Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΚΑΛΟΥ ΣΑΜΑΡΕΙΤΗ
Γιώργος Φωτόπουλος
Αφορμή της
αναφοράς της παραβολής του καλού Σαμαρείτη,
ήταν το ερώτημα ενός νομοδιδάσκαλου στον Ιησού Χριστό τι πρέπει να κάνει στη
ζωή του για να κερδίσει την αιώνιο ζωή.
Ο Ιησούς του
υπενθυμίζει τις εντολές της Παλαιάς Διαθήκης ότι πρέπει «ν' αγαπάς τον
Θεόν με όλη σου τη καρδία, με όλη σου τη ψυχή, με όλη τη δύναμή σου και με όλο
το νού σου και τον πλησίον σου, δηλαδή το διπλανό σου, όπως τον εαυτόν σου». Τότε ο ίδιος
νομοδιδάσκαλος, αυτός δηλαδή που είχε την ευθύνη της διδασκαλίας του
περιεχομένου της Παλαιάς Διαθήκης, θέτει ακόμη ένα ερώτημα στον Ιησού, ποιός είναι ο πλησίον του, δηλαδή ο
διπλανός του, τον οποίον πρέπει να αγαπά και να φροντίζει όπως τον εαυτόν του.
Κι ο Ιησούς αρχίζει να του λέει την παραβολή του καλού Σαμαρείτη για να τον
βοηθήσει να συνειδητοποιήσει ποιοί γίνονται άξιοι για τη Βασιλεία των Ουρανών.
Κάποτε άνθρωπος
ταξίδευε από τα Ιεροσόλυμα στην Ιεριχώ
και έπεσε πάνω σε ληστές, τον έκλεψαν, τον ξεγύμνωσαν, τον κτύπησαν
άσχημα και τον άφησαν σοβαρά τραυματισμένο γεμάτο με πληγές, σίγουροι ότι σε
λίγο θα πεθάνει από τα θανατηφόρα τραύματα που του προξένησαν.
Βλέπουμε το
έγκλημα να υπάρχει σε όλες τις εποχές, αλλοίμονο στους αθώους, που πρέπει
συνέχεια να αγρυπνούν για να προστατευθούν από τους εγκληματίες, οι οποίοι δεν είναι μόνο
κλέφτες, είναι κακούργοι και επικίνδυνοι φονιάδες. Κτυπημένος άσχημα λοιπόν,
μισοπεθαμένος περίμενε λιπόθυμος το τέλος του.
Στην εποχή μας θα έλεγε κανείς, μήπως θα
έπρεπε να επέτρεπε ο Θεός, την αδικία σε βάρος του ανυπεράσπιστου αθώου
ανθρώπου, και να τους συλλαμβάνανε και να τους οδηγούσαν στη δικαιοσύνη και να σκότωναν τους ληστές?
Από τη μια το
αίσθημα της δικαιοσύνης και από την άλλη η βία φαίνεται να οδηγεί σε αντιβία, η
αδικία μπορεί να οδηγήσει κι άλλους ανθρώπους σε οργή και σε καταστροφή.
Φονιάδες δεν
είναι μόνο αυτοί που αφαιρούν τη ζωή κάποιου άδικα και αυθαίρετα, αλλά κι όλοι
εκείνοι που συμβαίνει να έχουν κάποια εξουσία και επιτρέπουν να αδικηθούν
βάναυσα συνάνθρωποι τους, γι' αυτό και προκαλούν και τη δημόσια οργή που μπορεί
να μετατραπεί και σε κάθε μορφή ανεξέλεκτης βίαιης επίθεσης σε βάρος τους, όπως
κάνουμε όταν μπορούμε στους δικτάτορες.
Τελικά στη
παραβολή γίνεται αναφορά όχι στους ληστές, αλλά στη κοινή γνώμη, στους
ανθρώπους που συμβαίνει να γίνονται μάρτυρες της τραγωδίας του αθώου ανθρώπου
που δέχθηκε άδικα την επίθεση από τους ληστές και βρισκόταν γεμάτος πληγές στα
πρόθυρα του θανάτου.
Ο πρώτος που τον είδε ήταν ένας κληρικός, ο οποίος
αδιάφορα έφυγε μακρυά του.
Ο δεύτερος ήταν ένας λευϊτης, δηλαδή
κάποιος από τους βοηθούς των κληρικών, ο
οποίος πάλι όπως τον κληρικό, άσπλαχνα απομακρύνθηκε από κοντά του.
Τελικά ο τρίτος άνθρωπος που τον είδε ήταν ένας
Σαμαρείτης, ένας άνθρωπος που τον θεωρούσαν οι κληρικοί και οι λευίτες
ξεπεσμένο και αμαρτωλό.
Παρ' όλα αυτά ο
Σαμαρείτης σταμάτησε, τον σπλαχνίστηκε, τον λυπήθηκε, καθάρισε τις πληγές του
με λάδι και κρασί, τον φόρτωσε στο
γαϊδούρι του και τον πήρε σε ένα
πανδοχείο, όπου πλήρωσε για τη διαμονή
του, και ότι χρειαζόταν για να γίνει
καλά.
Φαίνεται ήταν
γνωστός και καλός πελάτης του πανδοχείου γιατί έδωσε οδηγίες στον ιδιοκτήτη να
τον κρατήσει εκεί μέχρι να γίνει εντελώς καλά και θα τον πλήρωνε αν δεν έφταναν
τα λεφτά που του έδωσε όταν θα ξαναπερνούσε από το πανδοχείο του.
Όταν ο Ιησούς
τέλειωσε τη παραβολή ρώτησε το
νομοδιδάσκαλο ποιος νομίζεις από τους τρεις συμπεριφέρθηκε με το καλύτερο τρόπο
προς το πλησίον του, στο διπλανό του, ο κληρικός, ο λευίτης ή ο Σαμαρείτης.
Κι ο
νομοδιδάσκαλος του είπε, φυσικά
ο Σαμαρείτης. Τότε κι ο Ιησούς του είπε να κάνεις και εσύ το ίδιο.
Μπορεί οι
Πατέρες της Εκκλησίας να δίνουν πολλές ερμηνείες στη παραβολή του καλού
Σαμαρείτη, λέγοντας ότι ο Καλός Σαμαρείτης είναι ο Χριστός που σώζει τον
νεκρό άνθρωπο από την αμαρτία με το Σταυρικό του Θάνατον κι
ότι το Πανδοχείο είναι η Εκκλησία που σώζεται ο άνθρωπος, δεν παύει όμως η
πρώτιστη ερμηνεία να είναι αυτή που μας λέει ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός.
Να βλέπουμε τον
κάθε άνθρωπο που συναντούμε στη ζωή μας ως το πλησίον μας, και να
ανταποκρινόμαστε στις ανάγκες τους όπως θα είμαστε έτοιμοι να ανταποκριθούμε
στα πρόσωπα που αγαπούμε, όπως είναι τα παιδιά μας, οι γονείς μας, οι παππούδες
μας, οι θείοι μας, οι θείες μας και οι φίλοι μας, ο σύζυγός μας, ο Έλληνας, ο
Ορθόδοξος.
Τελικά στα
μάτια του Θεού είμαστε όλοι παιδιά του, κι όταν βοηθάμε τους συνανθρώπους μας,
είτε συγγενείς είτε άγνωστους, είτε μαύρους είτε λευκούς, είτε Έλληνες είτε
μετανάστες, βοηθάμε τα παιδιά του Θεού. Ο κάθε άνθρωπος που συναντούμε και έχει
την ανάγκη μας είναι ο διπλανός μας.
Κι αυτοί που
αδικούν το διπλανό τους κι αδιαφορούν, αδικούν τα παιδιά του Θεού, είναι δηλαδή
θεοπαίκτες, άσχετα αν ακόμη είναι και κληρικοί και λευίτες.
Μελέτη – Έρευνα – φωτο υλικό
Γιώργος Φωτόπουλος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου