Σάββατο 15 Μαρτίου 2014

6.Ελληνικές Παροιμίες (13)

ΠΑΡΟΙΜΙΕΣ
6.Ελληνικές Παροιμίες (13)
Ανάγκη
Όποιος μπαίνει στο χορό, χορεύει.
Ο καλός ο φίλος στην ανάγκη φαίνεται.
Διψάει η αυλή του για νερό κι αυτός αλλού ποτίζει.
Το ράσο θέλει καλοπέραση κι η πουτανιά φτιασίδι
Ο πλάτανος θέλει νερό κι η λεύκα θέλει αέρα.
Χωρίς αέρα το πουλί, χωρίς νερό το ψάρι, χωρίς αγάπη δε βαστούν κόρη και παλικάρι.


Συμφέρον
Ανύπαντρος προξενητής, για πάρτη του γυρεύει.
Από πίτα που δεν τρως, τι σε νοιάζει κι αν καεί.
Γιάννης κερνάει και Γιάννης πίνει.
Ψωμί μη λείψει σπίτι μας και φούρνος να μη καπνίσει.
Ο μουσαφίρης δε θέλει άλλο μουσαφίρη.
Όλοι κοιτάζουν τον καβγά και η γριά το μέλι.
Καημό που το ‘χε η ρίγανη, που εκάη το καταράχι.
Όλοι μιλούν για τ’ άρματα κι ο Γιάννης για την πίτα.
Ο παπάς βλογάει πρώτα τα δικά του γένια.
Δεν έγινα παπάς ν’ αγιάσω, έγινα παπάς για να περάσω.
Παρά να τα πάρει άλλος, κάλλιο εγώ που ‘μαι κουμπάρος.


Σχεδιασμός
Λογαριάζει χωρίς τον ξενοδόχο.
Άλλα μετράει ο άνθρωπος κι άλλα ο Θεός του βγάζει.


Φιλοδοξία
Τα πολλά και τα περίσσια μας χαλάσανε τα ίσια.
Χέσε μέσα Πολυχρόνη που δε γίναμε ευζώνοι.


Ελπίδα
Καλομελέτα κι έρχεται.
Ποιος στραβός δε θέλει το φως του;
Θα γυρίσει ο τροχός, θα χορτάσει κι ο φτωχός.
Και τούτος ο ανήφορος κατήφορο θα φέρει.


Επιθυμίες
Το φαΐ και το χέσιμο ώσπου ν’ αρχίσουν θέλει.
Η γριά το μεσοχείμωνο θυμήθηκε πεπόνι.
Θέλω την κι ας είναι χήρα και φτωχή και κακομοίρα.
Αυτός που δε ζητά πολλά τα έχει όλα τα καλά.
Αδύνατον ένι πεινών μη μνημονεύειν άρτου.
Άλλος το μακρύ του κι άλλος το κοντό του.
Άλλοι τα γένια πεθυμούν, κι άλλοι που τα 'χουνε τα φτυούν.
Γριάς το μεσοχείμωνο αγγούρι της θυμήθη.
Άλλος το ‘χει και το κατουρεί κι άλλος δεν το ‘χει και το λαχταρεί.
Άντρα θέλω κάθε βράδυ κι ας κοιμάμαι στο σκοτάδι.


Επιλογές
Άφησε το γάμο και πάει για πουρνάρια.
Διάλεξε, ξεδιάλεξε, στην κοπριά κατάντησε.
Ή οκτώ λογιώ φαγί ή σαρδέλα μοναχή.
Ἢ ρούφα ἢ φύσα, και τα δυο δε γίνονται.


Εναλλακτικές λύσεις
Έχει κι αλλού πορτοκαλιές που κάνουν πορτοκάλια.
Το καλό το παλικάρι ξέρει κι άλλο μονοπάτι.
Μάθε τέχνη κι άσ’ τηνε κι άμα πεινάσεις πιάσ’ τηνε.
Θέλεις θέρισε και δέσε, θέλεις δέσε και κουβάλα.
Το μοναστήρι να ‘ναι καλά, και από καλογήρους, χίλιους.
Όπου έχει δυο αγαπητικιές χαρά έχει μεγάλη, γιατί όταν μαλώνει με τη μια κινάει και πάει στην άλλη.


Σιγουριά
Στο τέλος ξυρίζουν το γαμπρό.
Πάω αργά γιατί βιάζομαι.
Όποιος καεί με το χυλό, φυσάει και το γιαούρτι.
Μην αγοράζεις γουρούνι στο σακί.
Κάλλιο γαϊδουρόδενε παρά γαϊδουρογύρευε.
Κάλλιο ένα και στο χέρι, παρά χίλια και καρτέρει.
Τούρκο φίλευε και κώλο φύλαγε.
Χαρτιά γραμμένα, στόματα βουλωμένα.
Μη δεις ψηλό και φοβηθείς, κοντό κι αναθαρρέψεις.
Όπου βλέπεις μάσα κάτσε κι όπου βλέπεις ξύλο τρέχα.
Μήτε το διάολο να δεις, μήτε το σταυρό σου να κάνεις.
Μην καμαρώνεις στην αρχή προτού ιδείς το τέλος.
Μήτε στο διάβολο κερί, μήτε στον Τούρκο κώλο.
Τάξε στην Παναγιά κερί, του διάβολου λιβάνι.
Άναψε τ' αγίου δυο κεριά και του δαιμόνου πέντε.
Παίναε τη θάλασσα, αλλά να περπατείς στην ξέρα.
Κάνεις το χωριάτη φίλο; Κράτα και κομμάτι ξύλο.
Κάτσε κότα μου στ’ αυγά σου για να βγούνε τα πουλιά σου.
Αν δε λαλήσουν τα όργανα, κι αν δε σφαχτεί ο τράγος, απίστευτο μου φαίνεται να ‘ναι δικός μου ο γάμος.
Μην κάνεις μη σου κάνουνε, μην πεις να μη σου πούνε, σε ξένη πόρτα μη χτυπάς, γιατί τη δική σου σπούνε.


Υποσχέσεις
Αλαργινός ο κήπος, δωριανά τα λάχανα.
Ψάρια στο γιαλό, τόσο τα πουλώ.
Μην τάξεις σ’ άγιο κερί και σε παιδί κουλούρι.
Όπου ακούς πολλά κεράσια, κράτα και μικρό καλάθι.
Του γιου σου τάξε ψέματα και του γαμπρού σου αλήθεια.
Αλλιώς μας τα ‘λεγες παπά, πριν σε χειροτονήσουν.
Τάξε στην Παναγιά κερί, του διάβολου λιβάνι.
Τα βόδια τα δένουν απ’ τα κέρατα, τον άνθρωπο απ’ το λόγο του.


Εμμονή
Το γινάτι βγάζει μάτι.
Ο νους του πουλιού στο κεχρί.
Ένα το ‘χει η Μαριορή, το στεγνώνει το φορεί.
Όλα τα πουλιά πάνε κι έρχονται, και ο σπουργίτης αναμένει.
Το λύκο τον κουρεύανε, πούθε παν’ τα πρόβατα.
Τα ίδια Παντελάκη μου, τα ίδια Παντελή μου.
Άμα το ‘χει η κούτρα σου να κατεβάζει ψείρες…
Όλοι κλαίν’ τον πόνο τους κι ο μυλωνάς τ’ αυλάκι.
Οι βιολιτζήδες άλλαξαν, μα ο χαβάς έμεινε ο ίδιος.
Όλοι κοιτάζουν τον καβγά και η γριά το μέλι.
Το γύφτο κάναν βασιλιά κι αυτός γύρευε ρείκια.
Η γριά το μισοχείμωνο ξυλάγγουρο γυρεύει.
Γιάννη είχα, Γιάννη έχω, κι αν ποτέ μου θα χηρέψω, πάλι Γιάννη θα γυρέψω.


Προτιμήσεις
Περί ορέξεως κολοκυθόπιτα.
Κάλλιο χήρα κακομοίρα, παρά κακοπαντρεμένη.
Ας μ’ αγαπούν οι Επίσκοποι, κι ας με μισούν οι διάκοι.
Χαίρεται ο πεύκος τις δροσιές κι ο έλατος τα χιόνια.
Άλλος θέλει τον παπά, άλλος την παπαδιά κι άλλος την παπαδοπούλα.
Άλλος τη θέλει όμορφη, άλλος τη θέλει να ‘χει, και άλλος κλείνει τα μάτια του και παίρνει, όποια του λάχει.


Προσαρμογή
Χίλιοι καλοί χωράνε.
Κατά το ζώο και το φόρτωμα.
Όποιος μπαίνει στο χορό, χορεύει.
Όπως μου βαράνε χορεύω.
Εμείς οι βλάχοι, όπως λάχει.
Κατά που μου ψάλλεις, σου κανοναρχώ.
Ό,τι κάνει ο κόσμος, θα κάνει κι ο Κοσμάς.
Άπλωνε τα πόδια σου κατά το πάπλωμά σου.
Κατά το νιο και τ’ άρματα.
Όποιος αέρας κι αν φυσά, ο μύλος πάντα αλέθει.
Κατά τη λαχάνα και η καζάνα.
Κατά τα σκατά και το φτυάρι.
Κατά το πάπλωμα και των ποδιών το ξάπλωμα.
Κατά πώς είν’ οι καιροί, έτσι και ν’ αρμενίζεις.
Νύφη, όχι καθώς ήξευρες, αλλά καθώς ηύρες.
Το ήμερο τ’ αρνί βυζαίνει από δυο μανάδες και το άγριο δε βυζαίνει ούτε απ’ τη μάνα του.


Ματαιότητα
Σήμερα είμαστε, αύριο δεν είμαστε.


Ματαιοπονία
Ψάχνει ψύλλους στ’ άχυρα.
Τον αράπη κι αν τον πλένεις, το σαπούνι σου χαλάς.
Άρμεγε λαγούς και κούρευε χελώνες.
Στου κουφού την πόρτα, όσο θέλεις βρόντα.
Δεν κάνει ούτε στο σακί ούτε στο σακούλι.
Όποιος φτύνει κατά πάνω, φτύνει τα μούτρα του.
Ράβε-ξήλωνε, δουλειά να μη σου λείπει.
Στραβός βελόνι εγύρευε μέσα στην αχυρώνα.
Άδουλος, δουλειά δεν έχει, το βρακί του λύν’ και δένει.

Γάιδαρος είναι γάιδαρος, ας εφορεί και σέλλα και η γριά κι αν ομορφίζεται δεν γίνεται κοπέλα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου