Σάββατο 3 Αυγούστου 2019

Μη σου τύχει


Μη σου τύχει
Γράφει ο ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΠΟΛΩΣΗΣ Υποστράτηγος ε.α.
    Να εύχεστε να μη σας τύχει να οργανώσετε κάποια εκδήλωση  και  κυρίως  μεταξύ  συμμαθητών  σας.
    Γιατί; Θα σας διηγηθώ μία από τις πολλές (βλέπεις δεν κάθομαι κι’ εγώ  στ’ αυγά μου, ως ήρεμη
κλώσα…) εμπειρίες μου, χωρίς φυσικά ονόματα και ακριβείς ημερομηνίες, διότι σούρνονται και κοριοί…
    Πάντα  πιστός  θιασώτης  της  αρχής  του  πολέμου «Πρόβλεψη», έστειλα  εγκαίρως τις προσκλήσεις για
την εκδήλωση που θα γίνει π.χ. στις 18 του επομένου μηνός και ανήγγειλα ότι στην ΣΣΕως είθισταιθα
εορτασθεί η 50ετία από της εξόδου από την Σχολή κ.λπ., κ.λπ.
    Σε 2-3 μέρες έρχεται το πρώτο τηλεφώνημα.
    -Ρε σεις, τόσο νωρίς στέλνετε  τις προσκλήσεις; Πού ξέρω εγώ αν θα ζω μέχρι τότε; Τι σας έπιασε;
    Του απαντάς ότι είναι θέμα εγκαίρου προγραμματισμού και χρόνου για τις προετοιμασίες (φαγητό, αναμνηστικά), αλλά φυσικά δεν τον πείθεις. Οπότε, κάτι του λες απ’ έξω σου,  κάτι άλλο μουρμουρίζεις από μέσα σου και το επεισόδιο θεωρείται λήξαν.
    Όταν πλησιάζουν οι μέρες, που πρέπει να δηλώσουν συμμετοχή  και  το  νούμερο  είναι  απελπιστικά  μικρό, αρχίζουν τα τηλέφωνα. Οι συνηθισμένες απαντήσεις είναι: «Α, τότε είναι:» , «Ρε έχασα το χαρτί» κ.λπ.  Η πιο δολοφονική όμως είναι η: -Καλά ρε, δεν ξέρεις ότι εγώ έρχομαι πάντα;
    Καταπίνεις καλού - κακού 5-6 Salospir, που έτσι κι’ αλλιώς κάνουν καλό και κάθεσαι στην πολυθρόνα σου
να ηρεμήσεις, οπότε ξαναχτυπάει το τηλέφωνο.
    -Καλά ρε φίλε γιατί τόσο πρωί; Άκου οχτώ και μισή το πρωί να είμαστε στη Βάρη! Πάτε καλά ρε;
    Σφίγγεις  τα  δόντια,  δίνεις  μια  γροθιά  στο  τραπέζι, κάτι μουρμουράς και για το στεφάνι σου, που ρωτάει
να μάθει τι τρέχει και απαντάς:
    -Κοίταξε, πρέπει να είμαστε και στην αναφορά του Συντάγματος Ευελπίδων, που γίνεται στις 10.00. Βάλε
να μαζευτούμε, να μαζέψουμε συνδρομές, να πιούμε τον καφέ που μας προσφέρει η Σχολή, πάει η ώρα πέρασε.  Τώρα,  αν  εσύ  δεν  μπορείς  να  ξυπνήσεις,  να πούμε στον Στρατηγό, την πρωινή αναφορά να την μεταφέρει το απόγευμα ή – ακόμη καλύτερα - προς το σούρουπο. Αν πάλι ακόμη δεν μπορείς, είναι δυνατόν
οι Ευέλπιδες να ‘ρθούνε στο σπίτι σου και να πάρουνε αναφορά στο σαλόνι σου. Για όλα τα πράγματα υπάρχει λύση.
    Κάτι  λέει  αυτός,  κάτι  του  λες  κι’  εσύ  και  πριν  τα πράγματα πάρουν πολύ άσχημη τροπή, κλείνεις το τηλέφωνο.
    Κι’ ενώ τα νεύρα σου έχουν γίνει άσπρες κορδέλες τα κορίτσια φοράνε κι’ ετοιμάζεσαι για το φαρμακείο
να πάρεις κάνα καταπραϋντικό, νάτο πάλι το ρημάδι.
    Ντριν, ντριν, ή μάλλον χρου χρου, όπως κάνουν τώρα τα καινούργια και άντε να τ’ ακούσεις.
    - Ναι, απαντάς έτοιμος να καταρρεύσεις.
    - Έλα ρε τι γίνεται; Είσαι καλά;
    - Όχι! Ποιος είσαι;
    - Έλα ρε ο συμμαθητής σου, δεν με γνώρισες;
    - Όχι να σε χαρώ, ενώ αρχίζεις σιγά σιγά, να χάνεις το φως σου.
    - Δεν σου λέει τίποτα η φωνή μου ρε μπαγάσα;
    - Ποιος είσαι μωρέ και μ’ έσκασες, φωνάζεις εκτός εαυτού και η φωνή φέρνει αποτέλεσμα.
    - Ο Γιώργος είμαι ρε, και αρχίζει νέος κύκλος βασανισμού.
    - Ποιος Γιώργος;
    - Έλα ρε, έχεις πολλούς συμμαθητές φίλους Γιώργους;
    - Έχω, του απαντάς, και θα φροντίσω να τους εξοντώσω όλους, ώστε από δω και πέρα να μην έχω.
    - Χα, χα, χα ωραίο καλαμπούρι. Δεν μου λες ρε, γιατί διαλέξατε την Σχολή να γίνει η γιορτή. Δεν ξέρετε ότι η
Σχολή κείται μακράν;
    Προσπερνώ την πολιτική μπηχτή και επιτίθεμαι
    -Δεν τάμαθες; Το αλλάξαμε.
    -Μπράβο! Και πού το βάλατε;
    -Στο 414 Στρατιωτικό Νοσοκομείο Ειδικών Νοσημάτων. Να είστε όλοι εκεί στις 8 το πρωί. Τόσοι πολλοί που είστε, θα χρειασθούν ώρες οι ψυχίατροι. Εγώ πάω από τώρα  διότι και είμαι ειδική περίπτωση και δεν αντέχω μέχρι τότε. Άντε και καλό ζουρλομανδύα.
    Αυτά

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου