικός έλεγχος για τη μόλυνση από ραδιενέργεια συνεχίστηκε και μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης και συνεχίζεται και σήμερα. Τα αποτελέσματα συγκεντρώνει και δημοσιοποιεί μεταξύ άλλων και η Διεθνής Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας, ανά πέντε ή δέκα έτη.
Οι μετρήσεις περιλάμβαναν δειγματοληψία του εδάφους, των αγροτικών προϊόντων, του κρέατος, του γάλακτος, του νερού και του αέρα. Στο έδαφος γινόταν διαχωρισμός ανάλογα με το αν ήταν σε περιοχές με καλλιεργήσιμα εδάφη, με ένα ή πολλά είδη καλλιέργειας, με το αν είχαν πληγεί άμεσα από τη ραδιενέργεια και με το αν κατοικούνταν ή ήταν περιοχές φυσικού περιβάλλοντος. Για τα δείγματα που προέρχονταν από το έδαφος περιοχών εκτός των καλλιεργήσιμων, λαμβάνονταν αρχικά μετρήσεις της ακτινοβολίας γάμμα που υποδείκνυαν αν υπάρχει εκεί θερμό σημείο, που θα υποδήλωνε συσσώρευση της ραδιενεργού δράσης στην περιοχή αυτή με εμφάνιση οξείας κορυφής. Αν εμφανιζόταν θερμό σημείο η περιοχή θεωρείτο ακατάλληλη για δειγματοληψία και επιλεγόταν άλλη περιοχή οπότε και λαμβάνονταν ένα με έξι δείγματα για αυτήν. Αυτή η μέθοδος που περιλάμβανε τη σκόπιμη παράλειψη των θερμών σημείων κρίθηκε ανεπαρκής για τη δειγματοληψία του εδάφους όπου υποτίθεται ότι τα θερμά σημεία θεωρούνται περιορισμένης έκτασης και μεγέθους που δεν υπερβαίνει τα λίγα μέτρα. Όμως, ακόμη και στην Πολωνία, το 1986, βρέθηκαν θερμά «σημεία» δεκάδων έως και εκατοντάδων μέτρων με δεκαπλάσια ποσά ραδιενέργειας από τις γύρω περιοχές.
Απαγορευμένη Ζώνη
Η ζώνη εφαρμόστηκε λίγο μετά την καταστροφή του Τσερνόμπιλ το 1986 για να βοηθήσει στην εκκένωση του τοπικού πληθυσμού και στην αποτροπή εισόδου στην σημαντικά μολυσμένη περιοχή. Η τοποθεσία γύρω από το χώρο του ατυχήματος χωρίστηκε σε τέσσερις ομόκεντρες ζώνες ανάλογα με το βαθμό επικινδυνότητας. Κάθε οικιστική, πολιτική και επαγγελματική δραστηριότητα είναι απαγορευμένη και ποινικοποιημένη μέσα στη τέταρτη και πιο επικίνδυνη ζώνη, ακτίνας 30 χιλιομέτρων. Η μόνη επίσημη εξαίρεση είναι η λειτουργία του πυρηνικού σταθμού στο Τσερνόμπιλ και τις επιστημονικές εγκαταστάσεις που σχετίζονται με τις έρευνες για την ασφάλεια της πυρηνικής ενέργειας.
Η χλωρίδα και η πανίδα στην περιοχή επηρεάστηκαν σημαντικά μετά το ατύχημα. Πευκοδάση στην περιοχή καταστράφηκαν από τη ραδιενέργεια, ενώ υπήρξαν αναφορές και για μεταλλάξεις σε ζώα, με μόνη επιστημονική καταγραφή τον μερικό αλμπινισμό στα χελιδόνια. Τα τελευταία χρόνια υπάρχουν αναφορές ότι η άγρια ζωή στην περιοχή γνωρίζει ιδιαίτερη ανάπτυξη λόγω της έλλειψης του ανθρώπινου παράγοντα. Εντούτοις επιστημονικές έρευνες αντικρούουν αυτές τις αναφορές, ισχυριζόμενες ότι τα επίπεδα ραδιενέργειας έχουν σημαντική επίπτωση σε άγρια ζώα και φυτά.
Η περιοχή είναι επίσης γεμάτη με νεκροταφεία οχημάτων (περισσότερα από 800) γεμάτα από μολυσμένα στρατιωτικά οχήματα και ελικόπτερα. Δεκάδες ποταμόπλοια και φορτηγίδες σκουριάζουν σε εγκαταλελειμμένα λιμάνια.
Περιβάλλον
Διάφορα επιστημονικά ινστιτούτα και συντονιστικές επιτροπές στην ΕΣΣΔ συμμετείχαν μετά το ατύχημα σε λεπτομερή αποτίμηση της επιβάρυνσης του περιβάλλοντος μέσω ελέγχων διαφόρων ραδιολογικών συστατικών. Κυρίως μελετήθηκε και έγινε καταγραφή της παρουσίας του 134Cs, του 137Cs, του Sr και του Pu καθώς και η παρουσία έντονα ραδιενεργών σωματιδίων (θερμά σωματίδια - hot particles).
Πληθυσμός
Ως αποτέλεσμα του ατυχήματος 237 άνθρωποι υπέφεραν από οξείας μορφής μόλυνση από ραδιενέργεια, από τους οποίους 31 πέθαναν μέσα στους πρώτους τρεις μήνες. Οι περισσότεροι ήταν πυροσβέστες και διασώστες, οι οποίοι δεν ήταν πλήρως ενήμεροι για τους κινδύνους που διέτρεχαν. 135.000 άνθρωποι εκκένωσαν την περιοχή, 50.000 από αυτούς κάτοικοι του Πριπυάτ. Ο συνολικός αριθμός των θανάτων στην περιοχή είναι δύσκολο να καθοριστεί επακριβώς λόγω της μυστικοπάθειας του τότε καθεστώτος, η οποία οδήγησε σε ελλιπή καταγραφή των σχετικών στατιστικών στοιχείων.
Επιπτώσεις στην υπόλοιπη Ευρώπη
Το ατύχημα στο Τσερνόμπιλ είχε επιπτώσεις στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης, με τη δυτική, ανατολική και βόρεια Ευρώπη να δέχεται το μεγαλύτερο ποσοστό ραδιενεργών ισοτόπων (περισσότερα από τα μισά ραδιενεργά σωματίδια που απελευθερώθηκαν από το ατύχημα κατέληξαν σε περιοχές εκτός ΕΣΣΔ). Πρώην Γιουγκοσλαβία, Φινλανδία, Σουηδία, Γερμανία, Βουλγαρία, Νορβηγία, Ρουμανία, Αυστρία και Πολωνία δέχθηκαν η κάθε μια περισσότερα από ένα πεταμπεκερέλ (1015 Bq) καισίου 137. Η περιοχή που μολύνθηκε με πάνω από 4.000 Bq/m2 καλύπτει το 40% της επιφάνειας της Ευρώπης, ενώ το 2,3% δέχτηκε πάνω από 40.000 Bq/m2. Υπολογίζεται ότι από τη συνολική δόση ραδιενέργειας που έλαβε ο πληθυσμός της γης λόγω του ατυχήματος, το 36% αντιστοιχεί στους κατοίκους Ρωσίας, Ουκρανίας και Λευκορωσίας και το 53% στους υπόλοιπους Ευρωπαίους.
Ακόμα και σήμερα υπάρχουν περιορισμοί στη διακίνηση τροφίμων σε χώρες της Ευρώπης:
Στο Ηνωμένο Βασίλειο υπάρχουν περιορισμοί σε 374 φάρμες με 200.000 πρόβατα.
Σε Σουηδία και Νορβηγία υπάρχουν περιορισμοί για ζώα που βρίσκονται σε ελεύθερο περιβάλλον (ανάμεσά τους και οι τάρανδοι).
Στη Γερμανία αλλά και σε άλλες βορειοευρωπαϊκές χώρες ανιχνεύονται υψηλά ποσοστά καισίου 137 σε άγρια ζώα, όπως αγριόχοιρους (μέσα επίπεδα 6.800 Bq/kg, δέκα φορές υψηλότερα από το όριο ασφαλείας της Ευρωπαϊκής Ένωσης στα 600 Bq/kg).
Εκτιμάται ότι περισσότερο από το μισό του ιωδίου 131 που διέφυγε από το Τσερνόμπιλ κατέληξε εκτός ΕΣΣΔ. Το ραδιενεργό ιώδιο προκαλεί αύξηση των περιπτώσεων καρκίνου του θυρεοειδούς και σύμφωνα με εκτιμήσεις, παρουσιάστηκε αύξηση αυτής της μορφής καρκίνου σε Ηνωμένο Βασίλειο και Τσεχία, χρειάζονται όμως περισσότερες έρευνες για να υπάρξει συνολική εικόνα για την Ευρώπη. Κάποιες άλλες μελέτες αναφέρουν επίσης αύξηση της παιδικής λευχαιμίας σε Δυτική Γερμανία, Ελλάδα και Λευκορωσία. Έχοντας υπόψη ότι τα περισσότερα είδη καρκίνου χρειάζονται 20 με 60 χρόνια μεταξύ έκθεσης στο αίτιο και εκδήλωσης της ασθένειας, είναι προφανές ότι είναι ακόμα νωρίς για να εκτιμήσουμε τις πραγματικές διαστάσεις των επιπτώσεων του ατυχήματος.
Επιπτώσεις στην Ελλάδα
Μέρος του ραδιενεργού νέφους από το Τσερνόμπιλ έφτασε και στην Ελλάδα μετά από μερικές μέρες. Προκλήθηκε πανικός στον ελληνικό πληθυσμό, συγκεκριμένα σχετικά με την ασφάλεια των τροφίμων, με τον κρατικό μηχανισμό να κάνει συστάσεις για αποφυγή του φρέσκου γάλακτος και το καλό πλύσιμο φρούτων και λαχανικών από τις 5 Μαΐου και μετά. Το ραδιενεργό νέφος επηρέασε κυρίως την Βόρεια Ελλάδα και τη Θεσσαλία, όπου χρόνια αργότερα ανιχνεύονταν ποσά ραδιενέργειας υψηλότερα του κανονικού. Μετρήσεις που έγιναν το 1996 έδειξαν εκπομπές καισίου στα 65 κιλομπεκερέλ ανά τετραγωνικό μέτρο με το όριο επικινδυνότητας να βρίσκεται στα 5 κιλομπεκερέλ. Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία δεν παρατηρήθηκε αύξηση στη συχνότητα της λευχαιμίας, εκτός από τη σπάνια βρεφική λευχαιμία, αλλά ούτε και στον καρκίνο του θυρεοειδούς. Από την άλλη όμως υπολογίζεται από έρευνα της Ελληνικής Ψυχιατρικής Εταιρείας ότι έγιναν περίπου 2.500 τεχνητές εκτρώσεις το 1986 από γονείς οι οποίοι φοβήθηκαν τις πιθανές επιπτώσεις της ραδιενέργειας στο έμβρυο. Επίσης ιατρικοί κύκλοι αποδίδουν 1500 περιπτώσεις καρκίνου (τη δεκαετία 1986-1996) που δεν δικαιολογούνταν από το ιστορικό του ασθενούς, σε πιθανές επιπτώσεις του Τσερνόμπιλ.
Σημερινή κατάσταση
Τον Σεπτέμβριο του 2007 η Ουκρανία ενέκρινε την κατασκευή ενός ατσάλινου κελύφους πάνω από τον αντιδραστήρα, σε αντικατάσταση της υπάρχουσας σαρκοφάγου, η οποία κινδυνεύει από κατάρρευση. Το κέλυφος το οποίο θα κατασκευαστεί από τον όμιλο γαλλικών εταιρειών Novarka, θα κοστίσει 432 εκ. ευρώ (κατ' άλλες πηγές 505 εκ. ευρώ), με το κόστος να καλύπτεται από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανοικοδόμησης και Ανάπτυξης και διεθνείς χορηγούς. Η τοξωτή κατασκευή θα έχει πλάτος 257 μέτρων, ύψος 105 μέτρων και μήκος 150 μέτρων και θα χρειαστούν 58 μήνες για την ολοκλήρωσή της. Η νέα σαρκοφάγος θα κατασκευαστεί σε σχετική απόσταση από τον αντιδραστήρα και μόλις ολοκληρωθεί θα μετακινηθεί πάνω σε ράγες προς την τελική της θέση, πάνω από την προϋπάρχουσα σαρκοφάγο. Μετά το πέρας της κατασκευής θα ξεκινήσει η αποδόμηση του πυρήνα 4.
Το ατύχημα στο Τσερνόμπιλ προήλθε γενικά από μια σειρά γεγονότων η οποία περιλάμβανε μεταξύ άλλων μη προβλεπόμενους χειρισμούς και λάθη, τα οποία σε συνδυασμό με τον σχεδιασμό του αντιδραστήρα RBMK-1000, που χρησιμοποιούσε το εργοστάσιο, οδήγησαν στο ατύχημα.
Σύμφωνα με την επανεκτίμηση του ατυχήματος από τη Διεθνή Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας που έγινε το 1992, οι ακόλουθοι παράγοντες μπορεί να προκάλεσαν το Πυρηνικό Ατύχημα στο Τσερνόμπιλ:
Κάποια βλάβη στην αντλία ή κράτηση της αντλίας που πραγματοποιούσε την κυκλοφορία του ψυκτικού μέσου. Στο εργοστάσιο του Τσερνόμπιλ το ψυκτικό μέσον ήταν ζέον ύδωρ.
Ενδεχόμενη διαταραχή λειτουργίας της αντλίας ψύξης ή κένωσή της από ψυκτικό.
Τα δύο παραπάνω, σε συνδυασμό με τον πολύ μεγάλο και θετικό συντελεστή κενού που χαρακτηρίζει τον αντιδραστήρα RBMK-1000, είναι δυνατόν να οδήγησαν σε απότομη αύξηση της επίδρασης του συντελεστή κενού. Ο συντελεστής κενού εκφράζει την αύξηση της θερμικής ισχύος σε περίπτωση δημιουργίας κενού στον επιβραδυντή του αντιδραστήρα ή στη ροή του ψυκτικού. Στους RBMK-1000 ο συντελεστής αφορά στο ψυκτικό μέσο. Επομένως μία αύξηση του συντελεστή κενού σε τέτοιον αντιδραστήρα μεταφράζεται ως δημιουργία κενού (πχ φυσαλίδας) στη ροή του μέσου, που δημιουργεί μεγάλη αύξηση (μεγάλος σε μέγεθος, θετικός συντελεστής) στη θερμική ισχύ που παράγεται από την τρέχουσα πυρηνική δραστηριότητα.
Κάποια βλάβη στα κανάλια καυσίμου που αποτελούνταν από κράμα Ζιρκονίου ή στις συγκολλήσεις μεταξύ αυτών και των σωληνώσεων ανοξείδωτου ατσαλιού, κατά πάσα πιθανότητα κοντά στο σημείο όπου συνδέονται με τον αντιδραστήρα στη βάση του. Ο αντιδραστήρας RBMK-1000 έχει τη δυνατότητα να τροφοδοτείται με καύσιμο κατά τη διάρκεια της λειτουργίας του χωρίς διακοπή και η τροφοδότηση με καύσιμο γίνεται μέσα από τα κανάλια καυσίμου. Η βλάβη ενός καναλιού καυσίμου θα μπορούσε να αποτελέσει την αιτία μιας απότομης αύξησης στο κλάσμα κενού του ψυκτικού μέσου καθώς αυτό εισερχόταν στη ροή. Έτσι είναι δυνατόν να δημιουργηθεί μια τοπική αύξηση της δραστικότητας που θα ενεργοποιούσε φαινόμενο πολλαπλασιασμού της στο χώρο του πυρήνα του αντιδραστήρα.
Άμεση διαχείριση της κρίσης
Επίπεδα ραδιενέργειας
H κλίμακα της καταστροφής ενισχύθηκε από την έλλειψη εκπαίδευσης και εξοπλισμού του προσωπικού του εργοστασίου, η οποία οδήγησε σε σοβαρά λάθη εκτίμησης της πραγματικής κατάστασης. Τα επίπεδα ραδιενέργειας στις πλέον μολυσμένες περιοχές του εργοστασίου έχει υπολογιστεί ότι έφτασαν τα 5,6 Ρέντγκεν ανά δευτερόλεπτο (Ρ/δ), τα οποία ισοδυναμούν με 20.000 Ρέντγκεν ανά ώρα (Ρ/ω). Καθώς η θανάσιμη δόση είναι 500 Ρέντγκεν σε 5 ώρες, μη προστατευμένοι εργαζόμενοι έλαβαν μοιραίες δόσεις μέσα σε λίγα μόλις λεπτά. Εντούτοις την ώρα της καταστροφής οι εργαζόμενοι δεν ήξεραν τα πραγματικά επίπεδα ραδιενέργειας. Ένα δοσίμετρο με δυνατότητα μέτρησης έως 1000 Ρ/δ δεν ήταν προσβάσιμο λόγω της έκρηξης, ενώ ένα δεύτερο δεν λειτούργησε όταν προσπάθησαν να το χρησιμοποιήσουν. Τα υπόλοιπα δοσίμετρα είχαν όριο μέτρησης τα 0,001 Ρ/δ και κατά συνέπεια έδειχναν «μέτρηση εκτός κλίμακας». Έτσι το προσωπικό του αντιδραστήρα μπορούσε μόνο να βεβαιώσει ότι η ακτινοβολία ήταν μεγαλύτερη των 0,001 Ρ/δ (3,6 Ρ/ω), ενώ τα πραγματικά επίπεδα ήταν, σε ορισμένες περιοχές, 5.600 φορές υψηλότερα.
Εξαιτίας των λανθασμένων μετρήσεων, ο επικεφαλής του προσωπικού του αντιδραστήρα, Αλεξάντερ Ακίμοβ, υπέθεσε ότι ο αντιδραστήρας ήταν ανέπαφος. Τα κομμάτια γραφίτη και πυρηνικής καύσιμης ύλης γύρω από το κτίριο αγνοήθηκαν και οι μετρήσεις ενός νέου δοσίμετρου το οποίο έφτασε στις 4:30πμ απορρίφθηκαν με το σκεπτικό ότι και αυτό ήταν ελαττωματικό. Ο Ακίμοβ έμεινε με τους άντρες του στο κτίριο του αντιδραστήρα μέχρι το πρωί, προσπαθώντας να αντλήσει νερό στον αντιδραστήρα. Κανείς τους δεν φορούσε προστατευτικές στολές και οι περισσότεροι, ανάμεσά τους και ο Ακίμοβ, πέθαναν από έκθεση σε ακτινοβολία μέσα σε τρεις εβδομάδες.
Έλεγχος της πυρκαγιάς
Λίγο μετά το ατύχημα, έφτασαν επιτόπου πυροσβέστες οι οποίοι προσπάθησαν να σβήσουν τις φλόγες. Δεν τους ενημέρωσαν για το πόσο επικίνδυνα ραδιενεργοί ήταν οι καπνοί και τα συντρίμμια. Η φωτιά στην οροφή του σταθμού και στην περιοχή γύρω από τον αντιδραστήρα 4 έσβησε στις 5 πμ, όμως πολλοί πυροσβέστες δέχθηκαν υψηλές δόσεις ραδιενέργειας. Η φωτιά μέσα στον αντιδραστήρα 4 συνέχισε να καίει μέχρι που την έσβησαν ελικόπτερα τα οποία πέταξαν υλικά όπως άμμο, μόλυβδο, πηλό, βόριο μέσα στον φλεγόμενο αντιδραστήρα.
Η έκρηξη και η φωτιά πέταξαν στον αέρα όχι μόνο σωματίδια του πυρηνικού καυσίμου, αλλά και πολύ πιο επικίνδυνα ραδιενεργά στοιχεία, όπως καίσιο-137, ιώδιο-131, στρόντιο-90 και άλλα ραδιοϊσότοπα.
Εκκένωση του Πρίπυατ
Η κυβερνητική επιτροπή που ερευνούσε το ατύχημα, με επικεφαλής τον Βαλέρι Λεγκασόβ, έφτασε στο Τσερνόμπιλ το απόγευμα της 26ης Απριλίου. Μέχρι τότε δύο άνθρωποι είχαν χάσει τη ζωή τους και 52 βρίσκονταν στο νοσοκομείο. Τη νύχτα από 26 προς 27 Απριλίου, περισσότερες από 24 ώρες μετά την έκρηξη, η επιτροπή, αντιμέτωπη με πλήθος αποδείξεων για ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα ραδιενέργειας και αριθμό περιπτώσεων έκθεσης σε ακτινοβολία, αναγκάστηκε να παραδεχτεί την καταστροφή του αντιδραστήρα και να δώσει την εντολή για εκκένωση της κοντινής πόλης του Πριπυάτ.
Η εκκένωση ξεκίνησε στις 2:00μμ της 27ης Απριλίου. Για να μειωθούν οι αποσκευές, ειπώθηκε στους κατοίκους ότι η εκκένωση ήταν προσωρινή, διάρκειας περίπου τριών ημερών. Ως αποτέλεσμα, στο Πριπυάτ παραμένουν ακόμα προσωπικά αντικείμενα, τα οποία δεν θα μπορέσουν ποτέ να μετακινηθούν λόγω της ραδιενέργειας.
Θερμική έκρηξη
Το νερό που είχε εισαχθεί βιαστικά στο κτίριο του αντιδραστήρα, σε μια μάταιη προσπάθεια να σβηστεί η φωτιά, είχε γεμίσει το χώρο κάτω από το πάτωμα του αντιδραστήρα. Παράλληλα το πυρωμένο καύσιμο και άλλα υλικά στο πάτωμα του αντιδραστήρα είχαν αρχίσει να τρυπάνε το πάτωμα και να αναμιγνύονται με λιωμένο τσιμέντο από τα τοιχώματα του αντιδραστήρα, δημιουργώντας ένα ραδιενεργό υγρό μεγάλου ιξώδους, συγκρίσιμο με λάβα. Η κατάσταση επιδεινώθηκε από υλικά που έριχναν τα ελικόπτερα, τα οποία δρούσαν σαν φούρνος, αυξάνοντας ακόμα περισσότερο τις θερμοκρασίες από κάτω τους. Αν αυτό το υλικό ερχόταν σε επαφή με το νερό, θα είχε ως αποτέλεσμα μια θερμική έκρηξη, η οποία πιθανώς θα ήταν χειρότερη από την αρχική έκρηξη του αντιδραστήρα.
Για να αποφευχθεί κάτι τέτοιο, στάλθηκαν από τη σοβιετική κυβέρνηση στρατιώτες και εργάτες (οι αποκαλούμενοι «ρευστοποιητές») ως προσωπικό εκκαθάρισης. Δύο εξ αυτών στάλθηκαν με στολές κατάδυσης να ανοίξουν τις θυρίδες αποστράγγισης του ραδιενεργού νερού, ώστε να εμποδιστεί μια θερμική έκρηξη. Πιστεύεται ότι ήταν οι μηχανικοί Αλεξέι Ανανένκο (που ήξερε που βρίσκονταν οι βαλβίδες) και Βαλερί Μπεζπαλόβ, συνοδευόμενοι από ένα τρίτο άνδρα, τον Μπόρις Μπαρανόβ.
Απομάκρυνση καταλοίπων
Τα χειρότερα ραδιενεργά κατάλοιπα συγκεντρώθηκαν μέσα στα υπολείμματα του αντιδραστήρα. Ο ίδιος ο αντιδραστήρας καλύφθηκε με σάκους που περιείχαν άμμο, μόλυβδο και βορικό οξύ, οι οποίοι πετάχθηκαν από ελικόπτερα (περίπου 5.000 τόννοι τη βδομάδα μετά το ατύχημα). Μέχρι τον Δεκέμβριο του 1986 είχε χτιστεί μια μεγάλη τσιμεντένια σαρκοφάγος για να σφραγίσει τον αντιδραστήρα και τα περιεχόμενά του.
Πολλά από τα οχήματα των «ρευστοποιητών» παραμένουν σκορπισμένα γύρω από την περιοχή του Τσερνόμπιλ ακόμα και σήμερα.
Επιπτώσεις
Τοπικές επιπτώσεις
Το πυρηνικό ατύχημα στο Τσερνόμπιλ, είχε σημαντικές επιπτώσεις στην Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Ουκρανίας (ΣΣΔΟ - Ουκρανία από τις 24 Αυγούστου του 1991) και στην ευρύτερη περιοχή της ΕΣΣΔ. Σοβιετικοί και άλλοι επιστήμονες κατέγραφαν τα δεδομένα για τη μόλυνση του αέρα, των καλλιεργήσιμων εκτάσεων, των προϊόντων της καλλιέργειας, των τροφίμων και των κατοικημένων περιοχών της ΣΣΔΟ, της Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Λευκορωσίας (ΣΣΔΛ) και της Ρωσικής Σοβιετικής Ομοσπονδιακής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας (ΡΣΟΣΔ). Ο συστηματικός έλεγχος για τη μόλυνση από ραδιενέργεια συνεχίστηκε και μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης και συνεχίζεται και σήμερα. Τα αποτελέσματα συγκεντρώνει και δημοσιοποιεί μεταξύ άλλων και η Διεθνής Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας, ανά πέντε ή δέκα έτη.
Οι μετρήσεις περιλάμβαναν δειγματοληψία του εδάφους, των αγροτικών προϊόντων, του κρέατος, του γάλακτος, του νερού και του αέρα. Στο έδαφος γινόταν διαχωρισμός ανάλογα με το αν ήταν σε περιοχές με καλλιεργήσιμα εδάφη, με ένα ή πολλά είδη καλλιέργειας, με το αν είχαν πληγεί άμεσα από τη ραδιενέργεια και με το αν κατοικούνταν ή ήταν περιοχές φυσικού περιβάλλοντος. Για τα δείγματα που προέρχονταν από το έδαφος περιοχών εκτός των καλλιεργήσιμων, λαμβάνονταν αρχικά μετρήσεις της ακτινοβολίας γάμμα που υποδείκνυαν αν υπάρχει εκεί θερμό σημείο, που θα υποδήλωνε συσσώρευση της ραδιενεργού δράσης στην περιοχή αυτή με εμφάνιση οξείας κορυφής. Αν εμφανιζόταν θερμό σημείο η περιοχή θεωρείτο ακατάλληλη για δειγματοληψία και επιλεγόταν άλλη περιοχή οπότε και λαμβάνονταν ένα με έξι δείγματα για αυτήν. Αυτή η μέθοδος που περιλάμβανε τη σκόπιμη παράλειψη των θερμών σημείων κρίθηκε ανεπαρκής για τη δειγματοληψία του εδάφους όπου υποτίθεται ότι τα θερμά σημεία θεωρούνται περιορισμένης έκτασης και μεγέθους που δεν υπερβαίνει τα λίγα μέτρα. Όμως, ακόμη και στην Πολωνία, το 1986, βρέθηκαν θερμά «σημεία» δεκάδων έως και εκατοντάδων μέτρων με δεκαπλάσια ποσά ραδιενέργειας από τις γύρω περιοχές.
Απαγορευμένη Ζώνη
Η ζώνη εφαρμόστηκε λίγο μετά την καταστροφή του Τσερνόμπιλ το 1986 για να βοηθήσει στην εκκένωση του τοπικού πληθυσμού και στην αποτροπή εισόδου στην σημαντικά μολυσμένη περιοχή. Η τοποθεσία γύρω από το χώρο του ατυχήματος χωρίστηκε σε τέσσερις ομόκεντρες ζώνες ανάλογα με το βαθμό επικινδυνότητας. Κάθε οικιστική, πολιτική και επαγγελματική δραστηριότητα είναι απαγορευμένη και ποινικοποιημένη μέσα στη τέταρτη και πιο επικίνδυνη ζώνη, ακτίνας 30 χιλιομέτρων. Η μόνη επίσημη εξαίρεση είναι η λειτουργία του πυρηνικού σταθμού στο Τσερνόμπιλ και τις επιστημονικές εγκαταστάσεις που σχετίζονται με τις έρευνες για την ασφάλεια της πυρηνικής ενέργειας.
Η χλωρίδα και η πανίδα στην περιοχή επηρεάστηκαν σημαντικά μετά το ατύχημα. Πευκοδάση στην περιοχή καταστράφηκαν από τη ραδιενέργεια, ενώ υπήρξαν αναφορές και για μεταλλάξεις σε ζώα, με μόνη επιστημονική καταγραφή τον μερικό αλμπινισμό στα χελιδόνια. Τα τελευταία χρόνια υπάρχουν αναφορές ότι η άγρια ζωή στην περιοχή γνωρίζει ιδιαίτερη ανάπτυξη λόγω της έλλειψης του ανθρώπινου παράγοντα. Εντούτοις επιστημονικές έρευνες αντικρούουν αυτές τις αναφορές, ισχυριζόμενες ότι τα επίπεδα ραδιενέργειας έχουν σημαντική επίπτωση σε άγρια ζώα και φυτά.
Η περιοχή είναι επίσης γεμάτη με νεκροταφεία οχημάτων (περισσότερα από 800) γεμάτα από μολυσμένα στρατιωτικά οχήματα και ελικόπτερα. Δεκάδες ποταμόπλοια και φορτηγίδες σκουριάζουν σε εγκαταλελειμμένα λιμάνια.
Περιβάλλον
Διάφορα επιστημονικά ινστιτούτα και συντονιστικές επιτροπές στην ΕΣΣΔ συμμετείχαν μετά το ατύχημα σε λεπτομερή αποτίμηση της επιβάρυνσης του περιβάλλοντος μέσω ελέγχων διαφόρων ραδιολογικών συστατικών. Κυρίως μελετήθηκε και έγινε καταγραφή της παρουσίας του 134Cs, του 137Cs, του Sr και του Pu καθώς και η παρουσία έντονα ραδιενεργών σωματιδίων (θερμά σωματίδια - hot particles).
Πληθυσμός
Ως αποτέλεσμα του ατυχήματος 237 άνθρωποι υπέφεραν από οξείας μορφής μόλυνση από ραδιενέργεια, από τους οποίους 31 πέθαναν μέσα στους πρώτους τρεις μήνες. Οι περισσότεροι ήταν πυροσβέστες και διασώστες, οι οποίοι δεν ήταν πλήρως ενήμεροι για τους κινδύνους που διέτρεχαν. 135.000 άνθρωποι εκκένωσαν την περιοχή, 50.000 από αυτούς κάτοικοι του Πριπυάτ. Ο συνολικός αριθμός των θανάτων στην περιοχή είναι δύσκολο να καθοριστεί επακριβώς λόγω της μυστικοπάθειας του τότε καθεστώτος, η οποία οδήγησε σε ελλιπή καταγραφή των σχετικών στατιστικών στοιχείων.
Επιπτώσεις στην υπόλοιπη Ευρώπη
Το ατύχημα στο Τσερνόμπιλ είχε επιπτώσεις στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης, με τη δυτική, ανατολική και βόρεια Ευρώπη να δέχεται το μεγαλύτερο ποσοστό ραδιενεργών ισοτόπων (περισσότερα από τα μισά ραδιενεργά σωματίδια που απελευθερώθηκαν από το ατύχημα κατέληξαν σε περιοχές εκτός ΕΣΣΔ). Πρώην Γιουγκοσλαβία, Φινλανδία, Σουηδία, Γερμανία, Βουλγαρία, Νορβηγία, Ρουμανία, Αυστρία και Πολωνία δέχθηκαν η κάθε μια περισσότερα από ένα πεταμπεκερέλ (1015 Bq) καισίου 137. Η περιοχή που μολύνθηκε με πάνω από 4.000 Bq/m2 καλύπτει το 40% της επιφάνειας της Ευρώπης, ενώ το 2,3% δέχτηκε πάνω από 40.000 Bq/m2. Υπολογίζεται ότι από τη συνολική δόση ραδιενέργειας που έλαβε ο πληθυσμός της γης λόγω του ατυχήματος, το 36% αντιστοιχεί στους κατοίκους Ρωσίας, Ουκρανίας και Λευκορωσίας και το 53% στους υπόλοιπους Ευρωπαίους.
Ακόμα και σήμερα υπάρχουν περιορισμοί στη διακίνηση τροφίμων σε χώρες της Ευρώπης:
Στο Ηνωμένο Βασίλειο υπάρχουν περιορισμοί σε 374 φάρμες με 200.000 πρόβατα.
Σε Σουηδία και Νορβηγία υπάρχουν περιορισμοί για ζώα που βρίσκονται σε ελεύθερο περιβάλλον (ανάμεσά τους και οι τάρανδοι).
Στη Γερμανία αλλά και σε άλλες βορειοευρωπαϊκές χώρες ανιχνεύονται υψηλά ποσοστά καισίου 137 σε άγρια ζώα, όπως αγριόχοιρους (μέσα επίπεδα 6.800 Bq/kg, δέκα φορές υψηλότερα από το όριο ασφαλείας της Ευρωπαϊκής Ένωσης στα 600 Bq/kg).
Εκτιμάται ότι περισσότερο από το μισό του ιωδίου 131 που διέφυγε από το Τσερνόμπιλ κατέληξε εκτός ΕΣΣΔ. Το ραδιενεργό ιώδιο προκαλεί αύξηση των περιπτώσεων καρκίνου του θυρεοειδούς και σύμφωνα με εκτιμήσεις, παρουσιάστηκε αύξηση αυτής της μορφής καρκίνου σε Ηνωμένο Βασίλειο και Τσεχία, χρειάζονται όμως περισσότερες έρευνες για να υπάρξει συνολική εικόνα για την Ευρώπη. Κάποιες άλλες μελέτες αναφέρουν επίσης αύξηση της παιδικής λευχαιμίας σε Δυτική Γερμανία, Ελλάδα και Λευκορωσία. Έχοντας υπόψη ότι τα περισσότερα είδη καρκίνου χρειάζονται 20 με 60 χρόνια μεταξύ έκθεσης στο αίτιο και εκδήλωσης της ασθένειας, είναι προφανές ότι είναι ακόμα νωρίς για να εκτιμήσουμε τις πραγματικές διαστάσεις των επιπτώσεων του ατυχήματος.
Επιπτώσεις στην Ελλάδα
Μέρος του ραδιενεργού νέφους από το Τσερνόμπιλ έφτασε και στην Ελλάδα μετά από μερικές μέρες. Προκλήθηκε πανικός στον ελληνικό πληθυσμό, συγκεκριμένα σχετικά με την ασφάλεια των τροφίμων, με τον κρατικό μηχανισμό να κάνει συστάσεις για αποφυγή του φρέσκου γάλακτος και το καλό πλύσιμο φρούτων και λαχανικών από τις 5 Μαΐου και μετά. Το ραδιενεργό νέφος επηρέασε κυρίως την Βόρεια Ελλάδα και τη Θεσσαλία, όπου χρόνια αργότερα ανιχνεύονταν ποσά ραδιενέργειας υψηλότερα του κανονικού. Μετρήσεις που έγιναν το 1996 έδειξαν εκπομπές καισίου στα 65 κιλομπεκερέλ ανά τετραγωνικό μέτρο με το όριο επικινδυνότητας να βρίσκεται στα 5 κιλομπεκερέλ. Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία δεν παρατηρήθηκε αύξηση στη συχνότητα της λευχαιμίας, εκτός από τη σπάνια βρεφική λευχαιμία, αλλά ούτε και στον καρκίνο του θυρεοειδούς. Από την άλλη όμως υπολογίζεται από έρευνα της Ελληνικής Ψυχιατρικής Εταιρείας ότι έγιναν περίπου 2.500 τεχνητές εκτρώσεις το 1986 από γονείς οι οποίοι φοβήθηκαν τις πιθανές επιπτώσεις της ραδιενέργειας στο έμβρυο. Επίσης ιατρικοί κύκλοι αποδίδουν 1500 περιπτώσεις καρκίνου (τη δεκαετία 1986-1996) που δεν δικαιολογούνταν από το ιστορικό του ασθενούς, σε πιθανές επιπτώσεις του Τσερνόμπιλ.
Σημερινή κατάσταση
Τον Σεπτέμβριο του 2007 η Ουκρανία ενέκρινε την κατασκευή ενός ατσάλινου κελύφους πάνω από τον αντιδραστήρα, σε αντικατάσταση της υπάρχουσας σαρκοφάγου, η οποία κινδυνεύει από κατάρρευση. Το κέλυφος το οποίο θα κατασκευαστεί από τον όμιλο γαλλικών εταιρειών Novarka, θα κοστίσει 432 εκ. ευρώ (κατ' άλλες πηγές 505 εκ. ευρώ), με το κόστος να καλύπτεται από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανοικοδόμησης και Ανάπτυξης και διεθνείς χορηγούς. Η τοξωτή κατασκευή θα έχει πλάτος 257 μέτρων, ύψος 105 μέτρων και μήκος 150 μέτρων και θα χρειαστούν 58 μήνες για την ολοκλήρωσή της. Η νέα σαρκοφάγος θα κατασκευαστεί σε σχετική απόσταση από τον αντιδραστήρα και μόλις ολοκληρωθεί θα μετακινηθεί πάνω σε ράγες προς την τελική της θέση, πάνω από την προϋπάρχουσα σαρκοφάγο. Μετά το πέρας της κατασκευής θα ξεκινήσει η αποδόμηση του πυρήνα 4.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου